Ὁμιλία αἰδ. πρωτοπρεσβ. π. Ἀγγέλου Ἀγγελακοπούλου, πού ἐκφωνήθηκε στήν αἴθουσα τῆς Π.Ο.Ε. στίς 8-12-2014
Σεβαστοί Πατέρες,
Ἀξιότιμε κ. Χαράλαμπε Βασιλόπουλε καί λοιποί κύριοι ἰθύνοντες καί συνεργάτες τῆς ναυαρχίδος τοῦ ἀντιαιρετικοῦ καί ἀντιοικουμενιστικοῦ ἀγῶνος, τῆς κατά πάντα μαχητικῆς ἐφημερίδος τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου, Ἀγαπητοί ἐν Χριστῶ ἀδελφοί και ἀδελφές,
Ἀξιότιμε κ. Χαράλαμπε Βασιλόπουλε καί λοιποί κύριοι ἰθύνοντες καί συνεργάτες τῆς ναυαρχίδος τοῦ ἀντιαιρετικοῦ καί ἀντιοικουμενιστικοῦ ἀγῶνος, τῆς κατά πάντα μαχητικῆς ἐφημερίδος τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου, Ἀγαπητοί ἐν Χριστῶ ἀδελφοί και ἀδελφές,
Θά θέλαμε, κατ’ ἀρχήν, νά ἐκφράσουμε τά βαθύτερα αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης καί ἐνθέρμου εὐχαριστίας, πού διακατέχουν τήν καρδιά μας, γιά τήν τιμητική πρόσκληση, πού εἴχατε τήν εὐγενή καλωσύνη νά ἀπευθύνετε πρός τήν ἐλαχιστότητά μας, νά εἴμαστε σήμερα ὁ ὁμιλητής στή σειρά τῶν ὁμιλιῶν, πού διοργανώνει κάθε Δευτέρα ἡ Π.Ο.Ε. Πράγματι, ἀποτελεῖ ὑψίστη τιμή για ’μᾶς νά ὁμιλοῦμε στήν Π.Ο.Ε. καί τόν Ὀρθόδοξο Τύπο, πού εἶναι καί τά δύο καρποί τῶν συγχρόνων ὁσίων Γερόντων καί ὁμολογητῶν ἀρχιμ. Χαραλάμπους Βασιλοπούλου καί ἀρχιμ. Μάρκου Μανώλη.
Τό θέμα, τό ὁποῖο θά ἀναπτύξουμε σήμερα στήν ἀγάπη σας, εἶναι : «Οὐρανοῦ κρίσις. Δέν χρειάζονται διάλογοι. Τόν «πάπα» ἀπορίπτει ὁ οὐρανός».
Τό θαῦμα τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος κατά τῶν Λατίνων
Θέλουμε, ὅμως, νά ἀναφερθοῦμε σ’ἕνα ἱστορικὸ συμβὰν ἐκ μέρους τοῦ χαρισματούχου καί θαυματουργοῦ Ἱεράρχου τῆς Ἐκκλησίας μας, ἁγίου Σπυρίδωνος, τὸ ὁποῖο ἀμείλικτα ἔδωσε ἰσχυρὸ ράπισμα καὶ ἐξ Οὐρανοῦ κατεδίκασε τὸν παπισμὸ ὡς παναίρεση, καί τό ὁποῖο δυστυχῶς παραμένει ἄγνωστο στοὺς πολλούς. Περισσότερο ἀπό ποτέ ἄλλοτε, καθίσταται ἀναγκαία ἡ γνώση του σήμερα, στήν ἐποχή μας, ὄχι μόνο στοὺς πιστοὺς γενικά, ἀλλὰ καὶ στοὺς λατινόφρονες καί παπόφιλους.
Τὸ τί συνέβη στὴν Κέρκυρα καὶ ἄνωθεν τιμωρήθηκαν οἱ τότε παπικοί, οἱ μακρὰν τῆς Ἀληθείας ἀκόμη ὑπάρχοντες, εἶναι ἄκρως διαφωτιστικὸ, ὡς καὶ συνταρακτικὸ, καὶ γεγονός ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ ὁποῖο θυμίζει βιβλικὰ τιμωρητικὰ συμβάντα τοῦ ἀρχαίου Ἰσραήλ. Τονίζεται ἰδιαιτέρως ὅτι τὸ γεγονὸς ἐκεῖνο καίρια ἀποστομώνει τοὺς παπόφιλους καὶ οἰκουμενιστές καί δείχνει ὅτι ὄντως ὁ παπισμός εἶναι αἵρεση, κι αὐτό πλέον δὲν εἶναι γνώμη καί θέση ἀνθρώπινη, ἀλλὰ κρίση καί ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ. Καί ἔχει αὐτὸ τὸ κῦρος, ἐπειδή προέρχεται ἀπὸ τὸν λόγιο ὅσιο Ἀθανάσιο τὸν Πάριο καὶ τὸν κερκυραῖο διδάσκαλο Εὐγένιο Βούλγαρι. Καὶ οἱ δύο ἔζησαν τὴν ἐποχὴ τοῦ συμβάντος καὶ τὸ κατέχουν ἀπὸ «πρῶτο χέρι».
Ἡ Κέρκυρα, τελικὰ, διασώθηκε ἀπὸ καλὰ ὀργανωμένη τουρκικὴ ἐπίθεση τὸν Αὔγουστο τοῦ 1716, χάρη στὴ δυναμικὴ παρέμβαση τοῦ πολιούχου της, ἁγίου Σπυρίδωνος, ὁ ὁποῖος ματαίωσε κυρίευση τοῦ νησιοῦ, πού ἦταν βέβαιη μὲ βάση τὰ ἑκατέρωθεν στρατιωτικὰ μέσα. Αὐτό ἔγινε δεκτὸ ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους κατοίκους, ἀλλὰ καὶ τοὺς παπικοὺς Βενετσιάνους, ποὺ ἦταν τότε κύριοι τοῦ νησιοῦ. Ἀπόρροια τῆς σωτηρίας τῆς Κέρκυρας ἀπὸ τὸν Ἅγιο, ἦταν ἡ ὁμόφωνα θεσπισθεῖσα ἑορτὴ τῆς 11ης Αὐγούστου, ὡς εὐχαριστήρια.
Ἐκ τῶν ὑστέρων ὁ Διοικητὴς τοῦ νησιοῦ, ἀντιναύαρχος Ἀνδρέας Πιζάνης, παπικός, θέλοντας καὶ προσωπικὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Ἅγιο, συμβουλεύτηκε τὸν παπικὸ, δομηνικανό θεολόγο του Φραγκίσκο Φράνγκιπουμ, ὁ ὁποῖος τοῦ πρότεινε νὰ ἀνεγείρει πλάϊ στὴν ἤδη ὑπάρχουσα Ἁγία Τράπεζα, στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου, καὶ στὸν χῶρο, ὅπου ὑπάρχει τὸ Ἱερὸ Σκήνωμα, μία ἄλλη δική τους παπικὴ τράπεζα (ἀλτάριο), προκειμένου, ὅταν θέλει, νὰ τελεῖται παπική λειτουργία στὴ γλώσσα τους. Φάνηκε ἀρεστὴ ἡ πρόταση στὸν Ἡγενόνα Πιζάνη καὶ πληροφοριακὰ τὸ εἶπε στοὺς ἱερεῖς τοῦ Ναοῦ. Ἐκεῖνοι πάραυτα ἐξέφρασαν τὴν ἀντίθεσή τους, ὅτι πρόκειται περὶ καινοτομίας καὶ ὅτι δὲν θὰ τὴν δεχθεῖ ὁ Ἅγιος. Ὅμως, αὐτὸς ἀντέδρασε. Ἐκεῖνο τὸ βράδυ, τοῦ ἔκανε ἐμφάνιση ὁ ἅγιος Σπυρίδων μὲ σχῆμα μοναχοῦ καὶ ἔντονα τὸν ἀπέτρεψε νὰ προβεῖ σὲ ὅ,τι ἀποφάσισαν. Τὸ ὄνειρο ἀνέφερε στὸν θεολόγο του καὶ αὐτὸς τὸν ἐνθάρρυνε, λέγοντας ὅτι οἱ Χριστιανοὶ δὲν πιστεύουν σὲ ὄνειρα. Ὅμως, ἦταν φανερὸ ὅτι δὲν ἐπρόκειτο γιὰ σύνηθες ὄνειρο. Ἐνῶ τὰ σχετικὰ ὑλικὰ ἑτοιμάζονταν, τὴν ἑπομένη νύχτα ἔγινε δεύτερη ἐμφάνιση τοῦ Ἁγίου, ὅπου μὲ ὕφος ἀπειλητικὸ τοῦ εἶπε :«Ἤξευρε ὅτι, ἂν πειράξῃς τὸν Ἅγιον οἶκον μου, θέλεις τὸ μετανοήσης, ὅτε οὐδὲν ὄφελος». Ἔμφοβος ὁ αὐθέντης καὶ ἔντρομος γενόμενος, ἀμέσως τὴν ὥρα ἐκείνη τῆς νυκτὸς καλεῖ τὸν θεολόγο του, διηγεῖται ἀπαραλλάκτως τὴν ὄψη τοῦ φαινομένου, τοῦ παριστάνει τὴν δειλία τῆς καρδίας του, καὶ λέει ὅτι ἀπὸ τόσο φόβο εἶναι κυριευμένος, ὥστε δὲν θέλει νά ἀποτολμήσει νὰ ἐκτελέσει αὐτὸ τὸ ἔργο. Τότε ὁ θεολόγος, ἀφοῦ ὕψωσε τὸν λόγο του, λέγει : «Αὐθέντα ἤξευρε, πώς, ἂν συσταλθῇς ἀπὸ τοῦ νὰ ἐνεργήσῃς ἕνα ἅγιον ἔργον, ὁποῦ ἀπεφάσισες, παραστήνεσαι εἰς τὸν κόσμον ὅτι πιστεύεις σὲ ὀνείρατα ἐκ συνεργείας τοῦ διαβόλου». Ἀφοῦ γέμισε, λοιπὸν, μέ θράσος ὁ Ἡγεμών, ὅταν ξημέρωσε, πῆγε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου μαζί μέ ὅλη τή συνοδεία του, γιὰ νὰ καταμετρήσει τελικὰ τὸν τόπο, τό μῆκος, τό πλάτος καὶ τό ὕψος γιὰ τὴν κατασκευὴ τῆς τραπέζης. Τότε ἐκεῖ οἱ ἱερεῖς, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν Πρωτοπαπᾶ, τὸν παρακαλοῦσαν, ἰκετεύοντας, νὰ μὴ κάνει τέτοια καινοτομία. Ὁ δέ Ἡγεμών, ἀφοῦ ἄκουσε καὶ ἀγρίεψε, φοβέρισε μὲ μεγάλο θυμὸ ὅτι, ἂν δὲν ὑπακούσουν καὶ ἡσυχάσουν, θά τοὺς στείλει σιδηροδέσμιους στὴν Βενετία, γιά νὰ τοὺς ρίξουν στὰ καμαρῶτα (στίς φυλακές), ὥστε νὰ μὴ δοῦν πλὲον τὸν ἥλιο. «Ἐγὼ», λέγει, «θέλω νὰ πήξω θυσιαστήριον, πρᾶγμα θεῖον καὶ Θεῷ εὐάρεστον». Ἀφοῦ ἀπεχώρησε ὁ Ἡγεμών, οἱ ἱερεῖς ἄνοιξαν τὴν ἱερὰ λάρνακα καί ἔψαλαν παράκληση, χύνοντας δάκρυα, γιὰ νὰ ἐμποδίσει ὁ Ἅγιος τὸν σκοπὸ τοῦ Ἡγεμόνος. Ἡ εἴδηση ἔφθασε καὶ στὸν πιστὸ λαό.
Κατά τά μεσάνυκτα, γίνονται ἀστραπές, βροντές καὶ κεραυνοὶ ἀλλεπάλληλοι. Τότε ὁ κύριος φύλακας (ὁ σκοπὸς στρατιώτης) τοῦ ὅλου συγκροτήματος τῶν ἀρχῶν τῆς Νήσου (στὸν λόφο Καστέλλι συνέχεια τῆς πόλεως) βλέπει ἕνα μοναχό, μὲ ἕνα δαυλὸ ἀναμμένο στό χέρι, πού τον πλησίαζε. Ὁ φύλακας, κατὰ τὴν συνήθεια, τὸν ρωτᾷ μία καὶ δύο φορές : «ποῖος εἶσαι σύ καὶ ποῦ πᾶς»; (ἄλτ· τὶς εἶ). Καὶ ἐπειδὴ δέν λάμβανε καμία ἀπόκριση, σήκωσε τὸ πυροβόλο του ὅπλο (τουφέκι), γιὰ νὰ τὸν σκοτώσει, ἐνῶ τὸν πλησίαζε. Τότε ὁ μοναχὸς ἀμέσως ἀποκρίθηκε : «ἐγὼ εἶμαι ὁ Σπυρίδων». Καὶ μόλις τό εἶπε, τόν ἄρπαξε ἀπὸ τό χέρι καὶ τὸν ἐκσφενδόνισε ἔξω στὴν Σπιανάδα τῆς πόλεως Κερκύρας (μεγάλη πλατεῖα καὶ ἀπόσταση περὶ τὰ 800 μέτρα). Ἐκεῖ ὁ σκοπὸς βρέθηκε ὄρθιος, καθὼς ἦταν μὲ τὸ ὅπλο του. (Εἶχε τὸν σκοπὸ του ὁ Ἅγιος, ποὺ τὸν διεφύλαξε). Καὶ ἀμέσως, ὕστερα ἀπ’αὐτό, ἄναψε ἡ ἀποθήκη τῆς πυρίτιδος (στὸ Καστέλλι) καὶ ἀνατίναξε ὅλες τίς οἰκοδομές, πού ἦταν ἐκεῖ μέσα, καί τὸ Παλάτι τοῦ Ἡγεμόνος καὶ ὅλα ὅσα ὑπῆρχαν γύρω του. Ὁ Ἡγεμὼν βρέθηκε νεκρὸς ἀπὸ δύο δοκάρια, πού τοῦ περιέσφιξαν τὸν τράχηλο, ὁ δὲ θεολόγος βρέθηκε καί αὐτός νεκρὸς, ἔξω μάλιστα ἀπὸ τὸ τειχόκαστρο, λαμβάνοντας ἄξια μισθαποδοσία τῆς συμβουλῆς του. Χάθηκε δὲ καὶ λαὸς πολὺς, ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν, ἐντός καί ἐκτός τῆς αὐλῆς τοῦ Ἡγεμόνος, ὅλοι παπικοί.
Ἐκ τῶν ὑστέρων ἔγινε γνωστὸ κι αὐτό : Ἐκείνη τὴν φρικτὴ ὥρα καὶ στιγμή, μία φλογερή σαΐτα, δηλ. ἀστροπελέκι (κεραυνός), χτύπησε τὴν εἰκόνα (φωτογραφία) τοῦ Ἡγεμόνος στὴν πατρική του οἰκία στή Βενετία καὶ τὴν κατέκαυσε, χωρὶς κάτι ἄλλο ἀπό την οἰκία νὰ πάθει κάποιο κακό. Τὸ γεγονός αὐτό, οἱ ἀδελφοὶ καὶ συγγενεῖς τοῦ Ἡγεμόνος, πού ἦταν ἐκεῖ, τό ἐξήγησαν ἀμέσως ὡς κακὸ οἰωνὸ γιά τόν Ἡγεμόνα Πιζάνη. Τιμωρεῖται, λοιπόν, ἔτσι ἡ συμπεριφορά του στοὺς ἱερεῖς τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, ὡς πρὸς τὶς ἀπειλές του νὰ τοὺς «στείλει στὰ καμαρῶτα τῆς Βενετίας».
Ἐπειδὴ ὁ στρατιώτης-φύλακας, ἀφοῦ ξημέρωσε, ἔκραζε μέ φωνή μεγάλη καὶ κήρυττε, λέγοντας ὅτι ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ἔκανε αὐτὰ τὰ μεγάλα καὶ φοβερά, καὶ λεπτομερῶς διηγοῦνταν ὅλη τὴν ὑπόθεση, οἱ Λατῖνοι, μὴ ὑποφέροντας τὴν αἰσχύνη, τόν ἀπέπεμψαν βιαίως στὴν Ἰταλία. Τὴν ἑπομένη τοῦ συμβάντος, ὁ λατινεπίσκοπος καὶ οἱ περὶ αὐτόν παπικοὶ ἔδωσαν προσταγὴ νὰ σηκωθεῖ ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου, ἡ ὕλη, πού εἴχε συναχθεῖ ἐκεῖ»[1]. Ἔτσι, τὸ θέμα τῆς παπικῆς «ἁγίας» τράπεζας ἔλαβε τέλος.
Γιὰ τὸ ὄντως φοβερὸ αὐτὸ γεγονὸς, τὸ μοναδικὸ γιὰ τοὺς λόγους ποὺ ἔγινε, ὁ πολὺς Διδάσκαλος τοῦ Γένους Εὐγένιος Βούλγαρις, παρὼν τότε στὴν Κέρκυρα, ὡς παιδὶ, ἀναφέρει μεταξὺ ἄλλων. Πρὶν φθάσει στὸ γεγονός, ἀναφέρει τὸ τί σχεδίαζαν οἱ Λατῖνοι μὲ πρόσχημα αὐτὴ τὴν τράπεζα. Δηλ. θεωρεῖ ὅτι ὑπῆρχε δόλιο σχέδιο ἐκ μέρους τους, ποὺ δὲν ἀναφέρει ὁ ὅσιος Ἀθανάσιος Πάριος. Σχεδίαζαν, λοιπόν, νὰ χτίσουν στὸν περιώνυμο Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος ἀλτάρι Λατινικὸ (ἁγία τράπεζα) πλάϊ στὸ θαυματουργὸ ἱ. Λείψανο, ἐπειδὴ πίστευαν πὼς μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ οἱ λατῖνοι θὰ ἀποκτοῦσαν δικαίωμα, ὥστε ἐξουσιαστικῶς νὰ τιμοῦν τὸν Ἅγιο· στὴν πραγματικότητα, ὅμως, ἐπιθυμοῦσαν νὰ κατάσχουν τό λείψανο, ὅπως ἔκαναν καὶ γιὰ τὰ περισσότερα τῶν ἱερῶν κειμηλίων, γιὰ τὰ ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία μας σκιρτοῦσε ἀπὸ χαρὰ καὶ μὲ αὐτὰ κοσμοῦνταν.
Γιὰ τὸ φοβερὸ συμβάν ἀναφέρει ὁ Εὐγένιος Βούλγαρις : «…Κατὰ τὰ μεσάνυκτα ἔξαφνα ξέσπασε ἀνεμοστρόβιλος μὲ ἀστροπελέκια καὶ συγχρόνως ἔγινε σεισμὸς φοβερός, ὑπερβολικὰ διαρκὴς καὶ δυνατός, ποὺ συνετάραξε τὴν πόλη, ὥστε, ἐξ αἰτίας τῆς βιαιότητος τοῦ κραδασμοῦ, οἱ ἀσφάλειες τῶν θυρῶν ἔσπασαν καὶ τὰ σπίτια ἔμειναν ἀνοικτὰ καὶ ἀπὸ τὸ φῶς τῆς λάμψεως περιλάμφθηκαν… Ὅλοι, ἀφοῦ πετάχτηκαν ἀπὸ τὰ κρεββάτια τους, βουβοὶ καὶ μὲ φοβισμένη ψυχὴ καὶ κατάπληκτοι, ἐξέλαβον τό γεγονός σάν ἡ γῆ νά ἀναμείχθηκε μὲ τὴν φωτιὰ καὶ πίστεψαν ὅτι ζοῦν τὴν ὥρα τῆς συντελείας τοῦ κόσμου…». Εἴπαμε ἤδη ὅτι ἡ ἔκρηξη προῆλθε ἀπὸ τὸ ἄναμα τῆς πυρίτιδος καὶ τῶν ἄλλων πυρομαχικῶν.
Ὁ σοφὸς Εὐγένιος, γιὰ τὰ δεινὰ τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων ἀπό τούς παπικούς, προσθέτει κι αὐτό : «Πολλὰ δεινὰ (ἔπαθαν οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες) ἀπὸ τὸν πάπα τῆς Ρώμης καὶ ἀπὸ τὰ ὄργανα τῆς ὑπερασπίσεώς του, τὰ ὁποῖα ἀκαταπαύστως μᾶς μεταχειρίζονται καὶ μᾶς καταπολεμοῦν, μὲ σκοπὸ τὴν τελεία ἐξολόθρευσή μας· λόγῳ τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς κακοπαθείας τοῦ Γένους μας ἐκ τῆς Ἀλώσεως»[2].
Ὁ ἅγιος Σπυρίδων δέν θά μποροῦσε νά ἀνεχθεῖ ποτέ τήν ἀνέγερση παπικοῦ ἀλταρίου στόν Ἱ. Ναό του, στό ὁποῖο θά τελοῦνταν παπικές «θεῖες λειτουργίες», διότι οἱ παπικοί ἔχουν διαστρεβλώσει καί παραμορφώσει ἀκόμη καί αὐτή τήν κορωνίδα τῶν ἱερῶν μυστηρίων, τήν Θεία Λειτουργία καί τό Μυστήριο τῆς Θείας Κοινωνίας. Εἶναι γνωστό ὅτι οἱ αἱρετικοί παπιστές «λειτουργοῦν» πολλές φορές στό ἴδιο ἀλτάριο (παπική ἁγία τράπεζα) τήν ἴδια ἡμέρα, πρᾶγμα τό ὁποῖο ἀπαγορεύεται, διότι ἔτσι πολλαπλασιάζουν τόν μοναδικό θάνατο τοῦ Χριστοῦ[3]. Ἐκφωνοῦν τό Σύμβολο τῆς Πίστεως μέ τήν παράνομη προσθήκη τῆς αἱρέσεως τοῦ Filioque (Πιστεύω καί εἰς τό Πνεῦμα… τό ἐκ Πατρός καί Υἱοῦ ἐκπορευόμενον). Οἱ Λατίνοι, ἐπίσης, καινοτόμησαν τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας καί εἰσήγαγαν σ'αὐτό τά Ἰουδαϊκά ἄζυμα. Ταυτοχρόνως, λειτουργώντας μέ ψυχρό ὕδωρ (ζέον), παριστάνουν μ'αὐτό νεκρή τήν ζῶσα θεότητα καί τήν ἀπό αὐτήν ζωοποιουμένη θεία πλευρά τοῦ Σωτῆρος[4]. Παραλλήλως, χαρακτηριστικό τῆς δυσσέβειας τῶν Λατίνων εἶναι τό νά μεταδίδουν στούς λαϊκούς ἀπό ἕνα εἶδος, δηλ. μόνο ἀπό τόν ἄρτο, τό Μυστήριο τῆς Εὐχαριστίας[5]. Τέλος, ἡ αἱρετική παρασυναγωγή τοῦ Παπισμοῦ ὑποστηρίζει ὅτι ὁ καθαγιασμός τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου γίνεται κατά τήν ἐκφώνηση τῶν ἱδρυτικῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ «Λάβετε, φάγετε...» καί «Πίετε...». Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅμως, δέχεται ὅτι ὁ καθαγιασμός γίνεται μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «κατάπεμψον τό Πνεῦμα σου τό Ἅγιον ἐφ'ἡμᾶς καί ἐπί τά προκείμενα δῶρα ταῦτα καί ποίησον...». Ἡ παπική ἀντίληψη γιά τόν καθαγιασμό τῶν τιμίων δώρων ἀποτελεῖ ἄμεση συνέπεια τῆς ἀλλοιώσεως τοῦ Τριαδικοῦ δόγματος μέ τήν αἵρεση τοῦ Filioque. Προβάλλεται μέ ἔμφαση ὁ Χριστός καί ἀτονεῖ ὁ ρόλος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Παράλληλα, ἡ διδασκαλία αὐτή ὀφείλεται σέ μιά χριστοκεντρική ἀντίληψη τῆς Θείας ἀποκαλύψεως καί τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ὅλα αὐτά ἐξυπηρετοῦν ἄριστα τήν προβολή τοῦ παπικοῦ πρωτείου καί διευκολύνουν πολύ τήν ἀπαίτηση τῶν παπῶν γιά διοικητική ὑπεροχή στήν ὅλη Ἐκκλησία. Ἀντιθέτως, ἡ ὀρθόδοξη θεώρηση τονίζει τόν τριαδοκεντρικό χαρακτήρα τῆς Ἐκκλησίας καί φανερώνει τήν πνευματολογική βάση τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας. Ἐπίσης, ἡ ὀρθόδοξη θεώρηση θεμελιώνεται σέ μαρτυρίες τῶν ἁγίων πατέρων, στίς ἀρχαῖες λειτουργίες, πού περιέχουν τήν ἐπίκληση καί γενικότερα στήν ὅλη ἱερά παράδοση[6].
__________________________________________________________
[1] ΟΣΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΡΙΟΣ, «Οὐρανοῦ κρίσις». Θαῦμα φρικτὸν καὶ ἐξαίσιον τοῦ θαυματουργικωτάτου θείου Σπυρίδωνος δι᾽ οὗ οὗτος τὰς βουλὰς τῶν παρανόμων Παπιστῶν ἐματαίωσε, μὴ συγχωρήσας αὐτοῖς, νὰ ἐγείρουν Ἀλτάριον, ἤτοι θυσιαστήριον, μέσα εἰς τὸ ἐν τῇ Κερκύρᾳ ἅγιόν του Ἱερόν Ναόν. Ἐν Λειψίᾳ τῆς Σαξωνίας 1805, σσ. 11–15.
[2] ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΣ, Ὑπὸ Ἐπισκόπου Ροδοστόλου Χρυσοστόμου, «Ἰδοὺ ὁ Παπισμὸς», Ἅγιον Ὄρος 2002, σσ. 315–316 καὶ 366. ΑΡΧΙΜ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΖΙΟΜΠΟΛΑΣ, «Πάθημα Παπικῶν εἰς τήν Κέρκυραν ὑπό τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος»,Ὀρθόδοξος Τύπος 16-11-2012
[3] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σ. 90.
[4] Ό. π., σσ. 248-249.
[5] Ό. π., σ. 311.
[6] ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, Δυτική θεολογία καί πνευματικότητα˙ σημειώσεις ἀπό τίς πανεπιστημιακές παραδόσεις, ἐκδ. Ὑπηρεσία Δημοσιευμάτων Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη, σσ. 54-55.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου