ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΦΑΝΕΝΤΕΣ
Οι ομολογητές άγιοι της Κεφαλονιάς
Γρηγόριος - Θεόδωρος - Λέων
Φορητή εικόνα των Αγίων Γρηγορίου,
Θεοδώρου και Λέοντος δια χειρός Χριστίνας Παπαθέου-Δουληγέρη |
Κεφαλονιά: το μεγαλύτερο νησί του Ιονίου, που προσελκύει
τους παραθεριστές με τις απαράμιλλες φυσικές του ομορφιές, αλλά ταυτόχρονα
προσφέρει και στους φιλάγιους επισκέπτες πολύτιμους πνευματικούς θησαυρούς, αφού
είναι πλουσιοπάροχα ευλογημένο από τον Θεό. Στο αγιοστόλιστο νησί του Ιονίου η
χάρις του Θεού ανέδειξε φωτεινές πνευματικές μορφές, που καταλαμπρύνουν την
Ορθόδοξη Εκκλησία και αποτελούν καύχημα και σημείο ευλαβικής αναφοράς για τους
κατοίκους του νησιού, αλλά και για τους πολυπληθείς προσκυνητές, που το
επισκέπτονται.
Στις δυτικές ακτές της Κεφαλονιάς έφτασε ως ναυαγός ο
Απόστολος των Εθνών Παύλος και κήρυξε στο νησί το Ευαγγέλιο του Χριστού, ενώ το
1555 έφτασε στην Κεφαλονιά ο θαυματουργός προστάτης των Ορθοδόξων και πολιούχος
του νησιού, ο Άγιος Γεράσιμος ο Νοταράς (1506 - 1579), του οποίου το ιερό
σκήνωμα παραμένει άφθαρτο και θαυματουργεί αδιαλείπτως. Στο
όμορφο Ληξούρι της Κεφαλονιάς γεννήθηκαν και εκοιμήθηκαν οσιακώς ο Όσιος Άνθιμος
ο Κουρούκλης (1727 - 1782), ο και επονομαζόμενος τυφλός ιεραπόστολος του Αιγαίου
και πολιούχος της νήσου Αστυπαλαίας, και ο ταπεινός ιερέας Άγιος Παναγής ο
Μπασιάς (1801 - 1888), που διακρίθηκε για τον ένθεο ζήλο και το διορατικό του
χάρισμα. Σημαντική υπήρξε η παρουσία στο νησί του φλογερού ισαποστόλου και
διδασκάλου του Γένους, του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού (1714-1779), που έφτασε το
1777 στην Κεφαλονιά και πραγματοποίησε ιεραποστολική περιοδεία στο νησί, αλλά
και η καρποφόρα παραμονή του Γενάρχη του Φιλοκαλισμού, του Αγίου Μακαρίου του
Νοταρά Αρχιεπισκόπου Κορίνθου (1731 - 1805), που ήρθε στο νησί το 1771 για να
προσκυνήσει το χαριτόβρυτο λείψανο του συγγενούς και συντοπίτου του, του Αγίου
Γερασίμου, και διέμεινε στο μοναστήρι των Ομαλών συλλέγοντας παραινέσεις και
υποδείγματα οσίων Πατέρων.
Αλλά και κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες η
αγιοστόλιστη Κεφαλονιά έχει να προσφέρει φωτεινά παραδείγματα ομολογητών και
αγωνιστών της πίστεως. Έτσι στο ανατολικό τμήμα του νησιού και συγκεκριμένα στην
περιοχή της Σάμης έζησαν και εκοιμήθηκαν οσιακώς οι ομολογητές Άγιοι Γρηγόριος,
Θεόδωρος και Λέων, οι οποίοι είναι περισσότερο γνωστοί με την προσωνυμία «Άγιοι
Φανέντες», που τους δόθηκε λόγω της θαυματουργικής φανέρωσης των ιερών λειψάνων
τους και της ανάδειξής τους από την αφάνεια.
Η μαρμάρινη λειψανοθήκη με τα
λείψανα των Αγίων Φανέντων στο ναό του Προφήτου Ζαχαρία στη Βενετία. |
Σύμφωνα με τα δύο λατινικά συναξάρια, τα οποία
επιβεβαιώνουν τόσο την προφορική παράδοση της Κεφαλονιάς όσο και τα αρχαιολογικά
ευρήματα, που υπάρχουν στην περιοχή της Σάμης, οι Άγιοι Γρηγόριος, Θεόδωρος και
Λέων κατάγονταν από το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και
υπηρετούσαν ως στρατιωτικοί στον αυτοκρατορικό στρατό. Διακρίνονταν για τις
πολλές τους αρετές και τη βαθιά τους πίστη στον Θεό. Την εποχή όμως εκείνη
βρισκόταν σε μεγάλη εξάπλωση η φοβερή αίρεση του Αρειανισμού και ο αιρετικός
αυτοκράτορας Κωνστάντιος εξέδωσε διάταγμα, που όριζε, ότι όλοι οι υπήκοοι του
κράτους έπρεπε να ασπασθούν αυτή την ανόσια αίρεση. Τότε οι τρεις Άγιοι
φοβούμενοι μήπως και αναγκασθούν να ασπασθούν την αίρεση του Αρείου,
εγκατέλειψαν μαζί με άλλους έλληνες στρατιώτες τη Σικελία, όπου βρίσκονταν, και
κατέφυγαν στην Κεφαλονιά. Αργότερα προτίμησαν να αποχωριστούν από τους
υπόλοιπους στρατιώτες και να αφιερωθούν στον Θεό. Γι' αυτό και αναζήτησαν
κατάλληλο τόπο για άσκηση και προσευχή.
Μια κοιλάδα, που ονομάζεται Σάμη (Samos κατά τη λατινική
γραφή) και βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της Κεφαλονιάς απέναντι από την Ιθάκη,
αποτέλεσε τον ιδανικό τόπο για να ζήσουν το υπόλοιπο της ζωής τους. Στον τόπο
αυτό, όπου ανακάλυψαν μέσα σε πυκνό δάσος από χαμηλά δένδρα και θάμνους τα
ερείπια ενός μισοκαταστρεμμένου ναού, εγκαταστάθηκαν προσευχόμενοι αδιάλειπτα
στον Θεό και αγωνιζόμενοι ως γνήσιοι στρατιώτες Χριστού. Κάποια ημέρα γονάτισαν
και προσευχήθηκαν και ύστερα από λίγο παρέδωσαν τις ψυχές τους στον Πανάγαθο Θεό
που τόσο αγαπούσαν. Το θαυμαστό αυτό γεγονός συνέβη στις 24
Αυγούστου.
Η παλαιά εφέστια εικόνα των Αγίων
Φανέντων. Φιλοτεχνήθηκε το 1654 και φυλάσσεται στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης Κεφαλληνίας. |
Τα σώματα των τριών Αγίων έμειναν για πάρα πολλά χρόνια
άγνωστα μέχρι που κάποτε κάποιος επιφανής και πλούσιος κάτοικος του νησιού με το
όνομα Μιχαήλ έπασχε από μια μορφή λέπρας, την ελεφαντίαση. Ο Μιχαήλ απευθύνθηκε
στους γιατρούς, αλλά δεν βρήκε πουθενά θεραπεία. Τότε αποφάσισε να εναποθέσει
τις ελπίδες του στον Θεό. Κάποιο βράδυ εμφανίστηκαν σε όραμα στον ύπνο του,
τρεις άνδρες με μορφές αγγέλων και του είπαν, ότι θα θεραπευτεί μόνο, εάν βρει
τα άταφα σώματά τους. Όταν ο Μιχαήλ ξύπνησε, δεν γνώριζε ούτε τα ονόματα των
Αγίων, ούτε και τον τόπο, όπου αυτά βρίσκονταν. Συνάντησε όμως έναν βοσκό, ο
οποίος του διηγήθηκε, ότι ακολουθώντας έναν χοίρο, που είχε απομακρυνθεί από το
υπόλοιπο κοπάδι, μπήκε σ’ ένα πυκνό δάσος και αντίκρισε τρία άταφα και άφθορα
σώματα, από τα οποία αναδίδονταν μια υπέροχη ευωδία. Τότε ο Μιχαήλ κατάλαβε, ότι
πρόκειται για τους τρεις Αγίους, που είχε δει στον ύπνο του και με οδηγό τον
βοσκό κατευθύνθηκε με το άλογό του προς το δάσος, όπου βρίσκονταν τα τρία ιερά
λείψανα μέσα σε άπλετο φως. Αφού προσευχήθηκε και παρεκάλεσε με δάκρυα τους
τρεις Αγίους, η λέπρα εξαφανίστηκε αμέσως.
Μερική άποψη της Ιεράς Μονής Αγίων Φανέντων |
Στον τόπο της θαυματουργικής ανεύρεσης των ιερών λειψάνων
ανεγέρθηκε αργότερα με δική του δαπάνη ιερά μονή προς τιμήν των τριών Αγίων, η
οποία διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην κοινωνική και πνευματική ζωή του νησιού
και αποτέλεσε για αιώνες το κέντρο της τιμητικής προσκύνησης των τριών
Αγίων.
Άποψη της Ιεράς Μονής των Αγίων
Φανέντων σε γκραβούρα του 1813 |
Η μονή των Αγίων Φανέντων είναι κτισμένη στην κορυφή της
νότιας ακροπόλεως της αρχαίας Σάμης και σε υψόμετρο 226μ. Η ίδρυσή της
χρονολογείται πριν το 1264 και τα σωζόμενα ερείπια ανάγονται στη μεταβυζαντινή
εποχή. Μετά την κατάληψη της Κεφαλονιάς από τους Νορμανδούς το 1185 άρχισε η
βαθμιαία παρακμή της μονής, που οφείλεται και στην αρπαγή των ιερών λειψάνων των
Αγίων από τους Ενετούς και τη μεταφορά τους στη Βενετία, όπου φυλάσσονται μέχρι
σήμερα μέσα σε μαρμάρινη λάρνακα στον μεγαλοπρεπή ναό του Προφήτου Ζαχαρία. Στα
τέλη του 15ου αιώνα έχουμε την επανασύσταση της μονής, η οποία μέχρι και τον 18°
αιώνα ακτινοβολεί προσελκύοντας πολλούς μοναχούς, προσκυνητές, αλλά και ξένους
περιηγητές.
Η θρησκευτική πολιτική των Άγγλων στα Επτάνησα οδήγησε
στις αρχές του 19ου αιώνα στην ερήμωση της μονής, η οποία ολοκληρώθηκε με τους
σεισμούς του 1953, που κατερείπωσαν το ιστορικό μοναστήρι. Από το τέμπλο του
καθολικού της ιστορικής μονής διασώθηκε η παλαιά εφέστια εικόνα των τριών Αγίων,
που χρονολογείται το 1654 και φυλάσσεται σήμερα στον περικαλλή ιερό ενοριακό ναό
Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης. Δίπλα στα ερείπια της μονής ανεγέρθηκε αργότερα
παρεκκλήσιο, όπου κάθε χρόνο την Κυριακή των Αγίων Πάντων εορτάζεται πανηγυρικά
η μνήμη των τριών ομολογητών και παλαιότερων Αγίων της Κεφαλονιάς.
Η λειψανοθήκη με τα ιερά λείψανα
των Αγίων που επέστρεψαν στην Κεφαλλονιά. |
Κορυφαίο πνευματικό γεγονός στην εκκλησιαστική ιστορία
της Κεφαλονιάς και στη λατρευτική τιμή των Αγίων Φανέντων αποτελεί η επιστροφή
μέρους των ιερών λειψάνων και των τριών Αγίων στη Σάμη στις 2 Μαΐου 2009. Ήδη
από το έτος 2004 ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κεφαλληνίας κ. Σπυρίδων προέβη σε
συντονισμένες κινήσεις προς τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία για να επιτραπεί η
επιστημονική εξέταση του περιεχομένου της λάρνακας με τα ιερά λείψανα των Αγίων
στον ναό του Προφήτου Ζαχαρία στη Βενετία. Παράλληλα υπέβαλε και το σχετικό
αίτημα επιστροφής των ιερών λειψάνων των Αγίων στην Κεφαλονιά. Στις 30
Ιανουαρίου 2009 και αφού προηγήθηκε η τεκμηριωμένη επιστημονική έρευνα, η οποία
διαπίστωσε ότι τα ιερά λείψανα ανήκουν στους Αγίους Γρηγόριο, Θεόδωρο και
Λέοντα, ο Καρδινάλιος της Βενετίας δώρισε στην Ιερά Μητρόπολη Κεφαλληνίας μικρό
μέρος των ιερών λειψάνων και των τριών ομολογητών Αγίων. Τα ιερά λείψανα
φιλοξενήθηκαν επί τρεις μήνες στην ενορία του Αγίου Γεωργίου Καβουρίου Αττικής
της Ιεράς Μητροπόλεως Γλυφάδας, όπου έχει καθιερωθεί κατ’ έτος πανηγυρικός
εορτασμός της μνήμης τους την Κυριακή των Αγίων Πάντων. Η επιστροφή και υποδοχή
των ιερών αυτών λειψάνων στη Σάμη της Κεφαλονιάς πραγματοποιήθηκε με κάθε
επισημότητα και με την πρέπουσα εκκλησιαστική τάξη το Σάββατο των Μυροφόρων 2
Μαΐου 2009 παρουσία των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Κεφαλληνίας κ. Σπυρίδωνος,
Λαρίσης κ. Ιγνατίου, Καστορίας κ. Σεραφείμ, Σύρου κ. Δωροθέου, Γλυφάδας κ.
Παύλου και Λέρου κ. Παϊσίου, αλλά και με τη συμμετοχή πλήθους χριστιανών. Τα
ιερά λείψανα των τριών ομολογητών Αγίων, οι οποίοι είναι και οι παλαιότεροι
άγιοι στην εκκλησιαστική ιστορία της Κεφαλληνίας, κατατέθηκαν ως πολύτιμος
πνευματικός θησαυρός προς ευλογία των κατοίκων και των ευλαβών προσκυνητών του
νησιού, στον περικαλλή ιερό ενοριακό ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης, όπου
φυλάσσεται και η παλαιά εφέστια εικόνα των Αγίων, η οποία και αποδίδει
αριστουργηματικά τις μορφές τους.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ:
Δόξη Κύριος και αφθαρσία,
κατελάμπρυνεν πιστούς οπλίτας,
ως στρατείαν φυγόντας και αίρεσιν.
Των Κεφαλλήνων δε νήσον εμπλούτισεν,
δια σεπτών σκηνωμάτων της χάριτος.
Όθεν άπαντες
τους τρεις Φανέντας τιμήσωμεν,
Χριστού αρραγείς αμύντορας,
Γρηγόριον, Θεόδωρον και Λέοντα.
Το περίτεχνο ξυλόγλυπτο κουβούκλιο
με την ασημένια λειψανοθήκη των Αγίων Φανέντων στο Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης |
Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός
Βιβλιογραφία
- Αντζουλάτου Γεωργίου Φ., Πρωτοπρεσβυτέρου, Οι Άγιοι Φανέντες - Οι ομολογητές άγιοι της Κεφαλονιάς Γρηγόριος - Θεόδωρος - Λέων, Εκδοτικός Οίκος Π. Κυριακίδη Α.Ε., Αθήναι 2005.
- Αντζουλάτου Γεωργίου Φ., Πρωτοπρεσβυτέρου, Δύο συναξάρια του 14ου αιώνα αναφέρονται στην Κεφαλονιά, Περιοδικό «Κυμοθόη», τεύχος 14-15, Αργοστόλι, Σεπτέμβριος 2005.
- Αντζουλάτου Γεωργίου Φ., Πρωτοπρεσβυτέρου, Άγιοι της Κεφαλονιάς στη Βενετία, Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αργοστόλι 2005.
- Αντζουλάτου Γεωργίου Φ., Πρωτοπρεσβυτέρου,Οι προφορικές περί των Αγίων Φανέντων παραδόσεις και η τεκμηρίωσή τους, Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αργοστόλι 2008.
- Ασματική Ακολουθία των εν Κεφαλληνία Αγίων Φανέντων Γρηγορίου, Θεοδώρου και Λέοντος, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας, Αργοστόλι 2007.
- Υμνολογήματα Αγίων Φανέντων, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Γλυφάδας, Αθήναι 2010.
+ + + + +
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΩΝ ΦΑΝΕΝΤΩΝ ΣΑΜΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ
Το αφιερωμένο στους εν Σάμῃ διαλάμψαντες και πεφανερωθέντες ομολογητές
Αγίους Γρηγόριο, Θεόδωρο και Λέοντα ιστορικό μοναστήρι της Κεφαλληνίας
Στο ανατολικό τμήμα της Κεφαλληνίας που είναι και το μεγαλύτερο νησί του Ιονίου, γνωστό από την αρχαιότητα με το όνομα «Σάμος» λόγω του εξαιρετικά ορεινού εδάφους του, βρίσκεται κτισμένη σε περιοχή με πλούσιες φυσικές ομορφιές, φημισμένα σπήλαια και ιστορικά μοναστήρια η όμορφη παραθαλάσσια κωμόπολη της Σάμης με φυσικό λιμάνι που αποτελούσε, όπως και σήμερα, ένα σημαντικό σταυροδρόμι επικοινωνίας μεταξύ Ελλάδος και Δύσης.
Η Σάμη της Κεφαλληνίας, γνωστή και με την ονομασία «Σάμος» ήδη από την ομηρική εποχή, διαδραμάτισε έναν σημαντικότατο ρόλο από την προϊστορική περίοδο (3000 -1100 π.Χ.), αφού συμμετείχε στην εκστρατεία των Ελλήνων εναντίον της Τροίας με δώδεκα πλοία. Η αρχαιότερη καταγεγραμμένη μαρτυρία για τη Σάμη απαντάται στην Ιλιάδα (Β΄, 631-634: «… αὐτάρ Ὀδυσσεύς ἦγε Κεφαλλῆνας μεγαθύμους, οἵ ρ’ Ἰθάκην εἶχον καί Νήριτον εἰνοσίφυλλον, καί Κροκύλει’ ἐνέμοντο καί Αἰγίλιπα τρηχεῖαν, οἵ τε Ζάκυνθον ἔχον ἠ δ’οἵ Σάμον ἀμφενέμοντο…» ), ενώ τον 5ο π.Χ. αιώνα η Σάμη αναφέρεται από τον Θουκιδίδη ως μία από τις τέσσερις πόλεις –κράτη της Κεφαλληνίας, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τον διαπρεπή γεωγράφο Στράβωνα (64π.Χ. -19μ.Χ.), ο οποίος αναφέρει την Κεφαλληνία ως τετράπολη: «Τήν δέ Κεφαλληνίαν, τετράπολιν οὖσαν, οὔτ’αὐτήν εἴρηκε τῷ νῦν ὀνόματι, οὔτε τῶν πόλεων οὐδεμίαν πλήν μιᾶς εἴτε Σάμης εἴτε Σάμου». Η σπουδαία γεωγραφική θέση της Σάμης και του λιμανιού της συντέλεσε στο να χρησιμοποιηθεί τον Οκτώβριο του 1571 από τον στόλο των συμμαχικών χριστιανικών δυνάμεων ως ορμητήριο για την περίφημη ναυμαχία της Ναυπάκτου «καί εἰς τάς ἑπτά τοῦ ὀκτωβρίου μηνός ἡμέραν κυριακήν, ἐβγῆκεν ἡ ἁρμάδα τῶν χριστιανῶν ἐκ τήν Κεφαλληνίαν ἐκ μέρους Σάμος καί ἡ ἁρμάδα ἡ τούρκικη ἐβγῆκεν ἐκ τήν Ναύπακτον». Τον 18ο αιώνα και συγκεκριμένα το 1760 εμφανίσθηκαν τα πρώτα δείγματα οικιστικής εγκατάστασης στη «ρίβα της Σάμος», όπως ήταν γνωστή η νεοεμφανιζόμενη κωμόπολη της Σάμης, η οποία με βασιλικό διάταγμα στις 8 Ιανουαρίου 1866 και με επίσημη ονομασία «Αιγιαλός Σάμης» ορίσθηκε ως η πρωτεύουσα του νεοσυσταθέντος Δήμου Σαμαίων. Το 1914 η ιδρυθείσα το 1912 Κοινότητα Αιγιαλού μετονομάσθηκε σε Κοινότητα Σάμης για να διατηρηθεί το ιστορικό τοπωνύμιο, γνωστό ήδη από την ομηρική εποχή.
Η Σάμη της Κεφαλληνίας, γνωστή και με την ονομασία «Σάμος» ήδη από την ομηρική εποχή, διαδραμάτισε έναν σημαντικότατο ρόλο από την προϊστορική περίοδο (3000 -1100 π.Χ.), αφού συμμετείχε στην εκστρατεία των Ελλήνων εναντίον της Τροίας με δώδεκα πλοία. Η αρχαιότερη καταγεγραμμένη μαρτυρία για τη Σάμη απαντάται στην Ιλιάδα (Β΄, 631-634: «… αὐτάρ Ὀδυσσεύς ἦγε Κεφαλλῆνας μεγαθύμους, οἵ ρ’ Ἰθάκην εἶχον καί Νήριτον εἰνοσίφυλλον, καί Κροκύλει’ ἐνέμοντο καί Αἰγίλιπα τρηχεῖαν, οἵ τε Ζάκυνθον ἔχον ἠ δ’οἵ Σάμον ἀμφενέμοντο…» ), ενώ τον 5ο π.Χ. αιώνα η Σάμη αναφέρεται από τον Θουκιδίδη ως μία από τις τέσσερις πόλεις –κράτη της Κεφαλληνίας, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τον διαπρεπή γεωγράφο Στράβωνα (64π.Χ. -19μ.Χ.), ο οποίος αναφέρει την Κεφαλληνία ως τετράπολη: «Τήν δέ Κεφαλληνίαν, τετράπολιν οὖσαν, οὔτ’αὐτήν εἴρηκε τῷ νῦν ὀνόματι, οὔτε τῶν πόλεων οὐδεμίαν πλήν μιᾶς εἴτε Σάμης εἴτε Σάμου». Η σπουδαία γεωγραφική θέση της Σάμης και του λιμανιού της συντέλεσε στο να χρησιμοποιηθεί τον Οκτώβριο του 1571 από τον στόλο των συμμαχικών χριστιανικών δυνάμεων ως ορμητήριο για την περίφημη ναυμαχία της Ναυπάκτου «καί εἰς τάς ἑπτά τοῦ ὀκτωβρίου μηνός ἡμέραν κυριακήν, ἐβγῆκεν ἡ ἁρμάδα τῶν χριστιανῶν ἐκ τήν Κεφαλληνίαν ἐκ μέρους Σάμος καί ἡ ἁρμάδα ἡ τούρκικη ἐβγῆκεν ἐκ τήν Ναύπακτον». Τον 18ο αιώνα και συγκεκριμένα το 1760 εμφανίσθηκαν τα πρώτα δείγματα οικιστικής εγκατάστασης στη «ρίβα της Σάμος», όπως ήταν γνωστή η νεοεμφανιζόμενη κωμόπολη της Σάμης, η οποία με βασιλικό διάταγμα στις 8 Ιανουαρίου 1866 και με επίσημη ονομασία «Αιγιαλός Σάμης» ορίσθηκε ως η πρωτεύουσα του νεοσυσταθέντος Δήμου Σαμαίων. Το 1914 η ιδρυθείσα το 1912 Κοινότητα Αιγιαλού μετονομάσθηκε σε Κοινότητα Σάμης για να διατηρηθεί το ιστορικό τοπωνύμιο, γνωστό ήδη από την ομηρική εποχή.
Η Σάμη της Κεφαλληνίας με τη μακρόχρονη ιστορία που ξεκινά από τους αρχαϊκούς χρόνους, διαθέτει και μία πολύτιμη και ξεχωριστή θρησκευτική πολιτιστική κληρονομιά χάρη στα ιστορικά της μοναστήρια, αλλά και στις αγιασμένες μορφές που έλαμψαν με τη θεοφιλή βιοτή και τη θαυματουργική τους χάρη, και καταλαμπρύνουν το πνευματικό στερέωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Έτσι σε απόσταση τριών χιλιομέτρων από την όμορφη παραλιακή κωμόπολη βρίσκεται σε μία μαγευτική τοποθεσία με υπέροχη θέα η ιδρυθείσα το 1721 ιστορική ιερά μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου των Αγριλίων, η οποία χάρη στη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Αγριλιώτισσας αποτελεί αξιόλογο θεομητορικό προσκύνημα της περιοχής, αλλά και όλης της Κεφαλληνίας, ιδιαιτέρως στην ετήσια πολυπληθή πανήγυρη της μονής, την 15η Αυγούστου. Στη μονή έφτασε τον Ιούνιο του 1777 ο φλογερός εθναπόστολος και φωτεινός διδάσκαλος του Γένους, Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός (1714 -1779), ο οποίος κήρυξε τον θείο λόγο και καθοδήγησε πνευματικά τον λαό του Θεού. Μάλιστα εις ανάμνηση της ευεργετικής του παρουσίας ανεγέρθηκε τη δεκαετία του 1990 στον προαύλιο χώρο της μονής περικαλλές παρεκκλήσιο επ’ ονόματί του και καθιερώθηκε να εορτάζεται πανηγυρικά η μνήμη του.
Όμως η περιοχή της Σάμης Κεφαλληνίας σεμνύνεται με τη φωταυγή παρουσία τον 4ο μ.Χ. αιώνα των ομολογητών Αγίων Γρηγορίου, Θεοδώρου και Λέοντος, οι οποίοι κατέφυγαν, ασκήτευσαν, εκοιμήθηκαν και φανερώθηκαν θαυματουργικώς στην περιοχή της Σάμης, προς τιμήν τους δε ανεγέρθηκε παλαίφατη ιερά μονή μετά τη θαυματουργική ανεύρεση των ιερών τους λειψάνων. Η περιώνυμη αυτή μονή, η οποία φέρει την προσωνυμία «Ιερά Μονή Αγίων Φανέντων», διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στην κοινωνική και πνευματική ζωή του μεγαλύτερου νησιού του Ιονίου και αποτέλεσε για αιώνες το λατρευτικό κέντρο της τιμητικής προσκύνησης των τριών Αγίων, οι οποίοι είναι και οι παλαιότεροι άγιοι στην εκκλησιαστική ιστορία της Κεφαλληνίας. Σύμφωνα με τα διασωθέντα δύο λατινικά συναξάρια του 14ου αιώνα, τα οποία γράφτηκαν το μεν πρώτο από τον Βενετό Pietro Calὸ, το δε δεύτερο από τον επίσκοπο της Ακυληίας Pietro Natali, οι Άγιοι Γρηγόριος, Θεόδωρος και Λέων κατάγονταν από το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, υπηρετούσαν ως στρατιωτικοί στον ρωμαϊκό αυτοκρατορικό στρατό και διακρίνονταν για τις πολλές τους αρετές και τη βαθιά τους πίστη στον Θεό. Την εποχή όμως αυτή βρισκόταν σε μεγάλη εξάπλωση η φοβερή αίρεση του Αρειανισμού και σύμφωνα με το εκδοθέν διάταγμα του αιρετικού αυτοκράτορος Κωνσταντίου Β΄ (337 -361), θα έπρεπε όλοι οι υπήκοοι του κράτους να ασπασθούν αυτή την ανόσια αίρεση. Τότε οι τρεις ευσεβείς και ενάρετοι στρατιωτικοί, φοβούμενοι μήπως και αναγκασθούν να ασπασθούν την αιρετική κακοδοξία, εγκατέλειψαν μαζί και με άλλους έλληνες στρατιώτες τη Σικελία, όπου βρίσκονταν την εποχή εκείνη και κατέφυγαν στην Κεφαλληνία. Μόλις αποβιβάσθηκαν στο νησί του Ιονίου και πληροφορήθηκαν ότι το διάταγμα του αιρετικού Κωνσταντίου είχε τεθεί σε ισχύ στον τόπο, όπου μέχρι πρότινος υπηρετούσαν, προτίμησαν να αποχωρισθούν από τους υπόλοιπους και να παραμείνουν στην Κεφαλληνία. Ο Γρηγόριος ήταν τότε ηλικιωμένος με άσπρα μαλλιά και πλήρης σοφίας, ο Θεόδωρος ήταν περίπου τριάντα ετών, ενώ ο Λέων έλαμπε μέσα στη νιότη του. Αποφάσισαν λοιπόν να αφιερωθούν στον Θεό και γι’ αυτό άρχισαν να αναζητούν κατάλληλο τόπο για άσκηση και προσευχή. Μία κοιλάδα, η οποία ονομάζεται Σάμη και βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της Κεφαλληνίας απέναντι από την Ιθάκη, αποτέλεσε τον ιδανικό τόπο για να ζήσουν αφιερωμένοι στον Θεό το υπόλοιπο της ζωής τους. Μάλιστα στον τόπο αυτό ανακάλυψαν μέσα σε ένα μικρό, αλλά πυκνό δάσος από χαμηλά δένδρα και θάμνους τα ερείπια ενός μισοκαταστρεμμένου ναού. Ο τόπος αυτός αποτέλεσε το πνευματικό τους καταφύγιο, στο οποίο αφού εγκαταστάθηκαν, έζησαν ασκητικά, προσευχόμενοι αδιάλειπτα στον Θεό και αγωνιζόμενοι ως γνήσιοι στρατιώτες Χριστού. Στον ευλογημένο αυτό τόπο της ανατολικής Κεφαλληνίας πλησίον της σημερινής κωμοπόλεως της Σάμης έζησαν το υπόλοιπο της επίγειας ζωής τους μέχρι που κάποια ημέρα, αφού γονάτισαν και προσευχήθηκαν, παρέδωσαν μετά από λίγο τις πάναγνες ψυχές τους στον Πανάγαθο Θεό, τον Οποίο τόσο πολύ αγάπησαν και υπηρέτησαν σε όλη τους τη ζωή.
Τα σώματα των τριών Αγίων έμειναν για πάρα πολλά χρόνια άγνωστα, μέχρι που η Πρόνοια του Θεού θέλησε να τα αποκαλύψει με θαυματουργικό τρόπο. Στο νησί ζούσε κάποιος επιφανής και πλούσιος κάτοικος, ο οποίος ονομαζόταν Μιχαήλ και έπασχε από μία μορφή λέπρας, την ελεφαντίαση. Ο Μιχαήλ απευθύνθηκε στους γιατρούς, δαπανώντας μάλιστα και ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του, για να μπορέσει να θεραπευτεί από την ασθένειά του, αλλά δυστυχώς δεν βρήκε πουθενά την ποθούμενη θεραπεία. Κάποιο βράδυ εμφανίσθηκαν σε όραμα στον ύπνο του τρεις άνδρες με μορφές αγγέλων και του είπαν ότι θα θεραπευτεί μόνο, εάν βρει τα άταφα σώματά τους. Όταν ο Μιχαήλ ξύπνησε, δεν γνώριζε ούτε τα ονόματα των τριών ανδρών ούτε και τον τόπο, όπου αυτά βρίσκονταν. Συνάντησε όμως έναν χοιροβοσκό, ο οποίος του διηγήθηκε ότι ακολουθώντας έναν χοίρο που είχε απομακρυνθεί από το υπόλοιπο κοπάδι, μπήκε σε ένα πυκνό δάσος και εκεί αντίκρισε τρία άταφα και άφθορα σώματα, από τα οποία αναδίδονταν μία υπέροχη ευωδία. Τότε ο Μιχαήλ κατάλαβε ότι πρόκειται για τους εμφανισθέντες στον ύπνο του τρεις Αγίους. Αμέσως ανέβηκε στο άλογό του και κατευθύνθηκε με οδηγό τον χοιροβοσκό προς το δάσος, όπου βρίσκονταν τα ιερά λείψανα των τριών Αγίων μέσα σε άπλετο φως. Αφού προσκύνησε με ευλάβεια τα τρία φεγγοβολούντα ιερά σκηνώματα και παρακάλεσε με δάκρυα τους Αγίους, αμέσως η λέπρα εξαφανίσθηκε και επέστρεψε στο σπίτι του εντελώς υγιής. Λόγω της θαυματουργικής φανέρωσης των ιερών λειψάνων των τριών Αγίων και της ανάδειξής τους από την αφάνεια, τους δόθηκε η προσωνυμία «Άγιοι Φανέντες», με την οποία μέχρι σήμερα είναι περισσότερο γνωστοί. Αξιοσημείωτη είναι και η επιτόπια προφορική παράδοση, σύμφωνα με την οποία τρεις Άγιοι με τα ονόματα Γρηγόριος, Θεόδωρος και Λέων έφθασαν κάποτε στη Σάμη της Κεφαλληνίας και έζησαν ως ασκητές. Πολλά χρόνια μετά την κοίμησή τους ανακαλύφθηκαν τα λείψανά τους σε ένα σπήλαιο στο όρος Αυλοχώρι και προς τιμήν τους κτίσθηκε η μονή των Αγίων Φανέντων. Σύμφωνα με τα λατινικά συναξάρια η επ’ ονόματι των τριών ομολογητών Αγίων της Κεφαλληνίας ιστορική ιερά μονή ανεγέρθηκε στον τόπο της θαυματουργικής ανεύρεσης των ιερών τους λειψάνων με δαπάνη του θεραπευθέντος από τη λέπρα Μιχαήλ.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι η διπλή διαχρονική ονομασία του μεγαλύτερου νησιού του Ιονίου με τα ονόματα Κεφαλληνία και Σάμος, αλλά και η διπλή ονομασία του ανατολικού τμήματος του νησιού και της ευρισκόμενης σ’ αυτό κωμοπόλεως με τα ονόματα Σάμος και Σάμη, δημιούργησαν σε μερικούς μελετητές, όπως στον γεωγράφο Filippo Ferrari(1551 -1626) και στον επιφανή Σάμιο ιστοριοδίφη και συγγραφέα Επαμεινώνδα Σταματιάδη (1835 -1901), την εσφαλμένη άποψη ότι ο γεωγραφικός χώρος της πνευματικής παλαίστρας των τριών ομολογητών Αγίων και της ανεύρεσης των ιερών τους λειψάνων δεν είναι η Κεφαλληνία που από την ομηρική ήδη εποχή ονομαζόταν Σάμος, αλλά το ομώνυμο περιώνυμο αιγαιοπελαγίτικο νησί με την ένδοξη ιστορία, τους πλούσιους αρχαιολογικούς θησαυρούς και τις απαράμιλλες φυσικές ομορφιές, χωρίς όμως να μαρτυρείται και να επιβεβαιώνεται η επίγεια παρουσία των Αγίων στο νησί ούτε μέσα από την τοπική προφορική παράδοση ούτε μέσα από κάποιο ιστορικό αρχαιολογικό εύρημα. Παρόλα αυτά η φιλοπατρία του εκ Σάμου καταγομένου Επαμεινώνδα Σταματιάδου και η αγάπη του για την πολιτιστική κληρονομιά του ακριτικού αιγαιοπελαγίτικου νησιού τον οδήγησε όχι μόνο στον γεωγραφικό προσδιορισμό της «νήσου Σάμου» του Αιγαίου Πελάγους ως τόπου δράσεως των τριών Αγίων, αλλά και στην πολιτογράφησή τους ως Σαμίων Αγίων, δηλαδή στο ότι οι τρεις στρατιωτικοί Άγιοι είχαν σαμιακή καταγωγή! (Επαμεινώνδα Σταματιάδου: Σαμιακά, ήτοι Ιστορία της Σάμου από των παναρχαίων χρόνων μέχρι των καθ’ ημάς, τόμος 4, εν Σάμῳ 1886). Όμως ο γεωγράφος Στράβωνας αναφερόμενος στον Όμηρο, διαπιστώνει ότι ο ποιητής χρησιμοποιεί το όνομα Σάμος για το νησί, το οποίο ονομάζεται τώρα Κεφαλληνία: «Σάμον δὲ τήν νῦν Κεφαλληνίαν, ὡς καί ὅταν φῇ», ενώ σύμφωνα με τη γεωγραφική εγκυκλοπαίδεια Baudrandus (II, 198) παρατίθεται ως τρίτο λήμμα για την ερμηνεία του όρου «νήσος Σάμος» το ακόλουθο: «Σάμος, νήσος του Ιονίου Πελάγους κατά τον Πλίνιο και Λίβιο, που ονομάσθηκε και Σάμη σύμφωνα με μαρτυρία του Στράβωνα και μετά Κεφαλληνία, όπου υπάρχει επίσης και πόλη Σάμος».
Η ανεγερθείσα στον τόπο της θαυματουργικής ανεύρεσης των ιερών λειψάνων των τριών ομολογητών Αγίων ιστορική ιερά μονή, γνωστή μέχρι σήμερα ως «Μονή των Αγίων Φανέντων», είναι κτισμένη στην κορυφή της νότιας ακροπόλεως της αρχαίας Σάμης, την οποία ο Τίτος Λίβιος κατέγραψε ως «Κυάτιδα» και σε υψόμετρο 226μ. Η ίδρυσή της χρονολογείται πριν το 1264 και τα σωζόμενα ερείπια ανάγονται στη μεταβυζαντινή εποχή. Μετά την κατάληψη της Κεφαλληνίας από τους Νορμανδούς το 1185 άρχισε η βαθμιαία παρακμή της μονής, η οποία οφείλεται και στην αρπαγή των ιερών λειψάνων των Αγίων από τους Ενετούς και τη μεταφορά τους στη Βενετία, όπου και φυλάσσονται μέχρι σήμερα μέσα σε μαρμάρινη λάρνακα στον μεγαλοπρεπή ναό του Προφήτου Ζαχαρία. Περί τα τέλη του 15ου αιώνα η παλαίφατη μονή επανασυστάθηκε και μέχρι τον 18ο αιώνα αναδείχθηκε σε φημισμένη και ακμαιότατη μονή της Κεφαλληνίας με σημαντική πνευματική κίνηση χάρη στην πολυπληθή μοναστική της αδελφότητα. Μάλιστα η πνευματική της ακτινοβολία προσέλκυσε πολλούς μοναχούς, αλλά και πολυάριθμους προσκυνητές και ξένους περιηγητές. Κατά τον 17ο αιώνα και συγκεκριμένα το 1633 επί των ημερών του ηγουμένου Σεραφείμ Ζερβού ανακαινίσθηκε η μονή, όπως επιβεβαιώνει και η διασωθείσα σχετική επιγραφή. Η πνευματική ακτινοβολία και ακμή της μονής των Αγίων Φανέντων και η αισθητή παρουσία και επιρροή της στην επιχώρια κοινωνία μαρτυρείται και από τον πλούτο που διέθετε, αφού κατείχε μεγάλες εκτάσεις σε ολόκληρο το νησί μαζί και με τη νησίδα του Πεταλά στις Εχινάδες. Στη δικαιοδοσία της είχε επίσης πέντε μετόχια, με σπουδαιότερο αυτό της Παναγίας στο Λουτρό της Σάμης, το οποίο αργότερα εξελίχθηκε στον ενοριακό ναό της παραθαλάσσιας κωμοπόλεως της Σάμης, γνωστής στα αρχειακά κείμενα με την προσωνυμία «ρίβα της Σάμος» και κτισμένης στον μυχό του ομώνυμου μεγάλου κόλπου. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι η φυλασσόμενη σήμερα στον περικαλλή ιερό ενοριακό ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης ιστορική και αριστουργηματική εικόνα της Παναγίας Λουτριώτισσας του ναού της Παναγίας στο Λουτρό, αποτελεί αφιέρωμα του αρχιναυάρχου του Βενετικού στόλου Σεβαστιανού Venier στην ιερά μονή των Αγίων Φανέντων μετά τη νικηφόρο νίκη στη ναυμαχία της Ναυπάκτου. Η εικόνα ιστορήθηκε εκ νέου το 1736 επί των ημερών του ηγουμένου της μονής Ραφαήλ Άννινου και λιτανεύεται με την πρέπουσα εκκλησιαστική λαμπρότητα στις 23 Αυγούστου, κατά την πανήγυρη της εορτής της Αποδόσεως της Κοιμήσεως Θεοτόκου, η οποία αποτελεί κορυφαία θρησκευτική εκδήλωση για τη Σάμη, αλλά και για ολόκληρη την Κεφαλληνία. Στις αρχές του 19ου αιώνα η μονή των Αγίων Φανέντων οδηγήθηκε σε ερήμωση εξαιτίας της θρησκευτικής πολιτικής των Άγγλων στα Επτάνησα, αφού απαγορεύθηκε από τη φράγκικη Διοίκηση του Ιονίου Κράτους η προσέλευση νέων μοναχών. Το 1953 οι καταστροφικοί σεισμοί που έπληξαν με ανεπανόρθωτες καταστροφές την Κεφαλληνία, κατερείπωσαν και το ιστορικό μοναστήρι των τριών ομολογητών Αγίων. Έτσι ερειπώθηκε το καθολικό της μονής που είχε οικοδομηθεί πάνω σε προγενέστερα θεμέλια αρχαίου ναού μαζί και με τα κελιά που εκτείνονταν και στις πέντε πλευρές του κτηριακού συγκροτήματος της παλαίφατης μονής. Η μονή διέθετε επίσης φημισμένη βιβλιοθήκη, ηγουμενείο, τράπεζα και ξενώνες, ενώ αξιομνημόνευτος ήταν και ο υψηλός αμυντικός πύργος με το κατώι, τα δύο πατώματα και τη σοφίτα που λειτουργούσε ως οχυρό για την αντιμετώπιση κάθε εχθρικής ενέργειας. Η μονή διέθετε σε απόσταση εκατό μέτρων κοιμητηριακό ναό επ’ ονόματι του Αγίου Νικολάου, ο οποίος κοσμούνταν με θαυμάσιες τοιχογραφίες του 17ου αιώνα, ενώ εξυπηρετούσε και τις λατρευτικές ανάγκες του οικισμού Βίγλα.
Σήμερα δίπλα στα ερείπια της ιστορικής ιεράς μονής των Αγίων Φανέντων έχει ανεγερθεί νεόδμητο παρεκκλήσιο, το οποίο αποτελεί και το επίκεντρο των λατρευτικών εκδηλώσεων προς τιμήν των Αγίων, των οποίων η μνήμη εορτάζεται κατ’ έτος πανηγυρικά την Κυριακή των Αγίων Πάντων. Από το έτος 2013 καθιερώθηκε και η επίσημη τέλεση ετήσιας λαμπράς αρχιερατικής πανηγύρεως προς τιμήν των τριών ομολογητών και παλαιότερων Αγίων της Κεφαλληνίας την Κυριακή των Μυροφόρων (Γ΄ Κυριακή από του Πάσχα) εις ανάμνηση της μετακομιδής τμημάτων ιερών λειψάνων και των τριών Αγίων από τη Βενετία στη Σάμη Κεφαλληνίας το Σάββατο των Μυροφόρων 2 Μαΐου 2009, κατόπιν συντονισμένων ενεργειών του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κεφαλληνίας κ. Σπυρίδωνος, Ποιμενάρχου της Τοπικής Εκκλησίας από τις 3 Ιουνίου 1984, προς τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Τα επιστραφέντα ιερά λείψανα των Αγίων Φανέντων φυλάσσονται σε περίτεχνη αργυρή λειψανοθήκη στον ιερό ενοριακό ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης, όπου βρίσκεται προς προσκύνηση και η αριστουργηματική εφέστια εικόνα των τριών Αγίων. Η παλαιά αυτή εικόνα, η οποία αποδίδει αριστουργηματικά τις μορφές των τριών Αγίων, προέρχεται από το τέμπλο του καθολικού της μονής, ιστορήθηκε το 1654 και απεικονίζει τον Άγιο Γρηγόριο ως σεβάσμιο γέροντα, τον Άγιο Θεόδωρο ως μεσήλικα και τον Άγιο Λέοντα ως νεαρό.
Η ευρισκόμενη νοτιοανατολικά της κωμοπόλεως της Σάμης και οικοδομηθείσα πάνω στα ερείπια παλαιότερων κτισμάτων παλαίφατη ιερά μονή των Αγίων Φανέντων αποτέλεσε για αιώνες ένα από τα σπουδαιότερα και πλουσιότερα μοναστήρια της Κεφαλληνίας, άρρηκτα συνδεδεμένο με την τοπική ιστορία και την επιχώρια κοινωνία. Πρωτίστως όμως αποτελεί τον ευλογημένο τόπο της φωταυγούς παρουσίας και της θαυματουργικής φανέρωσης των ομολογητών Αγίων Γρηγορίου, Θεοδώρου και Λέοντος, των εν Σάμῃ διαλαμψάντων και πεφανερωθέντων, τις πρεσβείες των οποίων επικαλούμεθα για την κατά Θεόν πνευματική μας ζωή και σωτηρία.
Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός
Βιβλιογραφία
Αντζουλάτου Γεωργίου Φ., Πρωτοπρεσβυτέρου, Σάμη - Εισαγωγική σπουδή στην Ιστορία της, Έκδοση Αδελφότητος Κεφαλλήνων και Ιθακησίων Πειραιά, 1998.
Αντζουλάτου Γεωργίου Φ., Πρωτοπρεσβυτέρου, Οι Άγιοι Φανέντες - Οι ομολογητές άγιοι της Κεφαλονιάς Γρηγόριος - Θεόδωρος - Λέων, Εκδοτικός Οίκος Π. Κυριακίδη Α.Ε., Αθήναι 2005.
Αντζουλάτου Γεωργίου Φ., Πρωτοπρεσβυτέρου, Δύο συναξάρια του 14ου αιώνα αναφέρονται στην Κεφαλονιά, Περιοδικό «Κυμοθόη», τεύχος 14-15, Αργοστόλι, Σεπτέμβριος 2005.
Εικόνες
[1] Οι διαλάμψαντες και πεφανερωθέντες στην περιοχή της Σάμης Κεφαλληνίας Άγιοι Γρηγόριος, Θεόδωρος και Λέων είναι γνωστοί με την προσωνυμία «Άγιοι Φανέντες», η οποία φανερώνει τον θαυμαστό τρόπο της φανέρωσης και ανάδειξής τους από την αφάνεια.
[2] Η ιστορηθείσα το 1654 αριστουργηματική εφέστια εικόνα των Αγίων Φανέντων. Η εικόνα κοσμούσε το τέμπλο του καθολικού της ομωνύμου Ιεράς Μονής και σήμερα φυλάσσεται στον Ιερό Ενοριακό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης.
[3] Το ανεγερθέν νεόδμητο παρεκκλήσιο δίπλα στα ερείπια της Ιεράς Μονής των Αγίων Φανέντων αποτελεί το επίκεντρο των λατρευτικών εκδηλώσεων προς τιμήν των Αγίων την Κυριακή των Αγίων Πάντων.
[4] Από τον 16ο έως και τον 18ο αιώνα το ιστορικό μοναστήρι των Αγίων Φανέντων ήταν ένα από τα σπουδαιότερα και πλουσιότερα της Κεφαλληνίας.
[5] Η Ιερά Μονή των Αγίων Φανέντων είναι κτισμένη στην κορυφή της νότιας ακροπόλεως της αρχαίας Σάμης και σε υψόμετρο 226 μ.
[6] Στον ευλογημένο τόπο της θαυματουργικής ανεύρεσης των ιερών σκηνωμάτων των τριών Αγίων ανεγέρθηκε η ιστορική Ιερά Μονή των Αγίων Φανέντων.
[7] Άποψη από το εσωτερικό του νεόδμητου παρεκκλησίου της Ιεράς Μονής Αγίων Φανέντων. Διακρίνεται το προσκυνητάρι με την εικόνα των τριών ομολογητών Αγίων.
[8] Στιγμιότυπο από Θεία Λειτουργία στην Ιερά Μονή Αγίων Φανέντων ιερουργούντος του πολυσεβάστου Αρχιμανδρίτου και Καθηγουμένου π. Χρυσοστόμου Αλεξάτου.
[9] Ο πολυσέβαστος και ευσεβέστατος Αρχιμανδρίτης π. Χρυσόστομος Αλεξάτος, Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Υπεραγίας Θεοτόκου Αγριλίων από το 1958 και Εφημέριος του Ιερού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Σάμης από το 1962, ιερουργών στην Ιερά Μονή Αγίων Φανέντων.
[10] Η παλαίφατη Ιερά Μονή των Αγίων Φανέντων Σάμης υπέστη μεγάλες καταστροφές στους καταστροφικούς σεισμούς του 1953 που έπληξαν το νησί της Κεφαλληνίας.
[11] Πανοραμική άποψη της παραλιακής κωμοπόλεως της Σάμης. Σε κοντινή απόσταση βρίσκονται τα ιστορικά μοναστήρια της Υπεραγίας Θεοτόκου Αγριλίων, όπου το 1777 κήρυξε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, και των Αγίων Φανέντων, το οποίο ανεγέρθηκε προς τιμήν των ομολογητών Αγίων Γρηγορίου, Θεοδώρου και Λέοντος, των εν Σάμη φανέντων.
[12] Πανοραμική άποψη της ερειπωμένης πλέον ιστορικής Ιεράς Μονής των Αγίων Φανέντων στην περιοχή της Σάμης Κεφαλληνίας.
[13] Άποψη της Ιεράς Μονής των Αγίων Φανέντων σε γκραβούρα του 1813.(syndesmosklchi.blogspot.gr)
[14] Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κεφαλληνίας κ. Σπυρίδων προεξάρχει της πανηγύρεως των Αγίων Φανέντων στην ομώνυμη ιστορική Ιερά Μονή.(www.kefalonitis.com)
[15] Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κεφαλληνίας κ. Σπυρίδων προεξάρχει της πανηγύρεως των Αγίων Φανέντων στην ομώνυμη ιστορική Ιερά Μονή.(www.kefalonitis.com)
[16] Οι ομολογητές Άγιοι της Κεφαλληνίας Γρηγόριος, Θεόδωρος και Λέων έζησαν και εκοιμήθηκαν οσιακώς τον 4ο μ.Χ.αιώνα. (www.iskiosiskiou.com)
+ + + + +
Η Ιερά Μητρόπολη
Κεφαλληνίας, ανακοινώνει, ότι την Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2009, εντοπίσθηκαν στον Ναό του Προφήτου Ζαχαρίου της Βενετίας, τα αγνοούμενα από αιώνες Ιερά Λείψανα
των Αγίων Ενδόξων Ομολογητών Γρηγορίου, Θεοδώρου και Λέοντος, των γνωστών μας Αγίων Φανέντων, έπειτα από πολυετή έρευνα του Κεφαλλήνος ιερέως Γεωργίου Αντζουλάτου.
Μετά από την επιστημονική εξέταση και γνωμάτευση του παγκοσμίου φήμης Καθηγητού της Ιατροδικαστικής του Πανεπιστημίου του Μπάρι κ. Φραντσέσκο Ιντρόνα, και μετά από την διασταύρωση των αρχαιολογικών και ιστορικών πηγών, το Ρωμαιοκαθολικό Πατριαρχείο της Βενετίας, παρέδωσε στον π. Γεώργιο και τον εφημέριο της Σάμης π. Χρυσόστομο Αλεξάτο, τμήματα Ιερών Λειψάνων και των τριών Αγίων.
Τα Ιερά Λείψανα των Αγίων Φανέντων αφίχθησαν στην Ελλάδα την Κυριακή 1η Φεβρουαρίου και θα παραμείνουν στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Βουλιαγμένης, μέχρι του καθορισμού της ημερομηνίας της επίσημης υποδοχής τους στο νησί μας.
Το ιστορικό αυτό γεγονός για ολόκληρη την Ορθοδοξία, γνωρίσαμε προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος με επιστολή, η οποία δίδεται στη δημοσιότητα, προς πληρεστέραν ενημέρωσιν.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ
Επιστολή Μητροπολίτη Κεφαλληνίας κ. Σπυρίδωνος στην Ιερά Σύνοδο
Προς Την Αγίαν και Ιεράν Σύνοδον
Της Εκκλησίας της Ελλάδος
Μακαριώτατε,
Πάνυ ευλαβώς προαγόμεθα, όπως αναφέρωμεν τη Υμετέρα σεπτή Μακαριότητι και τη περί Αυτή Αγία και Ιερά Συνόδω, ότι τη βοηθεία του Θεού και ταις πρεσβείαις των χορών των Αγίων Του, από της παρελθούσης Παρασκευής 30ης παριππεύσαντος μηνός Ιανουαρίου, η Εκκλησία της Κεφαλληνίας χαίρεται χαράν μεγάλην, επί τη χαρμοσύνω ειδήσει της ευρέσεως των επί αιώνων αγνοουμένων Ιερών Λειψάνων των Αγίων Φανέντων, ήτοι των ομολογητών Αγίων της μεγαθύμου νήσου ημών, Γρηγορίου, Θεοδώρου και Λέοντος, των κατ’ έτος την Κυριακήν των Αγίων Πάντων τιμωμένων.
Οι εν λόγω Άγιοι, στρατιώται Κωνσταντίου του Αυτοκράτορος (337 - 361), αφέντες άπαντα τα εγκόσμια, μη μιανθήναι βουλόμενοι υπό των του Αρειανισμού κακοδοξιών, ενήσκησαν εν Σάμη Κεφαλληνίας, έως του καιρού της αυτών κοιμήσεως.
Τα ιερά αυτών σκηνώματα, επί μήκιστον χρόνον κεκρυμμένα υπάρχοντα, τρόπω θαυμαστώ απεκαλύφθησαν Μιχαήλ τω λεπρώ, ος και ιαθείς ανήγειρεν επ’ ονόματι αυτών σεβασμίαν και ιεράν Μονήν, εξ ης, προ του ΙΔ’ αιώνος, ο ιερός ούτος των Ορθοδόξων θησαυρός, εφυγαδεύθη βιαίως εις Βενετίαν.
Ταις επί εικοσιπενταετίαν αόκνοις ερεύναις και τοις φιλοθέοις αγώσι του Κεφαλλήνος Αιδεσιμολογιωτάτου Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Αντζουλάτου, συγγραφέως του κυκλοφορηθέντος εν έτει 2005 πονήματος «Οι Άγιοι Φανέντες», όσον και της «Ασματικής Ακολουθίας» αυτών κατ ἔτος 2007, αμφοτέρων επευλογηθέντων και εγκριθέντων υπό της Αγίας και Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ου μη μόνον ενετοπίσθησαν τα ιερά λείψανα των τριών Ομολογητών εν τω Ναώ του Προφήτου Ζαχαρίου Βενετίας, αλλά τούτων εξετασθέντων επιτοπίως, υπό του παγκοσμίου φήμης Διευθυντού του Ιατροδικαστικού Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου του Μπάρι, τακτικού δε του Βατικανού συνεργάτου, Καθηγητού κ. Φραντσέσκο Ιντρόνα, διεκριβώθησαν ιατρικώς συγκλονιστικαί λεπτομέρειαι των χοϊκών αυτών σωμάτων.
Γενομένης σχετικής διασταυρώσεως των αρχαιολογικών και ιστορικών πηγών, απεδόθη εις έκαστον Ιερόν Λείψανον ταυτότης, ακολούθως δε, κατόπιν ειδικής προτέρας παραχωρήσεως του Ρωμαιοκαθολικού της Βενετίας Πατριαρχείου, επετεύχθη η παράδοσις εις ημάς αυθημερόν, μέρους Ιερών Λειψάνων και εκ των τριών Αγίων, άτινα αφιχθέντων αεροπορικώς εν Ελλάδι την Κυριακήν 1ην Φεβρουαρίου, θησαυρίζονται ήδη εν τω Ιερώ Καθεδρικώ Ναώ Αγίου Γεωργίου Δήμου Βουλιαγμένης, της Ιεράς Μητροπόλεως Γλυφάδας, ένθα εφημερεύει ο προαναφερθείς Κεφαλλήν ιερεύς, άχρι του καθορισμού της επισήμου και λαμπράς υποδοχής Αυτών εν Κεφαλληνία.
Κατά την σημαντικήν ταύτην, ως φρονώμεν, στιγμήν δια την Ανατολικήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν, δραττόμεθα της ευκαιρίας, όπως αναπέμψωμεν και πάλιν δοξολογίαν μεγάλην και εκτενή τω πανοικτίρμονι Θεώ δια την γενομένην προς ημάς πλουσίαν Αυτού ευεργεσίαν, αποδώσωμεν δε τας αδελφικάς ημών ευχαριστίας και ευγνώμονας προσρήσεις τω Σεβασμιωτάτω Αγίω Αργολίδος κ. Ιακώβω, τω Σεβασμιωτάτω Αγίω Σύρου κ. Δωροθέω και τω Σεβασμιωτάτω Αγίω Γλυφάδας κ. Παύλω, δια την ποικιλοτρόπως υπ’ αυτών πολύτιμον συμβολήν εις την περαιωθείσαν αγιολογικήν έρευναν.
Ωσαύτως πλείστας οφείλομεν χάριτας τω Σεβασμιωτάτω Αγίω Ιταλίας κ. Γενναδίω, ως και τω Καθολικώ Αρχιεπισκόπω Κερκύρας, Ζακύνθου - Κεφαλληνίας κ. Ιωάννη Σπιτέρη, δια τας μετά του Καρδιναλίου της Βενετίας επιστολάς και επικοινωνίαν.
Ευχηθήτε Μακαριώτατε Δέσποτα και Άγιοι ημών Αδελφοί, όπως αξιωθώμεν και της εν Κεφαλληνία υποδοχής των Ιερών Λειψάνων των Αγίων Γρηγορίου, Θεοδώρου και Λέοντος εν καιρώ ευθέτω, κατόπιν καταλλήλου προγραμματισμού των επί τούτω εορταστικών εκδηλώσεων.
Ταύτα βαθυσεβάστως, αναφέροντες προς Υμάς και επικαλούμενοι τας πρεσβείας τόσον των εν Κεφαλληνία Αγίων Φανέντων Ερημιτών, όσον και τας του Οσίου Πατρός ημών Γερασίμου του νέου Ασκητού, του τιμωμένου δια την 500ην επέτειον από της γεννήσεως Αυτού, διατελούμεν
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου