«Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας» (θ. Λειτ.)
Ο ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου, πάντοτε θρησκεύει.
Εἶνε ἔμφυτη στὴν καρδιά του ἡ ἰδέα τοῦ Θεοῦ, καὶ κανείς δὲ μπορεῖ νὰ τὴν ξεῤῥιζώσῃ. Ὅπως ἀγαπάει τὸ παιδὶ τὴ μάνα καὶ ἡ μάνα τὸ παιδί, ἔτσι μέσα μας, πιὸ ἰσχυρὸ κι ἀπὸ τὸ μητρικὸ φίλτρο, εἶνε τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα. Ὁ ἄνθρωπος πάντοτε θρησκεύει. Τί θὰ πῇ θρησκεύει; Πιστεύει. Καὶ τί πιστεύει; Ὅτι ὑπάρχει Θεός, ὅπως ἄλλωστε εἶνε καὶ λογικό. Σὲ ὅλους ὑπάρχει ἡ πίστι σὲ πλάστη ποὺ δημιούργησε τὰ σύμπαντα.
Ὑπάρχουν ποικίλες πίστεις καὶ δόγματα, πολλὲς θρησκεῖες. Ἀλλ᾿ ἐὰν μὲ ρωτήσετε, ποιά ἀπ᾿ ὅλες εἶνε ἡ ἀληθινή, θὰ σᾶς ἀπαντήσω· ἀληθινὴ εἶνε μία καὶ μόνο, ἡ δική μας πίστις, ἡ ὀρθόδοξος πίστις.
Γιατί μόνο ἡ δική μας πίστι εἶνε ἀληθινή, καὶ δὲν εἶνε καὶ τῶν Τούρκων ἢ τῶν Ἑβραίων ἢ τῶν ἄλλων; Διότι τὴ δική μας πίστι δὲν τὴ θεμελίωσε ἄνθρωπος· τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τὴν ἵδρυσε μὲ τὸ τίμιο αἷμα του ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος δὲν εἶνε ἁπλῶς ἄνθρωπος, ἀλλὰ εἶνε Θεάνθρωπος.
Ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός. Ἔχετε ἀποδείξεις; θὰ μᾶς ἐρωτήσουν. Μάλιστα. Εἶνε Θεός· τὸ φωνάζει ἡ διδασκαλία του, ὁ ἅγιος βίος του, οἱ προφητεῖες του, τὰ θαύματά του. Ἀπὸ τὰ θαύματά του τὸ μεγαλύτερο εἶνε ἡ Ἀνάστασις, τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε· μετὰ ἀκολουθεῖ, δεύτερο θαῦμα, αὐτὸ ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα, ἡ ἀνάληψίς του· καὶ τρίτο θαῦμα εἶνε ἡ Πεντηκοστή, ποὺ θὰ ἑορτάσουμε σὲ δέκα μέρες.
Ὁ Χριστός, ὅταν ἀναστήθηκε, ἐπὶ σαράντα μέρες περπατοῦσε ἐπάνω στὴ γῆ καὶ στὸ διάστημα αὐτὸ φανερώθηκε κατ᾿ ἐπανάληψιν σὲ δικούς του ἀνθρώπους. Προτοῦ νὰ φύγῃ καὶ ν᾿ ἀναληφθῇ στὸν οὐρανό, ἔδωσε στοὺς μαθητάς του ἐντολὴ νὰ μαζευτοῦν σὲ κάποιο ὕψωμα, στὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν.
Ἐκεῖ συγκεντρώθηκαν ὅλοι, ἄντρες – γυναῖκες, καὶ ἄκουγαν τὰ λόγια του, τὶς τελευταῖες παραγγελίες τοῦ Χριστοῦ.
Τὴν ὥρα ἐκείνη λοιπὸν ἔγινε τὸ θαῦμα. Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά τους· ἐμεῖς πιστεύουμε. Τί ἔγινε;
Τὰ εὐλογημένα πόδια τοῦ Χριστοῦ, τὰ πόδια ποὺ τρία ὁλόκληρα χρόνια ὤργωσαν τὴν Παλαιστίνη, τὰ πόδια ποὺ ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι καρφώσαμε στὸ σταυρό, ἔπαυσαν πλέον νὰ πατοῦν ἐπάνω στὴ γῆ.
Ὁ Χριστὸς ἄρχισε νὰ ὑψώνεται στοὺς οὐρανούς!
Φαίνεται αὐτὸ ἀπίστευτο; Ἀλλὰ γιατί; «Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν» (Λουκ. 18,27).
Ὁ Χριστός, ποὺ ἔδωσε στὸν ἀετὸ τὴ δύναμι νὰ πετάῃ, δὲν εἶχε τὴ δύναμι ν᾿ ἀνεβῇ ὁ διος ψηλά;
Προτοῦ ν᾿ ἀναχωρήσῃ ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς ἁγίους ἀποστόλους νὰ μὴν ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα· νὰ μείνουν ἐκεῖ καὶ νὰ περιμένουν νὰ ἔλθῃ τὸ πανάγιο Πνεῦμα, ποὺ θὰ τοὺς ἔδινε μιὰ ἐξαιρετικὴ δύναμι γιὰ νὰ διδάξουν τὸ εὐαγγέλιο. Καὶ πράγματι κάθισαν στὴν Ἰερουσαλήμ, καὶ δέκα μέρες μετὰ τὴν Ἀνάληψι ἦλθε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο καὶ τοὺς ὥπλισε μὲ τὴ δύναμί του γιὰ τὸ ἔργο τους.
Δύο πράγματα θέλω ἐδῶ νὰ ὑπογραμμίσω.
Τὸ πρῶτο. Ἡ σημερινὴ ἡμέρα δείχνει, ὅτι αὐτὸς ποὺ πιστεύουμε ζῇ καὶ βασιλεύει. Δὲν πέθανε ὅπως πεθαίνουν καὶ λησμονοῦνται ὅλοι οἱ ἄλλοι. Ὁ Χριστὸς καὶ μετὰ ἑκατὸ χρόνια καὶ μετὰ διακόσα χρόνια καὶ μετὰ τριακόσα χρόνια καὶ μετὰ χίλια χρόνια, καὶ πάντοτε θὰ ζῇ. Εἶνε Θεός, ζῆ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας, καὶ κυβερνᾷ τὴν Ἐκκλησία του.
Γι᾿ αὐτὸ ὅποιος πάει κόντρα στὸ Χριστό ―ὅποιος καὶ νά ᾿νε αὐτός, είτε μικρὸς εἴτε μεγάλος, εἴτε γυναίκα εἴτε ἄντρας, εἴτε ἁπλὸς ἄνθρωπος εἴτε κυβερνήτης ἢ πρόεδρος δημοκρατίας ἢ ὁσοδήποτε ἰσχυρὸς κι ἂν εἶνε―, ὅποιος πάει κόντρα μὲ τὸ Χριστὸ θὰ γίνῃ στάχτη.
Τὸ εἶπε ὁ διος· Ποιός ἄνθρωπος μὲ γυμνὰ πόδια δίνει κλωτσιὲς στὰ καρφιά; Ἂν τὸ κάνῃ, θὰ εἶνε τρελλός.
Τὰ καρφιὰ δὲ θὰ πάθουν τίποτε· αὐτὸς θὰ πονέσῃ καὶ θὰ πληγωθῇ, θὰ ματώσουν οἱ σάρκες του.
Εἶνε ὁ λόγος ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς στὸν ἀπόστολο Παῦλο, ὅταν ἐκεῖνος τὸν καταδίωκε ἀκόμη πηγαίνοντας πρὸς τὴ Δαμασκό· «Σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν» (Πράξ. 26,14). Εἶνε πολὺ σκληρὸ καὶ μάταιο νὰ δίνῃς κλωτσιὲς ἐπάνω στὰ καρφιά.
Εἶνε λοιπὸν ἀήττητος ὁ Χριστός. Ἡ τελικὴ νίκη ἀνήκει σ᾿ αὐτόν, ἀσχέτως ἂν στὴν παροῦσα ζωὴ δὲν φαίνεται νὰ ἐπικρατῇ ἀμέσως καὶ παντοῦ τὸ θέλημά του. Ἐμεῖς πιστεύουμε ὄχι στὸ «ἐδῶ καὶ τώρα»· ἐμεῖς πιστεύουμε στὸ «νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων».
Ἐδῶ βρίσκεται ἡ διαφορά· αὐτὴ εἶνε ἡ θρησκεία μας. Ὅλοι θὰ πεθάνουμε, ἐκεῖνος «μένει εἰς τὸν αἰῶνα» (Ἰωάν. 8,35· 12,34· Ἑβρ. 7,24).
Σᾶς ἐρωτῶ· πρὶν ἑκατὸ χρόνια ποιός κυβερνοῦσε τὴν Ἑλλάδα;
Τότε γινόταν θόρυβος μεγάλος γύρω ἀπὸ τὸ ὄνομά του, τώρα πρέπει ν᾿ ἀνοίξῃς τὴν ἱστορία γιὰ νὰ τὸ βρῇς κάπου γραμμένο μὲ ψιλὰ γράμματα.
Τὸ ἕνα ποὺ μᾶς διδάσκει ἡ Ἀνάληψις εἶνε αὐτό. Τὸ ἄλλο εἶνε, ὅτι τὴν ὥρα ἐκείνη τῆς θείας Ἀναλήψεως οἱ μαθηταὶ καὶ ἡ Παναγία μητέρα τοῦ Χριστοῦ τὸν ἔβλεπαν ν᾿ ἀνεβαίνῃ συνεχῶς στὰ ὕψη, νὰ πετάῃ στὰ οὐράνια σὰν χρυσάετος, καὶ ἔμειναν ἔτσι, νὰ κοιτάζουν ἔκθαμβοι ψηλὰ στὸν οὐρανό· συνεχῶς ἐκεῖ, καὶ μόνο ἐκεῖ. Τί μᾶς λέει αὐτό; Ὅπως ἐκεῖνοι, ποὺ ἀποτελοῦσαν τότε τὴν πρώτη Ἐκκλησία, εἶχαν τὰ μάτια τους καρφωμένα ἐπάνω ψηλά, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς ἡ σημερινὴ Ἐκκλησία, ἂν εμεθα Χριστιανοί, πρέπει νά ᾿χουμε τὰ μάτια μας στὸν οὐρανό. Ἡ πατρίδα μας εἶνε ὁ οὐρανός. Ρώτησαν κάποτε ἕνα φιλόσοφο· ―Ποιά εἶνε ἡ πατρίδα σου; Αὐτὸς δὲν ἀπαντοῦσε. Τὸν ρωτοῦν πάλι· ―Ποιά εἶνε ἡ πατρίδα σου, ποῦ γεννήθηκες; ―Θέλετε νὰ μάθετε ποιά εἶνε ἡ πατρίδα μου; Περιμένετε, τοὺς λέει. Ἦταν πρωΐ· ἔγινε μεσημέρι, βράδιασε. Ὅταν ἔγινε νύχτα καὶ βγήκανε τὰ ἄστρα, τότε σήκωσε τὸ χέρι, ἔδειξε τὸν οὐρανὸ καὶ τοὺς λέει· ―Νά ἡ πατρίδα μου· ὁ οὐρανός, αὐτὴ εἶνε ἡ πατρίδα μου… Ὁ οὐρανός! μεγάλο δίδαγμα μᾶς δίνει ἡ σημερινὴ ἡμέρα.
Δὲν εἶνε ἡ γῆ ἡ πατρίδα μας. Αὐτὴ ἡ γῆ, πάνω στὴν ὁποία καθόμαστε καὶ πάνω στὴν ὁποία φιλονικοῦμε καὶ γλεντοῦμε καὶ διασκεδάζουμε καὶ ὀργιάζουμε γιὰ ἕνα μικρὸ χρονικὸ διάστημα ζωῆς, αὐτὴ ἡ γῆ τί εἶνε; Ἐν συγκρίσει μὲ τὰ ἄστρα, μὲ τοὺς γαλαξίες, μὲ τὸ ἀπέραντο σύμπαν, εἶνε ἕνα κουκκὶ ἄμμου – τί νομίζετε; Ὅ,τι εἶνε ἕνα κουκκὶ τῆς ἄμμου, αὐτὸ εἶνε ὁλόκληρη ἡ γῆ, μὲ τὰ βουνά, μὲ τοὺς κάμπους, μὲ τὰ δάση, μὲ τοὺς ὠκεανούς, μὲ τὰ πλούτη, μὲ τοὺς θρόνους, μὲ τὶς βασιλεῖες, μὲ τοὺς ἔρωτες, μὲ τὶς γυναῖκες, μὲ τὰ ὄργια· ἕνα κουκκὶ ἄμμου. Τί θὰ λέγατε, ἀγαπητοί μου, ἐὰν βλέπατε δυὸ ἀνθρώπους νὰ σκοτώνωνται μὲ τὰ μαχαίρια, τοὺς πλησιάζατε καὶ ῥωτούσατε, Γιατί σκοτώνεστε; κι αὐτοὶ σᾶς ἀπαντοῦσαν· Νά, μαλώνουμε γιὰ ἕνα κουκκὶ ἄμμο… Δὲ θὰ λέγατε ὅτι εἶνε τρελλοί; Καὶ πράγματι τρελλὸς εἶνε ὅποιος μαλώνει γιὰ ἕνα κουκκὶ ἄμμο, καὶ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸν κόσμο τῆς αἰωνιότητος ποὺ τὸν περιμένει.
Αὐτὰ τὰ δυὸ μεγάλα μηνύματα σαλπίζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Τὸ πρῶτο, ὅτι ὁ Χριστὸς ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας, σημαίνει ὅτι, ὅσο κι ἂν πολεμήσουν τὴν Ἐκκλησία οἱ σπεῖρες τῶν ἀθέων ποὺ βάλθηκαν νὰ τὴν ξεῤῥιζώσουν, δὲ θὰ πετύχουν τίποτα. Μιὰ θρησκεία ποὺ ἔζησε στὸ ξεκίνημά της τρεῖς αἰῶνες διωγμῶν ἀπὸ Ῥωμαίους αὐτοκράτορες, πέρασε ἔπειτα τετρακόσα καὶ πεντακόσα χρόνια σκλαβιᾶς κάτω ἀπὸ σουλτάνους, ἔζησε τὴ δοκιμασία τοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ τῶν ἀθέων καθεστώτων, ἀλλὰ καὶ τὸν ξερριζωμὸ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, θὰ ξεπεράσῃ καὶ κάθε ἄλλη δοκιμασία. Οἱ πρόγονοί μας κράτησαν τὴν πίστι τῶν πατέρων. Ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ δὲν ξεῤῥιζώνεται. Θὰ μείνῃ αἰωνίως. Κι ὅποιος τὰ βάλῃ μαζί της, θὰ γίνῃ στάχτη· εἶνε νᾶνος, πολὺ μικρὸς καὶ ἀσήμαντος μπροστὰ στὸ Χριστό, τὸν αἰώνιο βασιλέα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ποὺ ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Καὶ τὸ δεύτερο μήνυμα, τὸ νὰ ἔχουμε τὸ μυαλὸ καὶ τὴν καρδιά μας προσηλωμένα στὸ Θεό, σημαίνει, νὰ ἀγαπήσουμε τὸ Χριστὸ μὲ ὅλη τὴ δύναμί μας. Νὰ μὴ ζοῦμε σὰν τὰ κτήνη, σὰν τὰ ζῷα, ἀλλὰ νὰ ὑψωνώμεθα σὲ ζωὴ πνευματική. Μὴ συρώμεθα στὸ χῶμα σὰν σαῦρες καὶ σκουλήκια, ἀλλὰ σὰν ἀετοὶ νὰ πετοῦμε σὲ ὕψη. Ἀετὸς ἦταν κάποτε ἡ πατρίδα μας, καὶ ἀετοὶ πρέπει νὰ γίνουμε πάλι ὅλοι. Νὰ πετοῦμε ψηλά, πολὺ ψηλά.
Παιδιὰ τῶν Ἑλλήνων, παιδιὰ τοῦ Πόντου, παιδιὰ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε Χριστὸν εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν. Μείνατε κοντὰ στὸ Χριστό καὶ θὰ εἶστε εὐλογημένοι.
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου Πελαργοῦ – Ἀμυνταίου τὴν 28-5-1987
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου