Καμπαναριό του 15ου αιώνα στην Κεφαλονιά

Καμπαναριό του 15ου αιώνα στην Κεφαλονιά
Αγαπητοί επισκέπτες καλώς ήλθατε.
Μπορείτε να επικοινωνείτε μαζί μας, να αποστέλλετε και να μοιράζεστε κρίσεις, σχόλια, απόψεις, στην ηλεκτρονική διεύθυνση :
amalgamaparamythias@gmail.com

Με εκτίμηση,
Η Ομάδα Διαχείρισης


Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013

Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς - 28 Μαΐου

βίος το σίου νδρέου συντάχθηκε π τν πρεσβύτερο Νικηφόρο τς γίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, περ τ μέσα το 10ου αἰῶνος μ.Χ. (956 – 959 μ.Χ.), π βασιλείας το Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογέννητου.
σιος νδρέας, δι Χριστν σαλός, καταγόταν π τν Σκυθία κα ζησε κατ τος χρόνους το ατοκράτορα Λέοντος ΣΤ΄ το Σοφο (886 – 912 μ.Χ.). π παιδικ λικία εχε πουληθε ς δολος σ κάποιον πρωτοσπαθάριο κα στρατηλάτη τς νατολς, νομαζόμενο Θεογνωστό, νδρα νάρετο κα εσεβ, ποος τόσο γάπησε τν μικρ νδρέα, στε τν μεταχειρίστηκε ς υό του, φροντίζοντας γι τν πιμελ κα θεοσεβ μόρφωση ατο.
Τν νδρέα ελκυαν περισσότερο π κάθε λλο τ ερ γράμματα κα διαίτερα ο Βίοι κα τ Μαρτύρια τν γωνιστν τς Χριστιανικς πίστεως. Τέτοιος πρξε ζλος του πρς ατά, στε ποκλήθηκε «σαλς» (μωρός), διότι ζλος του ατς τν θοσε πολλς φορς στ ν πομένει μπαιγμούς, ταπεινώσεις κα βαρις βρεις κα ν προβαίνει σ διαβήματα πο κρίνονται ς νισόρροπα κα κκεντρικά. λλ κενος πέμενε τος ξευτελισμούς, παρηγορούμενος π τ τι πολλς φορς πετύχαινε ν παναφέρει στν εθεία δ παραστρατημένες πάρξεις.
λλ σιος νδρέας διακρινόταν κα γι τν φιλανθρωπία κα τν γαθοποιΐα του. χι μόνο μοιραζόταν τ πάρχοντά του μ τος φτωχούς, λλ προσέφερε τι εχε κα διος μενε νηστικς κα γυμνός. Σ κείνους πο τν παρατηροσαν γι τς περβολικς γαθοεργίες του, πενθύμιζε τος λόγους το...
Κυρίου “φ’ σον ποιήσατε ν τούτων τν δελφν μου τν λαχίστων, μο ποιήσατε”, κα τος λεγε τι στ πρόσωπο κάθε νθρώπου, κα μάλιστα το πάσχοντος δελφο, βλεπε τν Χριστό.
Κάποια νύκτα σηκώθηκε γι ν προσευχηθε. φθονερς διάβολος δν ταν δυνατν ν τν φήσει πείρακτο. Μόλις ρχισε τν προσευχ του ρχεται μ πολ θόρυβο κα το κτυπ τν πόρτα. μακάριος ς νέος κα μ γνωρίζοντας π τς πονηρίες το διαβόλου, φοβήθηκε, σταμάτησε τν προσευχή του κα ξάπλωσε στ κρεβάτι του κα σκεπάστηκε. ταν εδε σατανς τι φοβήθηκε κα φησε τν προσευχ χάρηκε κα λέγει στν λλο δαίμονα: “Νά! κόμα ατς εναι βρέφος, τρέχουν τ σάλια του, κα προετοιμάζεται γι ν κάνει πόλεμο ναντίον μας”. φο τ επε ατ ξαφανίστηκε.
μακάριος νδρέας ποκοιμήθηκε. Βλέπει τότε στν πνο του τι βρέθηκε στ θέατρο τς πόλεως. π τ να μέρος πρχαν πολλο νδρες λευκοφόροι (σπροντυμένοι) κα φωτεινο κα π τ λλο ταν να πολ μεγάλο πλθος κατάμαυροι ράπηδες. Ζητοσαν κα τ δύο μέρη ν παλέψουν. Ο κατάμαυροι εχαν νάμεσά τους να μεγαλύτερο, πο ταν χιλίαρχος, κα λεγαν πρς τος λευκοφόρους: “ποιος θέλει πό σας, ς βγε ν πολεμήσει μ ατόν”.
ν γιος στεκε κα κουε τ λεγόμενα, βλέπει ν κατεβαίνει π τν οραν κάποιος νέος πάρα πολ ραος, λαμπρότερος το λιου στ ψη, κρατώντας στ χέρια του τρία πέροχα στεφάνια. Τ να ταν στολισμένο μ μαργαριτάρια, τ δεύτερο μ πολύτιμες πέτρες κα τ τρίτο μ κρίνα κα νθη το Παραδείσου. ταν δ ατ κα μάραντα κα εχαν τόση εωδία στε θαύμαζε μακάριος νδρέας κα πιθυμοσε, ν ταν δυνατόν, ν πάρει κάποιο π κενα τ στεφάνια.
Πλησιάζει λοιπν τν νέο κα το λέει: “Στν Χριστ πού πιστεύεις, πόσο πουλς ατ τ στεφάνια; Θέλω ν μάθω. ν κα γ δν μπορ ν τ γοράσω μως θ τρέξω γρήγορα ν τ π στ φεντικό μου γι ν λθει ν πάρει ατ κάποιο π ατ κα ν σο δώσει σα χρήματα θέλεις”. Ατ φο τ κουσε νέος, ποος ταν διος Χριστός, χαμογέλασε κα λέει στν νδρέα: “Πίστεψε με στ’ λήθεια, γαπητέ, τι ν μο φέρεις λο τ χρυσάφι το κόσμου, δν δίνω οτε να νθος π ατ τ στεφάνια οτε σ σένα, λλ οτε κα στ φεντικό σου. Γιατί ατ δν νήκουν στ μάταιο ατ κόσμο, πως νομίζεις, λλ στος οράνιους θησαυρούς, μ τος ποίους στεφανώνονται σοι νικήσουν κείνους τος μαύρους. άν, λοιπόν, θέλεις κα σ κανένα π’ ατ τ στεφάνια πάλεψε μ κενον τν κάθαρτο ράπη κα ν τν νικήσεις χι μόνο ατ θ σο δώσω λλ σα θέλεις”.
ταν τ κουσε ατ μακάριος νδρέας πρε θάρρος κα λέει σ’ ατόν: “Κύριέ μου, δέχομαι ν παλέψω, μόνο δίδαξε με μ ποιν τρόπο θ τν νικήσω”. Επε τότε Κύριος πρς τν νδρέα: “Γνώριζε, γαπητέ, τι ατο ο ράπηδες εναι μόνο θρασες, λλ δν χουν καμμι δύναμη. Μ φοβηθες λοιπν πο τν βλέπεις τόσον μεγάλο, διότι εναι σν τ χόρτο σάπιος κα δύνατος”. φο τν νθάρρυνε, τν πίασε π τ μέση κα το δειξε πς ν παλέψει μ τν ράπη. Το παράγγειλε δε τ ξς: “ταν σ πιάσει ράπης, μ φοβηθες, λλ γκαλίασε τον σ σχμα σταυρο κα θ δες τν δύναμη το Θεού”.
Τότε μπκε στ μέση το θεάτρου νδρέας κα επε μ δυνατ φωνή: “Μαυρισμένε, λα ν παλέψουμε”. ταν εδε ράπης κενος, χιλίαρχος τν δαιμόνων, τι τν ζητοσε νδρέας σηκώθηκε κα ρχόταν μ μεγάλη περηφάνεια ν τν ρπάξει κα τν φοβέριζε μ τ βλέμμα του. νδρέας τν πίασε σταυροειδς κα τν ριξε κάτω στ γ στε γι πολλ ρα μεινε φωνος. Τότε χάρηκαν πάρα πολ ο λευκοφόροι κα μέσως τρεξαν, τν γκαλίασαν κα τν καταφιλοσαν κα τν λειφαν μ θεϊκ μύρο. Ο δ κατάμαυροι ράπηδες φυγαν καταντροπιασμένοι.
μέσως τότε γεμάτος δόξα κενος νέος δωσε τ στεφάνια στν μακάριο νδρέα κα καταφιλώντας τον το επε: “π σήμερα εσαι δικός μου φίλος. Ν γωνίζεσαι τν καλν γώνα γυμνς κα περιφρονημένος. Γίνε σαλς γι μένα, γι ν σ ξιώσω πολλν γαθν στν Βασιλεία μού”.
γιος, σ μία λονύκτια κολουθία στ να τν Βλαχερνν εδε τν Θεοτόκο στν οραν προσευχόμενη κα ν σκεπάζει τν λα μ τ τίμιο μοφόριό της (ορτ τς γίας Σκέπης τς Θεοτόκου στς 1 κα 28 κτωβρίου).
Κάποια μέρα συνέβη κάτι παράδοξο στ θεράποντα το Κυρίου. Κατ τν συνήθειά του, γι ν μν γνωρίζει κανες τν ργασία του στος προθάλαμους τν κκλησιν, που προσευχόταν, πορευόταν κρυφ πρς τ να τς Πανυμνήτου Θεοτόκου, στν ριστερ στο τς γορς το Μεγάλου Κωνσταντίνου. τυχε, τότε, κάποιο παιδ ν διέρχεται τν λεωφόρο, κτελώντας διαταγ το κυρίου του. σιος πήγαινε πρς τν να γι ν προσευχηθε· τ παιδ τάχυνε τ βμα του κα τν προφθάσε, χωρς σιος ν τ ντιληφθε. ταν φθασε πρ τν πυλν το ναο νδρέας, Θεο θέλοντος, ξέτεινε τν δεξι του χείρα κα φο σφράγισε μ τ σημεο το τιμίου Σταυρο τς πύλες, ατς εθς ποχώρησαν. Εσλθε στ να κα ρχισε τς προσευχές, μ γνωρίζοντας τι κάποιος τν παρακολουθοσε. Τ παιδί, τ ποο κολουθοσε τν σιο, γνώριζε τι νθρωπος ταν σαλός. ταν τν εδε ν νοίγει ατομάτως τς πύλες το ναο, φριξε κα κυριεύθηκε π τρόμο, λεγε, λοιπόν, στν αυτό του: «Ποιν δολο το Θεο ο κατ λήθειαν μωρο σαλ νομάζουν! Πόσο μεγάλος γιος εναι, κα μες ο νόητοι γνοομε! Πόσους κρυφος δούλους χει Θες κα οδες γνωρίζει τ περ ατν!».
Ατ λογιζόταν τ παιδ κα πλησίασε, γι ν μάθει τί κάνει γιος ντός το ναο. Βλέπει, λοιπόν, ατν πρ το μβωνος ν κρέμεται στν έρα κα ν προσεύχεται. Κατεπλάγη π τ παράδοξο τοτο θέαμα κα ναχώρησε, γι ν κτελέσει τν διαταγ το κυρίου του. σιος τελείωσε τν προσευχή του κα φυγε. ξερχόμενος π τ ναό, σφάλισε πάλι τς θύρες μ τ σημεο το Σταυρο. Τότε ντιλήφθηκε τν παρουσία το παιδιο κα λυπήθηκε, πειδ κάποιος οκέτης γινε θεατς τν συμβάντων. νέμενε τν πιστροφ το παιδιο, γι ν το παραγγείλει ν μν ποκαλύψει τ περ το σίου. Συνάντησε τ παιδ κα επε: “Φύλαξε, τέκνον, λα σα εδες στν τόπο τοτο κα θ χεις τ λεος το Κυρίου το Θεού”.
Μία μέρα, πρς τ τέλος τς γίας Τεσσαρακοστς, λας τς βασιλευούσης τν πόλεων, τς Κωνσταντινουπόλεως, πευφημοσε τν Δεσπότη Χριστ μετ βαΐων κα μνων. Βλέπει, τότε, μακάριος νδρέας, κάποιον γέροντα, ραο κατ τν ξωτερικ μφάνιση, ν εσέρχεται στ να τς το Θεο Σοφίας. Πλθος λαο τν κολουθοσε, μ βάϊα κα σταυρούς, ο ποοι λαμπαν ς στραπή· μελωδοσαν μέλος τερπνό, δ κα σωτήριο. νας στν λλο παραχωροσε τ προβάδισμα κα λοι κατευθύνονταν πρς τν μβωνα. γέροντας κενος κατεχε κινύρα κα κρουε τς χορδς συνοδεύοντας τος ψάλτες. μακάριος τέρπετο π τ θέαμα κα τν ψαλμωδία, σκίρτησε κα επε: «Μνήσθητι Κύριέ το Δαβδ κα πάσης της πραότητος ατο. δού, κούσαμε τν Κυρία τν Κυριοπρεσβεύτρια κα τν ερήκαμε μοια πρς τ Σοφίαν τν τερπνή».
Ατ λεγε γιος. Κάποιοι π τος παρευρισκόμενους σοφος λεγαν: «Πς, σαλέ; ναφέρεται στ στίχο ατ το ψαλμο Παναγία; Τί εναι ατ τ ποία λέγεις;», κα ξ ατίας τς γνοιάς τους γέλασαν κα ναχώρησαν. μακάριος τ λεγε ατ πειδ εδε τν Δαβδ μ λλους Προφτες ν χουν λθει κε.
τσι θεοφιλς ζησε δι Χριστν σαλς σιος νδρέας κα κοιμήθηκε μ ερήνη σ λικία ξήντα ξι τν. Εθς εωδίασαν μύρα κα θυμιάματα στν τόπο κενο, που φησε τ πνεμα του γιος. Μία γυναίκα φτωχή, ποία διέμενε πλησίον σφράνθηκε τν δύπνοο κα σύγκριτη εωδία, τν κολούθησε, λοιπόν, ατ κα φθασε στν τόπο κενο που βρισκόταν γιος. Βρκε τν μακάριο νεκρ κα νέβλυζε μύρο π τ τίμιο λείψανό του. τρεξε, λοιπόν, κα νήγγειλε τ θαμα, πικαλούμενη μ ρκο ς μάρτυρα τν Θεό. Πολλο συγκεντρώθηκαν τότε, λλ δν βρκαν τ τίμιο λείψανο το σίου. Τος προκαλοσε κατάπληξη, μως, εοσμία το μύρου κα τν θυμιαμάτων. Κύριος, ποος γνωρίζει τ κρίματα κάστου κα τ πόκρυφα κατορθώματα το σίου νδρέα, μετέθεσε τ λείψανο το γίου.
κκλησία μας ορτάζει τν μνήμη του στς 28 Μαΐου.

www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2013/05/28.html

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΘΕΡΜΑ ΤΟΝ ΑΓΑΠΗΤΟ ΦΙΛΟ ΦΩΤΙΟ ΤΡΑΥΛΟΠΑΝΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΘΕΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου