Ομιλία στα «Σωτήρια 2012» του Ι.Ν. Μεταφορφώσεως της Μητροπόλεως Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού, του Δήμου Μεταμορφώσεως Αττικής την 1/8/2012.
Α´. Ο ΒΙΟΣ ΤΗΣ
Η αγία Σοφία της Κλεισούρας (1883-1974) είναι μία αγία που έζησε ζωή μετανοίας, προσευχής, ασκήσεως και σαλότητας στο μοναστήρι της Παναγίας της Κλεισούρας, το οποίο γιορτάζει στο Γενέσιο της Παναγίας 8 Σεπτεμβρίου. Το μοναστήρι βρίσκεται βορειοανατολικά της Καστοριάς, στο Νομό της Καστοριάς και πολύ κοντά στο σημείο που συναντώνται οι νομοί Καστοριάς, Φλωρίνης και Κοζάνης. Βρίσκεται σε υψόμετρο 970 μέτρα, κάτω από την κοινότητα της Κλεισούρας και απέχει 35 χιλ. από την Καστορία, 70 χιλ. από την Φλώρινα και 22 χιλ. από την Πτολεμαΐδα. Ιδρύθηκε περίπου στα 1314 από τον Κλεισουριώτη ιερομόναχο Νεόφυτο και ανακαινίστηκε το 1813 από τον Κλεισουριώτη ιερομόναχο της Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους Ησαΐα Πίστα μετά από όραμα της Παναγίας.
Η Σοφία γεννήθηκε το 1883 στο χωριό Σαρή Παπά Επαρχίας Αρδάσης, Τριπόλεως Τραπεζούντας του Πόντου. Το 1907 είκοσι τεσσάρων ετών παντρεύτηκε τον Ιορδάνη Χοτοκουρίδη από το Τογρούλ Αρδάσης Πόντου. Απέκτησε και ένα τέκνο το οποίο όμως μετά δύο χρόνια απέθανε. Στα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν το 1914 με την κήρυξη του Α´Παγκοσμίου Πολέμου, επιστρατεύεται ο άνδρας της και μετά από κάποιο χρόνο χάνονται τα ίχνη του. Έτσι η Σοφία, όπως η αγία Άννα η προφήτις (Λκ. 2,36), έζησε μόλις 7 χρόνια εγγάμου ζωής (1907-1914), για να ζήσει την υπόλοιπη ζωή της «νηστείαις και δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα και ημέραν» τον Θεόν.
Η Σοφία μετά από λίγο χάνεται κι αυτή και θα βρεθεί από τους συγγενείς της στην Θεσσαλονίκη μετά την Μικρασιατική καταστροφή και των ξεριζωμό των Ελλήνων από τις αρχαίες εστίες τους. Θα εγκατασταθεί μαζί με τους συγγενείς της στο χωριό Αναρράχη της Πτολεμαΐδας. Το 1925 θα προσπαθήσει να μείνει στο μοναστήρι του αγίου Μάρκου Φλωρίνης αλλά κατά αποκάλυψη της Παναγίας θα επιστρέψει στην Αναρράχη και θα εγκατασταθεί στο μοναστήρι της Κλεισούρας το 1927 στην ηλικία των 44 ετών. Έκτοτε για 47 χρόνια, μέχρι την κοίμησή της το 1974, θα ζήσει φορώντας μαύρα ρούχα και τσεμπέρι στο μοναστήρι αυτό. Όταν κοιμήθηκε ήταν 91 ετών. Έμοιαζε με την αγία Άννα την προφήτιδα, όπως προαναφέραμε, με την Συγκύπτουσα του ευαγγελίου, λόγω κυρτώσεως του σώματός της, και με την Μαρία την Αιγυπτία, λόγω της υπερβολικά ασκητικής βιοτής της και της κατά συνέπεια κάτισχνης και κοκκαλιάρικης εμφάνισής της.
Β´. Η ΜΟΝΗ ΤΗΣ
Το μοναστήρι δεν ευτύχησε ποτέ να έχει μεγάλη μοναστική αδελφότητα. Ένας ηγούμενος και ένας ή δύο μοναχοί το υπηρετούσαν. Από το 1924 ανήκε στον σύλλογο των απανταχού Κλεισουριέων «Άγιος Μάρκος». Κοσμικό κλίμα επικρατούσε έκτοτε. Στα κελλιά μένανε και παραθερίζανε το καλοκαίρι Κλεισουριώτες και έξω από τη μονή και σε εγκαταστάσεις της υπήρχε για μεγάλο διάστημα κοσμικό εστιατόριο, το οποίο είχε μεγάφωνα από τα οποία ακουγόταν κοσμική μουσική, ακόμη κι όταν τελούνταν οι Παρακλήσεις την περίοδο του 15Αυγούστου. Το 1992 γίνεται γυναικείο κοινόβιο με ευάριθμο αδελφότητα, σταματά η εκκοσμίκευση, εισάγεται το γνήσιο μοναχικό πνεύμα και ανήκει διοικητικά στην ιερά μητρόπολη Καστοριάς.
Η Σοφία πολλές φορές ζήτησε να γίνει μοναχή, αλλά το μοναστήρι ήταν ανδρικό και έτσι αυτό ήταν αδύνατο να γίνει. Πάντως έζησε εκεί συνεχώς, υπήρξε ο μόνιμος φύλακας του μοναστηριού και ουσιαστικά υπήρξε η μόνη μοναχική παρουσία τα τελευταία χρόνια. Η παρουσία της και η εκεί βιοτή και οι προσευχές της συνετέλεσαν στο να υπάρχει ένα σοβαρό αντίβαρο στην εκκοσμίκευση του μοναστηριού και προλείανε το έδαφος για την εγκατάσταση 18 χρόνια μετά το θάνατό της (1974-1992) της γυναικείας συνοδίας.
Γ´. Η ΠΟΛΙΤΕΊΑ ΤΗΣ
α´. Η αρχή της πολιτείας.
Ποιά η αρχή της πολιτείας, του τρόπου δηλαδή που έζησε και έφθασε έτσι στην αγιότητα η Σοφία; Είναι τρία τραγικά και οδυνηρά γεγονότα, που κυριολεκτικά διέλυσαν την προσωπικότητά, τα όνειρά, τις ελπίδες της και την γέμισαν πόνο, απελπισία, μαράζι. Ο τραγικός θάνατος του παιδιού της, το φάγανε γουρούνια ενώ αυτοί θερίζανε και το είχαν αφήσει αφύλακτο στην κούνια του, ο εξαφανισμός του άνδρα της μέσα στις φοβερές συνθήκες που δημιούργησε ο Α´Παγκόσμιος Πόλεμος και η αναγκαστική φυγή από τον αλησμόνητο Πόντο. Έχασε παιδί, άνδρα, πατρίδα και ήρθε ολομόναχη στην Ελλάδα. Αν δεν υπήρχαν αυτά τα τρία γεγονότα πιθανόν η Σοφία να μη έκανε την αποταγή της από τον κόσμο και την κατά Θεό άσκησή της στο βαθμό πού την έζησε αργότερα. Να η αξία των θλίψεων και των δοκιμασιών που τόσο όλοι μας τις αποφεύγουμε.
Ο άνθρωπος, λέγει ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής, συνεχώς επιζητά την ηδονή και αποφεύγει με κάθε τρόπο την οδύνη. Κι όμως καμμία σημαία δεν κυματίζει αν δεν υπάρχει άνεμος και κανένα όστρακο δεν δημιουργεί μαργαριτάρι, αν δεν μπει ένας κόκκος άμμου στα σωθικά του για να το βασανίζει και να το αναγκάσει να χύσει την ουσία που θα δημιουργήσει το μαργαριτάρι.
Γι’ αυτό ο άγιος Χρυσόστομος λέγει σε δύο ομιλίες που εξεφώνησε, όταν επέστρεψε από την πρώτη εξορία του, το σκανδαλώδες για την ανθρώπινη λογική «γένοιτο υμάς αεί θλίβεσθαι»=μακάρι να είστε συνεχώς θλιμένοι. Και το εξηγεί παρουσιάζοντας την αγάπη που του έδειξε ο λαός, ακόμη και ετερόδοξοι, τις συνεχείς προσευχές και αγρυπνίες που κάνανε οι πιστοί για να επανέλθει, την σύμπνοια και ομόνοια και το δέσιμο που υπήρχε μεταξύ ποιμένος και ποιμνίου.
Να λοιπόν η ευλογία, η αξία και η αναγκαιότητα των θλίψεων.
β´. Η νηστεία της.
Ποτέ της δεν έτρωγε κρέας, ψάρια (εκτός από ορισμένα παστά), τυριά, αυγά. Της άρεσαν τα αλμυρά, το λάχανο τουρσί, οι αλμυρές πιπεριές. Τα αγριόχορτα, τα μανιτάρια και ό,τι άλλο μάζευε από το δάσος και την εξοχή τα έτρωγε σκέτα με μπόλικο αλάτι. Έζησε όπως οι παλαιοί ασκητές, όπως ο τίμιος Πρόδρομος.
Η ίδια ποτέ της δεν μαγείρευσε. Μόνο όταν περίμενε προσκυνητές έβαζε άλλες γυναίκες να μαγειρεύσουν. Σε όλους τους περαστικούς έψηνε καφέ. Πολλές φορές έτρωγε μουχλιασμένα φαγητά ή από σκεύη μπακιρένια που είχαν πρασινίσει ή σταφύλια με μυρμήγκια και σάπιες ρόγες χωρίς να παθαίνει τίποτα.
γ´. Η άσκησή της.
Κρεβάτι δεν γνώρισε, σένα τζάκι ημιυπαίθριο, που ήταν απέναντι από την κύρια είσοδο της μονής, δίπλα εκεί ξάπλωνε και το κορμί της το σκέπαζε με φύλλα. Όταν οι συνθήκες ήταν πολύ δύσκολες στο τζάκι, πήγαινε στο πάνω πάτωμα στο κελλί με αριθμό το ένα και κει ξάπλωνε πάνω σε φύλλα και άχυρα. Κάτω όμως από τα άχυρα είχε σουβλερές πέτρες.
δ´. Η ενδυμασία της.
Τα ρούχα της ήταν πάντα μαύρα, τριμμένα και παλιά και φορούσε συνεχώς και μαύρο τσεμπέρι. Όταν κάποτε της πήγαν καινούργια ρούχα, τα έπλυνε στις βρύσες της μονής και τα κτύπησε με πέτρα για να τα ξεθωριάσει και να τα παλιώσει. Άλλες φορές τα έδινε στους φτωχούς. Δεύτερη αλλαξιά ποτέ δεν είχε. Πολλές φορές ξάπλωνε πάνω στα φαγητά που τις φέρνανε και έτσι λερωνότανε. Αλλοίμονο σε όποιον πήγαινε να την καθαρίσει ή να τα πετάξει. Όταν φεύγανε οι επισκέπτες, τότε τα έριχνε στις όρνιθες της μονής.
Συνήθως ήταν ξυπόλυτη. Σπάνια αν την έβλεπες με τίποτα παλιοπάπουτσα ή παλιοπαντόφλες. Μόνο για να πάει στην εκκλησία φορούσε ξύλινα τσόκαρα ή παντόφλες. συνήθως καθαρές.
Τα μαλλιά της για τα οποία ήταν υπερήφανη και τα περιποιόταν, όταν η ζωή κυλούσε ήσυχα, αργότερα από τον Πόντο ακόμη, ούτε τα έλουσε ούτε τα χτένισε. Είχαν κατσιάσει και είχαν γίνει σκληρά σαν την ουρά του αλόγου. Το κεφάλι της όμως ευωδίαζε.
Ο ιερός Χρυσόστομος στην όγδοη του επιστολή προς την διάκονο Ολυμπιάδα (Ε.Π.Ε. 37, σσ. 401-413), την οποία γράφει από την εξορία, προσπαθώντας να την παρηγορήσει για όσα άθλια συνέβαιναν στον χώρο της Εκκλησίας, την προτρέπει «ν’ αναλογισθεί τα βραβεία που θα πάρει για τα κατορθώματά της, τα φαιδρά στεφάνια, τη χορεία μαζί με τις παρθένες…». Και για να προλάβει αντίρρηση της Ολυμπιάδας, ότι αυτή δεν είναι παρθένος, αφού παντρεύτηκε –έστω και για λίγο– και στο τέλος έμεινε χήρα, της λέγει ότι κατά τον απόστολο Παύλο «παρθένος δεν είναι εκείνη που είναι απλώς άγαμη και απαλλαγμένη από την συνουσία ανδρός, αλλ’ εκείνη που φροντίζει ν’ αρέσει στον Κύριο». «Ο άγαμος μεριμνά τα του Κυρίου, πως αρέσει τω Κυρίω… η άγαμος μεριμνά τα του Κυρίου, ίνα η αγία και σώματι και πνεύματι· ο δε γαμήσας ή η γαμίσασα μεριμνά τα του κόσμου· πως αρέσει τη γυναικί… ή τω ανδρί… (Α΄ Κορ. 7,32-34)». Συνεπώς η γυναίκα, που είναι απαλλαγμένη από τη φιλαρέσκεια και στο βαθμό που είναι, αυτή είναι η πραγματική παρθένος.
Συνεπώς σύμφωνα με τη διδασκαλία του αγίου Χρυσοστόμου η Σοφία που ντυνόταν κατ’ αυτό τον τρόπο ήταν η τέλεια παρθένος, άσχετα που κάποτε ήταν παντρεμένη και μάλιστα είχε και παιδί.
ε´. Θύμωνε·
όταν άκουγε να βρίζουν τα θεία,
όταν πετούσαν ψωμί,
όταν συμβούλευε γυναίκες άσχημα ντυμένες και κείνες δεν διορθωνόταν.
στ´. Γεγονότα που η Σοφία έσωσε ανθρώπους.
α´. Το 1919 ενώ έρχεται στην Ελλάδα με το καράβι «Άγιος Νικόλαος» πιάνει τρικυμία και κινδύνεψαν να βουλιάξουν. Η Παναγία εμφανίστηκε στη Σοφία και της είπε ότι θα χαθεί ο κόσμος, γιατί είστε πολύ αμαρτωλοί. Και η Σοφία τότε απάντησε· «Παναγία μου εγώ να χαθώ, γιατί εγώ είμαι αμαρτωλή, και να σωθεί ο κόσμος». Κατέβασε μέσα στα κύματα μια εικόνα της Παναγίας και η φουρτούνα σταμάτησε.
β´. Στις 5 Απριλίου 1944, Μ. Τετάρτη, αντάρτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που δρούσαν στην περιοχή της Κλεισούρας, με αρχηγό τον Σιατιστινό Αλέξη Ρώσιο (Καπετάν Υψηλάντη), επιτίθενται σε γερμανική στρατιωτική φάλαγγα στην θέση Νταούλι, όπου σκοτώνουν τρεις προπομπούς στρατιώτες μοτοσικλετιστές.
Γερμανικές δυνάμεις με διοικητή τον Καρλ Σύμερς (Karl Schumers), διοικητή του 7ου Συντάγματος της 4ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας των SS, μαζί με τον Βούλγαρο Κάλτσεφ, καταφθάνουν στην κωμόπολη. Ο Σύμερς συγκεντρώνει τα γυναικόπαιδα και τους γέροντες στην πλατεία του χωριού, χωρίς να δείξει τις κακές του προθέσεις. Τότε μια άλλη ομάδα στρατιωτών, ορμάει με τα πολυβόλα όπλα και βάλλει κατά των συγκεντρωμένων. Έπειτα κατευθύνονται προς τα σπίτια, παραβιάζουν τις θύρες των σπιτιών, βάζουν φωτιά... 280 γυναικόπαιδα νεκρά, 40 τραυματίες, 150 σπίτια καμμένα είναι ο απολογισμός της υποθέσεως.
Οι Γερμανοί αμέσως μετά κατευθύνονται προς το μοναστήρι της Παναγίας. Έχουν πληροφορίες ότι εκεί κρύβονται αντάρτες. Ετοιμάζονται να κάψουν ολόκληρο το μοναστήρι. Να μη μείνει τίποτα. Η Σοφία, η οποία δέκα μέρες πριν γίνει η σφαγή έλεγε ότι μεγάλο κακό θα συμβεί στο χωριό, τρέχει μαζί με την εικόνα της Παναγίας, πέφτει στα πόδια τους και τα φιλά, και κλαίγοντας τους παρακαλεί να μη κάνουν αυτό που σκεπτόταν. Η Παναγία φώτισε τους Γερμανούς και επέστρεψαν άπρακτοι. Το αν δεν κλαίμε σήμερα με την καταστροφή της Κλεισούρας και την καταστροφή της Μονής αυτό το οφείλουμε στην Σοφία. Πόση η δύναμη των αγίων! Ας θυμηθούμε τον Αβραάμ που παζάρευε με τον Θεό τη σωτηρία των Σοδόμων. Αν είναι 50, 45, 40, 30, 20 ,10 οι δίκαιοι… Δεν σταμάτησε ο Θεός να δίδει και να υποχωρεί, αλλά σταμάτησε ο Αβραάμ να ζητάει
ζ´. Θαυματουργική θεραπεία της
Κάποτε ασθένησε βαρειά. Διπλώθηκε στη μέση από τον πόνο. Δημιουργήθηκε ένα πρήξιμο, που αυξανόταν και άρχισε να σαπίζει. Την παρακαλούσαν να φωνάξουν γιατρό. «Θα’ ρθει η Παναγία να με πάρει τον πόνο. Μου το υποσχέθηκε», έλεγε. Και όντως το βράδι της εορτής του μοναστηρίου 8 Σεπτεμβρίου, την επισκέφτηκαν στον ύπνο της η Παναγία, με τον αρχάγγελο Γαβριήλ και τον άγιο Γεώργιο και την εγχείρησαν. Η ουλή της εγχειρήσεως φαινότανε τις επόμενες μέρες.
η´. Η αρκούδα και τα φίδια
Είχε και μια αρκούδα η Σοφία και την έτρεφε με το χέρι της. «Έλα, Ρούσα μ’ έλα να τρώεις ψωμόπον», της έλεγε και το μεγαλόσωμο θηρίο έπαιρνε την τροφή, της έγλυφε τα χέρια και τα πόδια και χανόταν στο δάσος. Ακόμη και τα φίδια δεν την πείραζαν… Ήταν όπως ο Αδάμ πριν την πτώση.
θ´. Διδασκαλία
α´. Την Κυριακή μόνο τις αναγκαίες δουλειές. Μη κάνεις πίττες την Κυριακή είπε σε γυναίκα από την Πτολεμαΐδα που το συνήθιζε.
β´. Να σκεπάζετε για να σας σκεπάσει και ο Θεός.
γ´. Κανείς δεν είναι καλός· μόνο ο Θεός.
δ´. Να κάνετε πολύ υπομονή.
ε´. Σε συμπατριώτες της από την Αναρράχη που ήτανε πολύ τσιγγούνηδες και δεν δίνανε ούτε στην Εκκλησία ούτε σε άλλους και πήγαν να ζητήσουν βοήθεια από το μοναστήρι, όταν βρέθηκαν σε ανάγκη, τους απάντησε παιδαγωγικά· «εσείς δεν δίνετε στην Παναγία και τώρα ζητάτε να σας δώσει»;
ε´. Πολύτεκνος, πάμπτωχος οικογενειάρχης αναγκάσθηκε να ανοίξει το παγκάρι της μονής, υποσχόμενος στην Παναγία ότι θα τα επιστρέψει μόλις μπορέσει. Οι επίτροποι όμως άρχισαν ανακρίσεις και κάποιος συγχωριανός ήταν έτοιμος να αποκαλύψει τον ένοχο. Όταν το έμαθε η Σοφία ήρθε αμέσως και άρχισε να τον φωνάζει· «Χάσου από δω. Τον φτωχό τον άνθρωπο κυνηγάς; Δεν φοβάσαι τον Θεό και την Παναγία; Να σηκωθείς να φύγεις. Δεν σε θέλει η Παναγία». Τι ρεαλιστική και πραγματικά ριζοσπαστική εν Χριστώ Ιησού διδασκαλία.
ι´. Η κοίμησή της.
Κοιμήθηκε στις 6 Μαΐου, την ημέρα που η Εκκλησία μας γιορτάζει τον πολύπαθο και πολύαθλο και πανάγιο Ιώβ, 1974. Την κηδεία της την τελέσανε την επομένη μέρα εκτός του ηγουμένου 16 ιερείς, δύο διάκονοι, ένας μοναχός, μερικές μοναχές και περίπου 700 άτομα.
Στη συνείδηση του λαού του Θεού υπήρξε αγία και όταν ζούσε και μετά την κοίμησή της. Στις 4 Οκτωβρίου 2011 έγινε και η επίσημη αγιοκατάξη της από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, μετά από ενέργειες του σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου