Καμπαναριό του 15ου αιώνα στην Κεφαλονιά

Καμπαναριό του 15ου αιώνα στην Κεφαλονιά
Αγαπητοί επισκέπτες καλώς ήλθατε.
Μπορείτε να επικοινωνείτε μαζί μας, να αποστέλλετε και να μοιράζεστε κρίσεις, σχόλια, απόψεις, στην ηλεκτρονική διεύθυνση :
amalgamaparamythias@gmail.com

Με εκτίμηση,
Η Ομάδα Διαχείρισης


Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Κορίτσια και Αγόρια. Πόσο πραγματικά διαφέρουν;

Αγαπητοί γονείς, Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω τη σημερινή μου ομιλία με ένα περιστατικό που μου διηγήθηκε
κάποτε ένας νοσηλευόμενος στρατιωτικής κλινικής από τον οποίο είχα πάρει συνέντευξη. Σύμφωνα με την μαρτυρία του, λοιπόν, σε ηλικία πέντε ετών περίμενε με τον πατέρα του στον χώρο αναμονής ενός παιδιατρείου. Πάνω στο τραπεζάκι του προθάλαμου του παιδιατρείου υπήρχαν πολλά παιχνίδια και δυσκολευότανε να αποφασίσει με ποιο από όλα ήθελε να παίξει. Έτσι, αποφάσισε να κλείσει τα μάτια του και να τραβήξει στην τύχη ένα παιχνίδι από τα πολλά που ήταν διαθέσιμα και να παίξει με αυτό. Έκλεισε λοιπόν τα μάτια του, άπλωσε το χέρι του και αυτό που έπιασε ήταν μια κούκλα. Απ ‘ότι μου είπε ένιωσε περίεργα καθώς γνώριζε πως αυτό ήταν ένα κοριτσίστικο παιχνίδι αλλά αποφάσισε να παίξει μαζί της και νά μην παραβιάσει τον κανόνα που είχε θέσει στον εαυτό του, πως θα έπαιζε, δηλαδή, με όποιο παιχνίδι τραβούσε πρώτο.

Προς μεγάλη του ντροπή, ωστόσο ένα αγοράκι που κάθονταν απέναντί του με τη μητέρα του, άρχισε να τον δείχνει με το δάχτυλο του, να γελάει κοροϊδευτικά και να φωνάζει. Παίζει με κούκλες, παίζει με κούκλες. Θυμάται πως κοκκίνισε από ντροπή, άφησε την κούκλα παράμερα και του έφυγε κάθε όρεξη για παιχνίδι. Στην πρώτη δε ευκαιρία ανακοίνωσε στον πατέρα του μεγαλόφωνα πως σιχαίνεται τις κούκλες και όλα τα άλλα κοριτσίστικα παιχνίδια. Το αληθινό αυτό περιστατικό σας το διηγήθηκα ως ενδεικτικό των έντονων, και ενίοτε αφόρητων, κοινωνικών πιέσεων που μπορεί να δέχεται ένα παιδί προκειμένου να υιοθετήσει μια συμπεριφορά που υποτίθεται πως είναι αρμόζουσα για το φύλο του και να αποκλείσει άλλες συμπεριφορές ως ακατάλληλες. Ποια είναι τα στάδια διαμόρφωσης της ταυτότητας φύλου στα παιδιά κατά πόσο η υιοθέτηση μιας «αγορίστικης» ή «κοριτσίστικης» συμπεριφοράς από το παιδί καθορίζεται από βιολογικούς, ψυχολογικούς ή κοινωνικούς παράγοντες, τι μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε τα παιδιά στη διαδικασία συγκρότησης ταυτότητας φύλου χωρίς να πνίξουμε τον αυθορμητισμό τους και χωρίς να θυσιάσουν χρήσιμες ιδιότητες της ιδιοσυγκρασίας τους; Η σημερινή μας συζήτηση θα καταπιαστεί με όλα τα παραπάνω και προσβλέπω στη δικιά σας συμμετοχή, ώστε να προσεγγίσουμε αυτό το ευαίσθητο αυτό θέμα όσο το δυνατόν πληρέστερα.
Τα στάδια Ανάπτυξης της Ταυτότητας του Φύλου.
Στην ηλικία των δύο ετών, τα περισσότερα παιδιά μπορούν να χρησιμοποιούν σωστά λέξεις όπως «μαμά» , «μπαμπάς», «αγόρι», «κορίτσι» κι έχουν επίγνωση ότι αυτές ανήκουν στην μια κατηγορία ή στην άλλη. Για παράδειγμα «τα περισσότερα δίχρονα παιδιά αναγνωρίζουν σωστά το φύλο σε εικόνες παραδοσιακών αντρών και γυναικών και η πλειονότητα των παιδιών δυόμισι ετών μπορεί να τοποθετήσει τις φωτογραφίες στις κατηγορίες άντρας ή γυναίκα. Ωστόσο το να μπορεί να ταξινομεί ένα δίχρονο παιδί σωστά εικόνες αντρών και κοριτσιών δεν σημαίνει πως κατανοεί το τι ακριβώς σημαίνει αυτή η ταξινόμηση. Τα παιδιά στην ηλικία αυτή δεν κατανοούν ότι το φύλο είναι ένα σταθερό και μόνιμο στοιχείο της ταυτότητας, έχουν δηλαδή την εντύπωση πως το φύλο κάποιου είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη. Τα παιδιά αντιλαμβάνονται τη σταθερότητα του φύλου αργότερα, στην ηλικία των τεσσεράμισι με πέντε ετών. Σ’ αυτή την ηλικία τα παιδιά αντιλαμβάνονται ότι το φύλο παραμένει σταθερό καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του: μαθαίνουν ότι ένα κορίτσι θα γίνει γυναίκα όταν μεγαλώσει κι ότι αποκλείεται να γίνει άντρας κι ότι το βιολογικό τους φύλο δεν αλλάζει παρά τις εξωτερικές αλλαγές στην εμφάνιση ή στα ενδιαφέροντα. Π.χ. την κόμμωση ή τα παιχνίδια που χρησιμοποιούν. Η μονιμότητα του φύλου επιτυγχάνεται στην ηλικία των τεσσεράμισι έως πέντε ετών.
Από τη στιγμή που τα παιδιά θα κατακτήσουν την έννοια της σταθερότητας του φύλου ο κύβος ερίφθει και η ταυτότητα του φύλου τους θα τα ακολουθεί σε όλη την υπόλοιπή τους ζωή.
Είδαμε λοιπόν πως τα περισσότερα παιδιά από την ηλικία των πέντε ετών το αργότερο έχουν κατακτήσει την έννοια της σταθερότητα της διατήρησης του φύλου. Είναι επίσης αποδεδειγμένο ότι τα κορίτσια και τα αγόρια παρουσιάζουν διαφορετική συμπεριφορά και έχουν διαφορετικές μαθησιακές ικανότητες. Έτσι τα αγόρια εμφανίζονται να είναι πιο ζωηρά από τα κορίτσια και να έχουν μεγαλύτερες επιδόσεις σε μαθήματα που απαιτούν ανεπτυγμένη την αίσθηση του χώρου, όπως είναι η γεωμετρία και η φυσική.
Από την άλλη τα κορίτσια εμφανίζονται πιο στοργικά από τα αγόρια και έχουν υψηλότερες επιδόσεις στα λεγόμενα φιλολογικά μαθήματα . Κι εδώ μπαίνει το ερώτημα σε ποιο βαθμό αυτές οι συμπεριφορές είναι απόρροια βιολογικών, κοινωνικών ή ψυχολογικών παραγόντων και πως μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά στην υγιή ανάπτυξη της ταυτότητας του φύλου τους, χωρίς να περιορίζουμε τις κλίσεις και τις ικανότητες τους; Ωστόσο πριν να προσπαθήσω να απαντήσω στο ερωτήματα αυτά πρέπει να πω λίγα λόγια για τις παρεκκλίσεις από την ομαλή ανάπτυξη ταυτότητας του φύλου στα παιδιά.
Σε κάποιες περιπτώσεις κατά την ηλικία των τριών έως έξι ετών τα παιδιά έχουν την τάση να προτιμούν ρούχα και παιχνίδια του αντίθετου φύλου. Συνήθως αυτό είναι φυσιολογικός πειραματισμός που τα βοηθά να κατανοήσουν το φύλο τους και το φύλο των άλλων, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί αυτή η συμπεριφορά να έχει να κάνει με μια σπάνια διαταραχή που ονομάζεται διαταραχή της ταυτότητας του φύλου κατά την οποία τα παιδιά πραγματικά πιστεύουν πως ανήκουν στο αντίθετο φύλο από το δικό τους. Καλό είναι σε αυτή την σπάνια περίπτωση να απευθυνθούμε σε κάποιον ειδικό. Επίσης πρέπει να σημειώσουμε πως, η διαταραχή της ταυτότητας του φύλου σπάνια συμπίπτει με ομοφυλοφιλία. Για να είμαστε ακριβείς, κανένας βιολογικός ή ψυχολογικός παράγοντας δεν μας έχει πείσει ακόμη ως υπεύθυνος για την ομοφυλοφιλία. Σύμφωνα με τις περισσότερες θεωρητικές σχολές η ομοφυλοφιλία στους άνδρες είναι τα αποτέλεσμα οικογενειών, όπου η μητέρα είναι κυριαρχική και υπερπροστατευτική και ο πατέρας ανίσχυρος ή αδιάφορος. Ωστόσο πειραματικά και στατιστικά δεδομένα δεν επιβεβαιώνουν αυτή την άποψη. Άλλοι πάλι έσπευσαν να ενοχοποιήσουν βιολογικούς παράγοντες για την ομοφυλοφιλία αλλά οι έρευνες τους δεν έπεισαν την πλειοψηφία της επιστημονικής κοινότητα. Όπως και να’ χει η ομοφυλοφιλία από το 1988 κι έπειτα δεν θεωρείται διαταραχή αλλά μια προτίμηση και δεν φαίνεται να σχετίζεται με τις διαδικασίες σχηματισμού της ταυτότητας του φύλου. Μετά από αυτές τις διευκρινίσεις περί της διαταραχής ταυτότητας φύλου και της ομοφυλοφιλίας μπορούμε να πούμε λίγα λόγια για το κατά πόσο οι βιολογικοί παράγοντες επηρεάζουν τις διαφορές μεταξύ αγοριών και κοριτσιών.
Βιολογικοί παράγοντες διαφοροποίησης
Οι βιολογικές, δηλαδή οι γενετικές, οι ορμονικές και οι ανατομικές διαφορές ανάμεσα στα αγόρια και στα κορίτσια είναι ευρέως γνωστές και δεν υπάρχει λόγος να αναφερθούμε σε αυτές εκτενώς.
Εν συντομία λοιπόν μπορούμε να αναφέρουμε πως τα κορίτσια και τα αγόρια διαφέρουν ως προς τα χρωμοσώματα του φύλου. Τα κορίτσια έχουν δύο Χ χρωμοσώματα, ενώ τα αγόρια έχουν ένα Χ κι ένα Ψ χρωμόσωμα. Αυτή η γενετική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών οδηγεί σε διαφορετική παραγωγή ορμονών φύλου τόσο κατά την εμβρυακή περίοδο όσο και κατά την ήβη. Οι ορμόνες του φύλου συντελούν με τη σειρά τους στην διαφοροποίηση των σωματικών χαρακτηριστικών, όπως είναι τα γεννητικά όργανα, και είναι δυνατόν να επηρεάσουν ορισμένα κέντρα του εγκεφάλου. Οι όρχεις και οι ωοθήκες παράγουν και θηλυκές και αρσενικές ορμόνες αλλά σε διαφορετικές αναλογίες για κάθε φύλο.
Στο ερώτημα αν αυτές οι ορμονικές διαφορές έχουν τις οποιεσδήποτε άμεσες ή έμμεσες επιδράσεις στη διαφορετική συμπεριφορά ανάμεσα στα δυο φύλα η απάντηση είναι εξαιρετικά δύσκολο να δοθεί.
Μέσα από μια πληθώρα ερευνών για τις επιδράσεις των ορμονών πάνω στη συμπεριφορά, τόσο σε ζώα όσο και ανθρώπους, οι επιστήμονες δεν κατάφεραν να αποδείξουν μια ευθεία σύνδεση των αρσενικών ή θηλυκών ορμονών με συγκεκριμένες συμπεριφορές. Αυτό ωστόσο που έδειξαν είναι ότι κατά την ομαλή ανάπτυξη, οι ορμόνες του φύλου προδιαθέτουν τα κορίτσια και τα αγόρια να συμπεριφέρονται με συγκεκριμένους τρόπους (π.χ. τα αγόρια να είναι σωματικά ποτό δραστήρια). Σε καμία περίπτωση ωστόσο αυτή η προδιάθεση δεν είναι αρκετή για την εκδήλωση μιας συμπεριφοράς. Η ορμόνη τεστοστερόνη για παράδειγμα προσδίδει στα αγόρια την δυνατότητα να εμφανίσουν επιθετική συμπεριφορά κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες, σε καμιά περίπτωση, ωστόσο, η ύπαρξη τεστοστερόνης δεν προκαλεί από μόνη της επιθετικότητα. Όπως θα δούμε παρακάτω αυτό που κυρίως κάνει τα αγόρια πιο επιθετικά είναι οι κοινωνικές προσδοκίες και επιταγές και όχι η βιολογία τους. Επίσης τα κορίτσια βρέθηκαν να έχουν καλύτερες επιδόσεις στην γραφή. Ωστόσο αποδείχτηκε πως στερεοτυπικές κοριτσίστικες ασχολίες, π.χ. κέντημα, παιχνίδι με κούκλες κλπ. ενισχύουν την ικανότητα για λεπτές κινήσεις που είναι ουσιαστικής σημασίας για τη γραφή. Το γεγονός αυτό υποδεικνύει πως η γραφή στα κορίτσια μάλλον είναι αποτέλεσμα των παιχνιδιών που η κοινωνία τους επιβάλλει, παρά των ορμονών τους.
Παρομοίως, είχε διατυπωθεί η άποψη πως τα κορίτσια έχουν μικρότερες ικανότητες αντίληψης του χώρου, εξαιτίας της διαφορετικής δομής του εγκεφάλου τους. Αποδείχτηκε, ωστόσο πως κορίτσια που παίζουν με
τουβλάκια, ένα παιχνίδι που θεωρείται μάλλον αγορίστικο, βελτιώνουν την αίσθηση αντίληψης του χώρου. Από τα παραπάνω παραδείγματα γίνεται φανερό πως τα διαφορετικά ψυχολογικά χαρακτηριστικά του φύλου είναι περισσότερο το αποτέλεσμα κοινωνικών παραγόντων και διαδικασιών μάθησης, παρά βιολογικών παραγόντων.
Το πώς γίνεται ο σχηματισμός και η εγκαθίδρυση της ταυτότητας του φύλου
μέσα από την μάθηση και την κοινωνικοποίηση των παιδιών θα περιγράψουμε ευθύς αμέσως.
Η Ψυχολογική Διαδικασία της Απόκτησης Ταυτότητας Φύλου
Όταν γεννιέται ένα παιδί οι γονείς από τα πρώτα, αν όχι το πρώτο, πράγματα που ρωτάν να μάθουν είναι το φύλο του παιδιού. Συχνά τα όνειρα και οι προσδοκίες ;που οι γονείς και οι στενοί συγγενείς χτίζουν για ένα παιδί που πρόκειται να έρθει εξαρτώνται κατά πολύ από το φύλο του παιδιού. Ωστόσο όπως είδαμε παραπάνω οι βιολογικοί παράγοντες επηρεάζουν τη διαφορετικότητα των δύο φύλων στην παιδική ηλικία σε μικρό βαθμό. Μια σειρά από διαδικασίες κοινωνικοποίησης είναι αυτές που κάνουν τα αγόρια και τα κορίτσια να συμπεριφέρονται διαφορετικά.
Αρχικά οι γονείς έχουν διαφορετικές προσδοκίες από τα αγόρια και διαφορετικές από τα κορίτσια με αποτέλεσμα να τα επιβραβεύουν για διαφορετικές πράξεις. Έτσι οι γονείς ενθαρρύνουν τους γιους τους να είναι πιο ανταγωνιστικοί και ανεξάρτητοι σε σχέση με τις κόρες τους. Ντύνουν τους γιους τους με πιο άνετα και πρακτικά ρούχα, ενώ τις κόρες τους με πιο διακοσμητικά ρούχα. Δίνουν στα γιους τους αγορίστικα παιχνίδια, όπως είναι κατασκευές, ηλεκτρονικά παιχνίδια και όπλα και στις κόρες τους κούκλες ή κουζινικά. Ένα αγόρι που παίζει με κούκλες θα προκαλέσει την αμηχανία, αν όχι την αντίδραση των γονιών του με αποτέλεσμα να αποθαρρύνεται από τα «κοριτσίστικα» παιχνίδια. Έτσι μέσα από αυτές τις διαδικασίες ένδυσης και παιχνιδιού τα αγόρια και τα κορίτσια αποκτούν διαφορετικές εμπειρίες κοινωνικοποίησης και σαν αποτέλεσμα διαφορετικές συνήθειες και χαρακτηριστικά προσωπικότητας.
Επίσης τα παιδιά αποκτούν διαφορετικές ταυτότητες φύλου μέσα από τη μίμηση. Είναι κοινώς αποδεκτό πως τα παιδιά είναι πολύ καλοί μιμητές συμπεριφορών που βλέπουν στο περιβάλλον τους. Γιατί όμως τα αγόρια μιμούνται τους πατέρες τους και τα κορίτσια τις μητέρες τους. Η απάντηση είναι πως για ένα αγόρι π.χ. είναι πολύ πιο εύκολο και χαίρει πολύ μεγαλύτερης κοινωνικής αποδοχής από τους μεγάλους αλλά και από τους συνομήλικους του αν μιμηθεί το ανδρικό πρότυπο που του δίνει ο πατέρας του. Τα παιδιά δεν διαλέγουν ποιον θα μιμηθούν συνειδητά αλλά μέσα από αυτόματες διαδικασίες σκέψης. Το αποτέλεσμα αυτής της αυτόματης σκέψης είναι πως τα παιδιά μαθαίνουν το πώς να συμπεριφέρονται έτσι ώστε να γίνονται αποδεκτά από τον κοινωνικό τους κύκλο. Άρα η μίμηση του γονέα του ίδιου φύλου επηρεάζει σημαντικά την ανάπτυξη της ταυτότητας φύλου από τα παιδιά.
Επίσης τα παιδιά, μετά την ηλικία των δύο ετών, αναγνωρίζουν την ύπαρξη των συνανθρώπων τους, κατασκευάζουν θεωρίες για το τι θέλουν αυτοί από αυτούς και τείνουν να συμμορφώνονται με τις αξιώσεις τους. Μέχρι την ηλικία των δύο ετών τα περισσότερα παιδιά δεν έχουν αναπτυχθεί αρκετά ώστε να συνειδητοποιήσουν πως υπάρχουν και άλλες προσωπικότητες γύρω τους και νιώθουν πως είναι το επίκεντρο του σύμπαντος. Από την ηλικία των δύο και μετά τα παιδιά μέσα από το παιχνίδι αρχίζουν να μιμούνται όλο και περισσότερο τους άλλους και να κατανοούν πως δεν υπάρχουν μόνο αυτά αλλά ότι υπάρχουν και άλλοι τριγύρω τους με των οποίων τις επιθυμίες είναι συνήθως καλύτερα να συμβιβάζονται. Μέσα από αυτή τη διαδικασία αρχίζουν να μαθαίνουν τη διαφορά μεταξύ αγοριών και κοριτσιών και τείνουν να συμβιβάζονται με τα στερεότυπα που υπάρχουν για κάθε φύλο.
Από τα παραπάνω είδαμε πως η διαδικασία απόκτησης της ταυτότητας φύλου στα παιδιά είναι μια διαδικασία που εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, λιγότερο από βιολογικούς και περισσότερο από κοινωνικούς και ψυχολογικούς. Η διαδικασία δημιουργίας ταυτότητας φύλου είναι μια απαραίτητη διαδικασία κατά την κοινωνικοποίηση του παιδιού αλλά οποιαδήποτε υπερβολή μπορεί να είναι επιζήμια.
Όπως είδαμε μετά την ηλικία των πέντε ετών τα παιδιά γνωρίζουν το φύλο τους και ξέρουν πως αυτό αποκλείεται να αλλάξει. Το να ακολουθούν με έντονο τρόπο τα πρότυπα συμπεριφοράς του φύλου τους μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες.
Έτσι αγόρια που πιστεύουν πως οι άντρες δεν κλαίνε αργότερα δυσκολεύονται να εκφράσουν τα συναισθήματα τους και μπορεί να γίνουν εσωστρεφείς και να παρουσιάσουν ελλείψεις στις κοινωνικές τους σχέσεις. Όταν έχουν μάθει πως είναι ντροπή να παίζουν με κούκλες ή με κουζινικά, αργότερα σαν άντρες νιώθουν αμήχανοι να κρατήσουν αγκαλιά το παιδί τους ή να του φερθούν τρυφερά, ή δυσκολεύονται να αυτοεξυπηρετηθούν. Πιθανώς σε άλλες εποχές αυτοί οι άντρες να μην αντιμετώπιζαν κανένα πρόβλημα, αλλά σε μια εποχή σαν τη δική μας που οι άντρες όλο και περισσότερο ασχολούνται ενεργά με τα παιδιά τους και όλο και πιο συχνά συμμετέχουν στο νοικοκυριό, μιας και οι γυναίκες όλο και πιο συχνά είναι εργαζόμενες, με το να ανατρέφουμε τους υιούς μας με τα παραδοσιακά πρότυπα, μάλλον ζημιά τους κάνουμε και τα δυσκολεύουμε στην προσαρμογή τους. Παρομοίως τα κορίτσια που δεν ασχολούνται με κατασκευές και μηχανικά παιχνίδια, αργότερα σε μια κοινωνία όπου οι μηχανές θα πρωτοστατούν, θα έχουν μια σαφώς μειονεκτική θέση. Κι αυτό γιατί ήδη όλο και περισσότερες μητέρες είναι εργαζόμενες και οι προβλέψεις λένε πως το φαινόμενο αυτό αργότερα θα λάβει οικουμενικές διαστάσεις. Σύμφωνα με μια έρευνα τα κορίτσια της πρώτης εφηβικής ηλικίας νιώθουν μειονεκτικά για το φύλο τους και θεωρούν πως τους περιορίζει τα πράγματα που μπορούν να κάνουν.
Αγόρια και κορίτσια που δεν έχουν έντονα ανεπτυγμένα τα στερεότυπα του φύλου του τείνουν να έχουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, κατανόηση και ευελιξία στις κοινωνικές τους σχέσεις. Σαν ενήλικες γίνονται πιο ολοκληρωμένη επαγγελματικά ίσως γιατί η συμπεριφορά τους είναι πιο προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις των καιρών μας. Αντίθετα ενήλικες που μεγάλωσαν με τα αυστηρά -πρότυπα του φύλου τους είναι πιο δυσπροσαρμοστικοί, οι άντρες παρουσιάζουν πιο εύκολα προβλήματα έκφρασης συναισθημάτων και οι γυναίκες νιώθουν ανίσχυρες και μειονεκτικά.
Συνεπώς είναι χρήσιμο να προωθήσουμε μια πιο ισορροπημένη διαπαιδαγώγηση όσων αφορά το φύλο των παιδιών. Μετά την ηλικία των πέντε ετών κι εφόσον δούμε πως τα παιδιά μας έχουν καταλάβει ποιο είναι το φύλο τους και πως το φύλο αυτό θα τους ακολουθεί στην υπόλοιπη τους ζωή από τη μια πρέπει να μάθουμε στους γιους μας πως δεν είναι ντροπή να έχουν συναισθήματα και να τα εκφράζουν, πως δεν υπάρχουν αντρικές και γυναικείες δουλειές στο σπίτι, αλλά μόνο δουλειές που πρέπει να γίνουν και πως τη δύναμη τους πρέπει να τη χρησιμοποιούν για να προστατεύουν τα πιο αδύναμα μέλη της οικογένειας κι όχι για να επιβάλλονται σε αυτά.
Παρομοίως τα κορίτσια πρέπει να μάθουν πως δεν είναι ντροπή να παίζουν με τουβλάκια ή με Ηλεκτρονικούς υπολογιστές, πως και οι γυναίκες και οι άντρες είναι εξ’ ίσου καλοί οδηγοί και πως το φύλο τους δεν θα τους βάλει περιορισμούς στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία.
Κάνοντας αυτά μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως εφοδιάζουμε τα παιδιά μας με προσαρμοστικότητα και αυτοπεποίθηση, αξίες ιδιαίτερα χρήσιμες στην κοινωνία μας.
Ομιλία σε γονείς του ψυχολόγου Ευάγγελου Καναβιτσά
 
Πηγή: e-psychology.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου