Αναδημοσιεύουμε το ενδιαφέρον αυτό άρθρο, το οποίο αναρτήθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας "ΗΜΕΡΗΣΙΑ". Τα συμπεράσματα εξάγονται πολύ εύκολα, από επαείοντες και μη.....
Ανδρέας Πετσίνηςpetsin@pegasus.gr
Σύμφωνα με μελέτη, του 2005, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, «ο διαφορικός πληθωρισμός στην Ελλάδα (σε σχέση με τις άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε.) οφείλεται περισσότερο στη μεταβολή των ποσοστών κέρδους στις εγχώριες αγορές αγαθών και υπηρεσιών (δηλαδή στις αγορές των λεγόμενων μη εμπορεύσιμων -στη διεθνή οικονομία- αγαθών και υπηρεσιών) και λιγότερο στη μεταβολή του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Οι βασικότερες διαπιστώσεις της μελέτης αυτής είναι οι ακόλουθες:
1. Το ποσοστό απώλειας ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας μεταξύ Ιανουαρίου 1999 και Δεκεμβρίου 2004, μετρούμενο ως μεταβολή των σχετικών τιμών καταναλωτή, είναι το έβδομο μικρότερο τόσο έναντι των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης όσο και έναντι ενός αριθμού 23 χωρών που διατηρούν τις μεγαλύτερες συναλλαγές με την Ευρωζώνη. Τη μεγαλύτερη απώλεια ανταγωνιστικότητας, υπερτριπλάσια της Ελλάδας, υφίσταται η Ιρλανδία, και ακολουθούν -με ποσοστά μεγαλύτερα της Ελλάδας- η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιταλία και άλλες τέσσερις χώρες.
2. Αυτή η απώλεια ανταγωνιστικότητας οφείλεται στη μεγαλύτερη απόκλιση (αύξηση) τιμών στην Ελλάδα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η διαφορά αυτή, με βάση τον αποπληθωριστή του ΑΕΠ, είναι στην Ελλάδα κατά 1,5% μεγαλύτερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
3. Το 1,5% του πληθωρισμού πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο οφείλεται κατά 67% στη μεταβολή των περιθωρίων κέρδους, κατά 20% στη μεταβολή των εμμέσων φόρων και κατά 13% στη μεταβολή του εργασιακού κόστους.
4. Το πραγματικό (δηλαδή το αποπληθωρισμένο) μοναδιαίο κόστος εργασίας (με τη μέθοδο που το υπολογίζει η ΕΚΤ) την περίοδο αυτή στην Ελλάδα μειώνεται κατά 1% ετησίως, και αυτή η μείωση είναι η μεγαλύτερη που παρατηρείται σε ολόκληρη την Ευρωζώνη.
5. Η οικονομία, με άλλα λόγια, χάνει σε ανταγωνιστικότητα, υπό την έννοια του σχετικά υψηλότερου πληθωρισμού, ο οποίος οφείλεται -πάντα κατά την ΕΚΤ- στα υψηλά μέσα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων και την υψηλή έμμεση φορολογία, ενώ το κόστος εργασίας στην Ελλάδα μειώνεται σε πραγματικούς όρους. Αν, μάλιστα, δεν μειώνονταν σε πραγματικούς όρους το κόστος εργασίας, η απώλεια ανταγωνιστικότητας θα ήταν πολύ μεγαλύτερη. Το αξιοσημείωτο, μάλιστα, είναι ότι στο διάστημα 1999-2004 επιτυγχάνεται μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας, παρά την αύξηση των μισθών. Οπως προκύπτει από την σύγκριση των στοιχείων που παραθέτει η ΕΚΤ, η Ελλάδα είχε την τρίτη μεγαλύτερη μέση ετήσια αύξηση της πραγματικής αμοιβής ανά απασχολούμενο με 2,8%, με πρώτο το Λουξεμβούργο (3,8%) και δεύτερη την Ιρλανδία (3%).
Η μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας, σύμφωνα με τη μελέτη της ΕΚΤ, οφείλεται στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας κατά 3,8%, ποσοστό που είναι το υψηλότερο σε ολόκληρη την Ευρωζώνη, στην οποία καταγράφεται την ίδια περίοδο (1999-2004) μέση αύξηση 0,7%».
Απόσπασμα από τη μελέτη των Γιάννη Στουρνάρα και Μαρίας Αλμπάνη «Η ελληνική οικονομία μετά την κρίση: Αναζητώντας ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο» που εκδόθηκε το 2008 από το ΙΟΒΕ, στο οποίο τότε ο νυν υπουργός Οικονομικών ήταν επιστημονικός διευθυντής.
Για την αντιγραφή Αν.Π.
Στο διάστημα 1999-2004 επιτυγχάνεται μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας, παρά την αύξηση των μισθών. Οπως προκύπτει από την σύγκριση των στοιχείων που παραθέτει η ΕΚΤ, η Ελλάδα είχε την τρίτη μεγαλύτερη μέση ετήσια αύξηση της πραγματικής αμοιβής ανά απασχολούμενο με 2,8%, με πρώτο το Λουξεμβούργο (3,8%) και δεύτερη την Ιρλανδία (3%).
ΠΗΓΗ : http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=26533&subid=2&pubid=112927900
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου