Ὁλόκληρη ἡ ἀνοικτή ἐπιστολή πρὸς τὸν πατριάρχη Ἀθηναγόρα, τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου, στὴν «Χριστιανικὴ Σπίθα», αριθμ. φυλ. 248-249, Μαϊος Ἰουνιος 1962
- «Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα, κἄν ἀξιόπιστος ἦ, κἄν νηστεύη, κἄν παρθενεύη, κἄν σημεῖα ποιῆ, κἄν προφητεύη, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾶ, προβάτων φθορὰν κατεργαζόμενος» (Θεοφόρος Ἰγνάτιος)
Ζητήματα πίστεως
Παναγιώτατε Δέσποτα,
Παναγιώτατε Δέσποτα,
Ἐν πρώτοις ὀφείλω νὰ κάμω μίαν ἐξομολόγησιν. Νὰ γνωρίσω ὑμῖν, ὅτι ὁ ὑποφαινόμενος, πρὶν ἤ λάβω τὴν τολμηρὰν ἀπόφασιν νʼ ἀπευθύνω πρὸς Ὑμᾶς, τὴν κορυφὴν τῆς Iεραρχίας τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας, τὴν παροῦσαν ἐπιστολήν, διῆλθον διά τινος ἐσωτερικῆς κρίσεως. Ἐπάλαισα πολὺ μὲ τὸν ἑαυτόν μου, προσπαθῶν νὰ ὑπερνικήσω τοὺς δισταγμούς, τοὺς ὁποίους ἐγέννα εἰς τὸ πνεῦμά μου ἡ σκέψις, ὅτι ἐλάχιστος ἐγὼ ἱερομόναχος ἀναγκάζομαι νὰ ἔλθω εἰς διαφωνίαν καὶ σύγκρουσιν μὲ τὴν Ὑμετέραν Παναγιότητα. Ναί! Ἐδίσταζον. Διότι Ὑμεῖς δὲν εἶσθε ἕνα κοσμικὸν πρόσωπον, δὲν εἶσθε ἄρχων πολιτείας, τὸν ὁποίον δημοσία παρεκτρεπόμενον καὶ σκανδαλίζοντα τὸν λαὸν δυνάμεθα εὐχερῶς νὰ ἐλέγξωμεν, ἐπαναλαμβάνοντες ἐν τῆ συγχρόνω ἐποχῆ τὸ «οὐκ ἔξεστί σοι» τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (Μάρκ. 6, 18). Οὕτως ἐν τῆ δημοκρατικῆ μας πατρίδι διʼ ἀνοικτῆς ἐπιστολῆς ἠλέγξαμεν τὸν Βασιλέα τῶν Ἑλλήνων, ὅταν εἴδομεν ὅτι ὡρισμένη ἐνέργεια, υπογραφὴ Β. Διατάγματος προστατεύοντος τὴν ἀντίχριστον Μασονίαν, ὑπενόμευε τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν, ἧς οὗτος ὡς βασιλεὺς Ὀρθοδόξου βασιλείου ἔχει ὁρκισθῆ νὰ εἶνε φρουρὸς (Ἴδε «Σπίθαν», φύλλον 179/1956). Τὸν Βασιλέα τῶν Ἑλλήνων ἠλέγξαμεν, ἀλλὰ πῶς νὰ παρατηρήσωμεν, πῶς νὰ ἐλέγξωμεν ἕνα ἀνώτατον ταγὸν τῆς Ἐκκλησίας, ἕνα Πατριάρχην, καὶ μάλιστα ὄταν ὁ Πατριάρχης αὐτὸς κατέχη τὸν ἐνδοξότερον Θρόνον τῆς Ὀρθοδοξίας; Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἐν τῆ συνειδήσει ὅλων τῶν ὀρθοδόξων, τῶν κατοικούντων εἰς τὴν μικρὰν αὐτὴν γωνίαν τῆς γῆς, ἡ ὁποία ὀνομάζεται Ἑλλάς, ἔχει θέσιν ἰδιάζουσαν, περιβάλλεται μὲ πνευματικὴν αἴγλην αἰώνων, ὑπενθυμίζει σκληροὺς καὶ αἱματηροὺς ἀγῶνας. Πρὸς τὸ Πατριαρχεῖον τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔστρεφον ἐναγωνίως τὰ βλέμματά των γενεαὶ γενεῶν Ἑλλήνων καὶ ἐκεῖθεν ἐλάμβανον πνευματικὴν καθοδήγησιν καὶ ἐνίσχυσιν ἐν δυσχειμέροις καιροῖς. Ὡς τηλαυγῆ φάρον μὲ παγκόσμιον ἀκτινοβολίαν θέλουν νὰ βλέπουν καὶ οἱ νεώτεροι Ἕλληνες τὸ Πατριαρχεῖον Κωνσταντινουπόλεως. Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον ἐν τῆ συνειδήσει τοῦ λαοῦ μας εἶνε ἔννοιαι ταὐτόσημοι. Ὁ ἑκάστοτε Πατριάρχης θεωρεῖται ὡς κανὼν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Διὰ τοῦτο ἡ συνείδησις τοῦ λαοῦ φρικιᾶ καὶ ἐπὶ τῆ σκέψει ἀκόμη, ὅτι ὁ Πατριάρχης δύναται καὶ ἐπʼ ἐλάχιστον νὰ παρεκκλίνη ἐκ τῶν γραμμῶν τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ Πατριάρχης ἐτάχθη νὰ εἶνε ὁ βράχος, ἐφʼ οὗ νὰ θραύωνται ὅλα τʼ ἀβυσσαλέα καὶ ἀφρίζοντα κύματα τῆς πλάνης.
Λύομεν τὴν σιωπήν
Γνωρίζοντες τὴν ὑψηλὴν ἰδέαν, τὴν ὁποίαν ἔχει ὁ Ἑλληνικὸς Λαὸς περὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἱστάμεθα καὶ ἡμεῖς μὲ αἰσθήματα εὐλαβείας ἀπέναντι αὐτοῦ καὶ ὁ κάλαμός μας, ὁ τόσον ὀξὺς πρὸς ἄλλας κατευθύνσεις, ὑπῆρξε πάντοτε συγκρατημένος, προκειμένου νὰ κρίνωμεν ἐνεργείας Πατριαρχικάς. Οὐκ ὀλίγαι δὲ ὑπῆρξαν αἱ περιπτώσεις, καθʼ ἅς ἐσιωπήσαμεν, ἵνα μὴ διὰ τῆς ἀρθρογραφίας μας δώσωμεν ἀφορμὴν ἀνιέρου ἐπιθέσεως εἰς τοὺς καραδοκοῦντες ἐχθροὺς τῆς Πίστεως. Φοβούμεθα τὸ ἁμάρτημα τοῦ Χάμ. Ἀλλὰ τὴν σιωπήν, τὴν ὁποίαν ἐτηρήσαμεν μέχρι τοῦδε, δὲν δυνάμεθα νὰ ἐξακολουθήσωμεν. Εἰς λύσιν σιωπῆς πιεζόμεθα ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν. Ἔσωθεν μὲν ὑπὸ τῆς συνειδήσεώς μας, ἡ ὁποία ἐξανίσταται. Ἔξωθεν δὲ ὑπὸ εὐλαβῶν τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν τέκνων, τὰ ὁποῖα πολλαχόθεν πρὸς ἡμᾶς ἀπευθυνόμεθα ἐκφράζουν τὴν ἀπορίαν των διὰ τὴν σιωπήν μας.
Θὰ λύσωμεν, λοιπόν, τὴν σιωπήν μας καὶ θὰ ἐκφράσωμεν τὴν ταπεινήν μας κρίσιν. Εὐτυχῶς, ὑπὲρ τῆς ἐλευθέρας διατυπώσεως τῶν γνωμῶν ἐπὶ θεμάτων ποὺ συγκλονίζουν τὰ πνεύματα τῶν Ὀρθόδόξων, θερμὸν συνήγορον εὕρομεν τὸν θεοφιλέστατον ἐπίσκοπον Μελόης κ. Αἰμιλιανόν, μόνιμον ἀντιπρόσωπον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχεῖου παρὰ τῶ Π.Σ.Ε. ἐν Γενεύη, ὅστις πιστότερον παντὸς ἄλλου διερμηνεύων τὰς σκέψεις τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος γράφει εἰς τὸ ἐπίσημον ὄργανον τοῦ Πατριαρχείου «Ἀπόστολος Ἀνδρέας» τὰ ἐξῆς: «Ἄς ἀφεθοῦν ἐλεύθεροι οἱ πιστοί μας νὰ ἐκφράζουν τὰς σκέψεις των καὶ νὰ ὑποδεικνύουν τὰ συμπτώματα τῶν γεγονότων, ἀναφέροντες τοὺς λόγους καὶ τὰς αἰτίας, ποὺ προὐκάλεσεν τὴν σύγχρονον ἀποστασίαν καὶ τὴν ἀναστάτωσιν τῆς μεταπολεμικῆς κοινωνίας. Ἄς ἀφεθοῦν ἐπίσης ἐλεύθεροι νὰ συζητοῦν τὰ ὑπὲρ καὶ τὰ κατὰ τῆς πνευματικῆς Ἐκκλησιαστικῆς μας ζωῆς. Διότι αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸ οὐσιῶδες προνόμιον ἑνὸς χριστιανοῦ, τὸ ὁποῖον μόνον εἰς ἀπολυταρχικὰ καὶ μοναρχικὰ συστήματα δὲν ἀναγνωρίζεται ὡς δικαίωμα» (Ἴδε φύλλον 17 Μαΐου 1961). Ἐκ τῶν γραφομένων σας, λοιπόν, λαμβάνομεν τὸ δικαίωμα, ἵνα ἐκφέρωμεν καὶ ἡμεῖς τὴν κρίσιν μας ἐπὶ ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων.
Θὰ ἠδυνάμεθα, Παναγιώτατε, καὶ ἐξ ἄλλης πλευρᾶς νὰ κρίνωμε τὰ ὑμέτερα. Καὶ ἡ πλευρὰ αὕτη εἶνε, ὅτι εἶσθε πνευματικὸς προϊστάμενος τῆς Ἑλληνικῆς μειονότητος, ἡ ὁποία, κατόπιν διεθνῶν συμβάσεων, παρέμεινεν ἐν τῶ νέω Τουρκικῶ Κράτει. Ἀναποσπάστως συνδέεσθε μετὰ τῆς μειονότητος ταύτης, ὡς ἡ κεφαλὴ μετὰ τοῦ σώματος. Πατριάρχης ἄνευ τῆς μειονότητος ταύτης δὲν δύναται νὰ νοηθῆ ἐν Κωνσταντινουπόλει, ὅπως καὶ ἰμάμης ἐν Ἑλλάδι δὲν δύναται νὰ νοηθῆ ἄνευ τῆς Τουρικικῆς μειονότητος. Ὑπάρχετε ἐν Κωνσταντινουπόλει, διότι ὑπάρχουν ἐκεῖ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες. Ἀλλʼ ἐνῶ οἱ ἐν Ἑλλάδι θρησκευτικοὶ ἡγέται τῆς Τουρκικῆς μειονότητος διὰ πᾶσαν ὑποτιθεμένην ἀδικίαν ἐκ μέρους τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας εἰς βάρος αὐτῆς διαμαρτύρονται ἐντονώτατα, Ὑμεῖς, Παναγιώτατε, θρησκευτικὸς ἡγέτης τῆς ἐν Τουρκία Ἑλληνικῆς μειονότητος τὶ ἐπράξατε κατὰ τὴν φοβερὰν ἐκείνην νύκτα, κατὰ τὴν ὁποίαν βαρβαρικὰ στίφη ἐπέδραμον κατὰ τῶν πνευματικῶν σας τέκνων, ληστεύοντες, φονεύοντες, ἀτιμάζοντες καὶ βεβηλοῦντες τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια; Ὑπάρχουν πολλοὶ ἐν Ἑλλάδι, ἀλλὰ καὶ ἐν Τουρκία, οἱ ὁποῖοι φρονοῦν, ὅτι ἐὰν ὑψώνατε τότε τὸ ἀνάστημά σας καὶ ἐγίνεσθε μιμητὴς ἀειμνήστων προκατόχων σας θυσιασθέντων ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου των, διαφορετικὴ θὰ ἦτο ἡ κατάστασις καὶ δὲν θὰ ὑφίστασθε τὸν ἐξευτελισμὸν νὰ συρθῆτε εἰς τὴν νῆσον τῶν Σκύλων ὡς μάρτυς (κατηγορίας ἤ ὑπερασπίσεως;) εἰς τὴν περιβόητον δίκην τῶν μεντερικῶν καθαρμάτων, τὰ ὁποῖα, διὰ λόγους πολιτικῆς σκοπιμότητος, ὑπῆρξαν οἱ κυριώτεροι ὑποκινηταὶ τῆς φοβερᾶς ἐκείνης ἐπιδρομῆς. Πίπτοντες τότε ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου σας θὰ περιεβάλλεσθε μὲ τὸν φωτοστέφανον τοῦ μάρτυρος καὶ τοῦ καλοῦ ποιμένος, καὶ ὁ ἁπανταχοῦ τῆς γῆς χριστιανικὸς κόσμος θὰ ἐκαυχᾶτο διὰ τὸ ὄνομά σας.
Θρησκευτικὴ στάσις τοῦ Πατριάρχου – Δέκα δείγματα
Ἀλλʼ ἐὰν διὰ τὴν στάσιν σας ἐκείνην εὑρίσκωνται ἄλλοι οἱ ὁποῖοι σᾶς δικαιολογοῦν, λέγοντες, ὅτι δὲν ἠδύνασθε νὰ πράξητε ἄλλως καὶ ὅτι μία τυχὸν σθεναρὰ ἐκδήλωλίς σας θὰ ἐξηρέθιζεν ἔτι μᾶλλον τὰ πνεύματα τῶν φανατισμένων ὀρδῶν καὶ θὰ εἴχομεν νὰ θρηνήσωμεν μεγαλυτέρας συμφορᾶς, διὰ τὴν θρησκευτικὴν ὅμως στάσιν, τὴν ὁποίαν λαμβάνετε ἐπὶ θεμάτων ἐσωτερικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, εἰς ἥν οὐδεὶς Μεντερὲς σᾶς πιέζει, πόσοι ἆρά γε νὰ εἶ’νε ἐκείνοι ἐκ τῶν εὐσεβῶν κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, οἱ ὁποῖοι σᾶς ἐπιδοκιμάζουν;
Δυστυχῶς, αἱ ἐνέργειαι τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, εἰς τὰς οποίας ὁ εὐσεβὴς λαὸς δὲν βλέπει τὸν Πατριάρχην ἄγρυπνον φρουρὸν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς, δὲν εἶναι ὀλίγαι. Πρὸς πίστωσιν ἀναφέρομεν ὡρισμένα δείγματα.
Πρῶτον˙ Πρὸ ἐτῶν εἰς πολιτικὰς ἐφημερίδας ἐδημοσιεύθη φωτογραφία τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος μετά… μιᾶς ἐξώμου δεσποινίδος, ἡ ὁποία ὑπὸ κοσμικῶν κύκλων ἐν αἰσχροῖς καλλιστείοις εἶχεν ἀνακηρυχθῆ μὶς Ἑλλάς. Ἡ φωτογραφία ἐκείνη εὐρύτατα κυκλοφορήσασα ἐν Ἑλλάδι ἐσκανδάλισε τὸν εὐσεβῆ λαόν. Ἦτο ἡ ἐποχή, καθʼ ἥν ἡ μὲν Ἱ. Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διʼ ἐγκυκλίου της ἀπεδοκίμαζε τὰ καλλιστεῖα, ὡς προσκρούοντα εἰς τὴν Χριστιανικὴν Ἠθικήν, ὁ δὲ εὐσεβὴς λαὸς τῶν Ἀθηνῶν ἠγωνίζετο διὰ τὴν ἐκρίζωσιν αὐτῶν.
Δεύτερον˙ Ἐπιστολή σας πρὸς συγγραφέα πνευματιστικοῦ βιβλίου, τὸ ὁποῖον ἐχαρακτηρίζατε ὡς περισπούδαστον ἔργον, ἔδωκε πτερὰ εἰς τὸν ἐν Ἑλλάδι πνευματισμόν, ὅστις ἐκαυχήθη καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ καυχᾶται, ὅτι ὁ Πατριάρχης διάκειται εὐμενῶς πρὸς τὴν κίνησίν των, μίαν κίνησιν, ἡ ὁποῖα συνιστᾶ θρησκείαν δαιμόνων.
Τρίτον˙ Καθὼς ἀνεγράφη είς τὸν ἡμερήσιον Τύπον, ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης περιοδεύουσα πρὸ ἐτῶν τὰς χώρας τῆς Μέσης Ἀνατολῆς εἰσῆλθε γυμνόπους εἰς τὸ ἐν Ἱεροσολύμοις τέμενος τοῦ Ὀμὰρ καὶ ἐκεῖ προσηυχήθη ὑπὲρ τοῦ Χουσεΐν. Ἐν δὲ τῶ Πατριαρχικῶ ναῶ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀνεπέμφθη ἐπιμνημόσυνος δέησις ὑπὲρ τεθνεώτων Τούρκων. Ἐπʼ αὐτῶν οὐδεμία ἐπίσημος διάψευσις ἐγένετο.
Τέταρτον˙ Εἰς τὸ ναΰδριον τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης παρουσία τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος έγένετο μεγαλοπρεπὴς ὑποδοχὴ τοῦ Ἁρμενίου Πατριάρχου, ὡς ἐὰν ἐπρόκειτο περὶ Ὀρθοδόξου Πατριάρχου, ὁ χορὸς ἐπὶ τῆ εἰσόδω του εἰς τὸν ναὸν ἔψαλε τὸ «εἰς πολλὰ Δέσποτα», ὁ δὲ διάκονος ἀνέπεμψε δέησιν ὑπὲρ «τοῦ Πατρὸς ἡμῶν Σινόρκι»! Ἀλλά, Παναγιώτατε, διατὶ λησμονεῖτε, ὅτι ὁ Ἁρμένιος Πατριάρχης εἶνε ἀρχηγὸς ἐκκλησίας, ἥτις ἀπεσπάσθη ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξίαν διʼ αἵρεσιν, ὡς ὑποστηρίζουσα τὸν Μονοφυσιτισμόν, τὸν ὁποῖον κατεδίκασεν ἡ Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος; Ἡ ἰδία δὲ Σύνοδος δὲν ἀνεθεμάτισε τὸν Διόσκουρον, τὸν ὁποῖον οἱ Ἁρμένιοι τιμοῦν ὡς ἅγιον; Πῶς λοιπὸν τοιαύτη πνευματικὴ κοινωνία μετὰ τῶν Ἁρμενίων, οἱ ὁποῖοι δὲν προέβησαν ἀκόμη εἰς σαφῆ ἀποκήρυξιν τῆς μονοφυσιτικῆς πλάνης καὶ δὲν ἀνεγνώρισαν τὸ κῦρος τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου;
Πέμπτον˙ Ἠνοίξατε τὰς ἀγκάλας σας καὶ ὑποδέχεσθε πάσης ἀποχρώσεως προτεστάντας καὶ ἐκφράζεσθε ὑπὲρ αὐτῶν ἐνθουσιωδῶς, καὶ εἶσθε ὁ θερμότερος ὑποστηρικτὴς τοῦ μωσαϊκοῦ, ὅπερ ὀνομάζεται Παγκόσμιον Συμβούλιον τῶν Ἐκκλησιῶν. Οἱ ἀντιπρόσωποί σας συμμετέχουν εἰς λατρευτικὰς ἐκδηλώσεις τῶν αἱρετικῶν ἀντιπροσώπων τῶν Προτεσταντικῶν ἐκκλησιῶν μεταξὺ τῶν ὁποίων περιλαμβάνονται ἀκόμη καὶ Ἀντιτριαδῖται.
Ἕκτον˙ Ἐκδηλώνετε αἰσθήματα φιλοφροσύνης πρὸς τὸν νῦν Πάπαν Ἰωάννην ΚΓ΄, δέχεσθε ἐν Φαναρίω τοὺς ἀπεσταλμένους του, διατάσσετε τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀμερικῆς Ἰάκωβον νὰ διέλθη ἐκ Ρώμης καὶ νὰ ἐπισκεφθῆ τὸν Πάπαν, εἶσθε δὲ πρόθυμος καὶ σεῖς ὁ ἴδιος νὰ βαδίσητε πρὸς Ρώμην εἰς συνάντησιν τοῦ ἀδελφοῦ. Καὶ ταῦτα, ἐνῶ εἶνε γνωστόν, ὅτι οὐδεμίαν μέχρι σήμερον ὑποχώρησιν ἔχει κάμη ἡ Παπικὴ Ἐκκλησία, πεισμόνως ἐμμένουσα εἰς τὰς καινοτομίας της. Ἔχει δὲ διασπείρει πανταχοῦ τοῦ Ὀρθοδόξου κόσμου τὰ ὄργανα τῆς φοβερᾶς Οὐνίας, τοῦ Δουρείου τούτου ἵππου διὰ τοῦ ὁποῖου ἐπιζητεῖται ἡ ἅλωσις τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἡ ὑποταγὴ τῶν πάντων εἰς τὸν μόνον κυρίαρχον, τὸν Πάπαν.
Ἕβδομον˙ Εἰς συνέντευξιν μετὰ Ἑλλήνων δημοσιογράφων φέρεσθε ἐκφρασθεὶς ὑπὲρ τοῦ γάμου τῶν κληρικῶν ὅλων τῶν βαθμῶν τῆς ἱερωσύνης, δυνάμενων καὶ μετὰ τὴν χιεροτονίαν των νὰ ἔλθουν εἰς γάμον.
Ὅγδοον˙ Ἐδώκατε τὴν ἄδειαν, καθὼς καταγγέλλεται, ἵνα θεολόγος, ὅστις εἶχε συνάψει δεύτερον γάμον, χειροτονηθῆ ἱερεύς. Ἀλλὰ καὶ πρὸ αὐτοῦ, καθῶς διαδίδεται, καὶ ἕτερος θεολόγος, καθηγητὴς ἱερατικῆς Σχολῆς, διαζευχθεὶς ἐκ τῆς πρώτης γυναικὸς καὶ συζευχθεὶς δευτέραν, τὴ ἐγκρίσει Ὑμῶν ἐχειροτονήθη καὶ αὐτὸς πρεσβύτερος. Ἐπʼ αὐτῶν οὐδεμία διάψευσις ἐκ μέρους τοῦ Πατριαρχείου ἐγένετο.
Ἕνατον˙ Εἰς συνέντευξιν μετὰ ξένου δημοσιογράφου φέρεσθε δηλώσας, ὅτι ἀποδέχεσθε καὶ αὐτὸ τὸ Filioque. «Μάλιστα, εἴπατε διὰ τὸ Ἅγ. Πνεῦμα, ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ». Δυστυχῶς καὶ αὐτὴ ἡ εἴδησις δὲν διεψεύσθη. Τὸ δὲ Filioque δὲν εἶνε λεπτομέρειά τις, τὴν ὁποίαν ἀδιαφόρως δυνάμεθα νʼ ἀντιπαρέλθωμεν ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι διὰ νὰ ἐπιτευχθῆ ἡ ἕνωσις μετὰ τῆς Παπικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλʼ ἀποτελεῖ σοβαρωτάτην καινοτομίαν. Ὡς ὀρθῶς ἔγραφεν ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Νευροκοπίου Γεώργιος Παπαγεωργιάδης, «μὲ τὴν προσθήκην τοῦ Filioque, ἤτοι τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ ἁγίου Πνεύματος καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ἐκτὸς τοῦ κακοῦ ὅτι προσθέτομεν διδασκαλίαν ἀνύπαρκτον, ἔχομεν δυαρχίαν ἐν τῆ Θεότητι, κατασπάραξιν τῆς ἱσότητος τῶν τριῶν προσώπων ἐν τῆ Θεότητι καὶ τὴν σπουδαιοτάτην συνέπειαν, ὅτι, ἐὰν ἀνοίξωμεν τὴν θύραν νὰ προσθέτωμεν ἤ νὰ μεταβάλωμεν, θὰ εἶνε ἄγνωστον ποῦ θὰ καταλήξωμεν» (Ἴδε Αἱ βάσεις τῆς Ἑνώσεως τῆς Δυτικῆς μετὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Ἀθῆναι, σελ. 36).
Δέκατον˙ Εἰς τὴν ἐν Ἀμερικῆ Ὀρθόδοξον παροικίαν ἔχουν κυκλοφορήσει εὐρέως ἐνυπόγραφα φυλλάδια, τῶν ὁποίων ἀντίτυπα ἔχουν ἀποσταλῆ καὶ εἰς τὴν Ἑλλάδα. Ἐν αὐτοῖς ῥίπτεται ἡ φοβερὰ κατηγορία, ὅτι τὀσον Ὑμεῖς, ὅσον καὶ ὁ ὑφʼ Ὑμῶν χειροτονηθεὶς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς Ἰάκωβος ἀνήκετε εἰς Μασονικὰς Στοάς. Ἡ εἴδησις αὕτη ἔχει καταταράξει τὰς συνειδήσεις τῶν πιστῶν. Ἡμεῖς δὲν θέλομεν νὰ παραδεχθῶμεν, ὅτι ἕνας Πατριάρχης καὶ ἕνας Ἀρχιεπίσκοπος ἀνήκουν εἰς τὴν ἀρνησίχριστον Μασονίαν. Ἀλλʼ ἐπειδὴ ἡ κατηγορία αὕτη πλήττει βαθέως τὸ θρησκευτικὸν συναίσθημα, θὰ ἔπρεπεν ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης νὰ μιμηθῆ ἐν τῶ σημείω τούτω ἀσκητήν, ὅστις κατηγορηθεὶς μὲ διαφόρους κατηγορίας ἐσιώπα, ἀλλὰ μόλις ἐξετοξεύθη ἐναντίον του ἡ κατηγορία, ὅτι ἦτο αἱρετικός, δὲν ὑπέμεινεν, ἐξανέστη τὸ πνεῦμά του, ἐτινάχθη ἐκ τῆς θέσεώς του καὶ ἐφώναξε μὲ ὅλην τὴν δύναμιν τῶν πνευμόνων του˙ «Ὄχι. Ἁμαρτωλὸς εἶμαι, ἀλλʼ αἱρετικὸς δὲν εἶμαι!». Καὶ τοῦτο λέγων ὁ ἀσκητὴς ἦτο σύμφωνος μὲ τὸ πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπερ θαυμασίως ἐκφράζεται εἰς μίαν ἐκ τῶν εὐχῶν τῆς Πεντηκοστῆς˙ «Σοὶ μόνω ἁμαρτάνομεν, ἀλλὰ καὶ Σοὶ μόνω λατρεύομεν. Οὐκ οἴδαμεν προσκυνεῖν Θεῶ ἀλλοτρίω οὐδὲ διαπετάζειν πρὸς ἕτερον Θεὸν τὰς ἑαυτῶν, Δέσποτα, χεῖρας».
Ὑγιὴς ἀντίδρασις
Τʼ ἀνωτέρω, Παναγιώτατε, ἐκ τῶν ἐφημερίδων, περιοδικῶν καὶ ἐντύπων πληροφορούμενος ὁ Ὀρθόδοξος λαὸς αἰσθάνεται βαθυτάτην λύπην καὶ μὴ βλέπων καμμίαν διάψευσιν τῶν γραφομένων κλονίζεται καὶ κλίνει νὰ παραδεχθῆ, ὅτι ἔχονται ἀληθείας τὰ καταγγελλόμενα. Ἐναντίον δὲ τῶν τάσεων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, αἱ ὁποῖαι ἔρχονται πλέον σαφῶς εἰς σύγκρουσιν μὲ τὴν ἱερὰν παράδοσιν καὶ ὑπερβαίνουν ὅρια ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν πρὸς περιθρίγκωσιν τῆς πνευματικῆς ἀμπέλου ἐκ μονιῶν λυμαινομένων αὐτήν, ἤρχισεν ἐσχάτως νὰ ἐκδηλώνεται ἀντίδρασις τὀσον ἐκ μέρους τοῦ λαϊκοῦ στοιχείου ὅσον καὶ τῶν κληρικῶν. Οὕτως ἐκ τῆς ἱερᾶς μονῆς Λογγοβάρδας Πάρου ἐν φυλλαδίω ὁ ἡγούμενος αὐτῆς π. Φιλόθεος Ζερβάκος διεμαρτυρήθη διὰ τὴν ἐν τῶ Πατριαρχικῶ ναῶ ἐπιμνημόσυνον δἐησιν ὑπὲρ ἀλλοθρήσκων. Ὁ γηραιὸς Σεβ. Μητροπολίτης Σάμου κ. Εἰρηναῖος δὲν ἔπαυσε νὰ διαμαρτύρεται διὰ σειρᾶς ἄρθρων διὰ τὸν τρυφερὸν ἐναγκαλισμὸν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μὲ τοὺς Προτεστάντας καυτηριάζων ἰδίως τὴν συμμετοχὴν ἱεραρχῶν εἰς τὰς συνεδριάσεις τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν. Εἰς τὴν κίνησιν αὐτὴν τὸ διαυγὲς ὄμμα τοῦ σεβασμίου Ἱεράρχου διαβλέπει, ὅτι τὰ κίνητρα εἶνε μᾶλλον πολιτικῆς φύσεως. «Ἐφʼ ὅσον – γράφει ὁ σεβάσμιος οὗτος Ἱεράρχης – ἡ πρεσβυγενὴς Ὀρθόδοξος Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία πιστεύει, κατὰ τὸ Σύμβολον τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως, ὅτι αὐτὴ εἶνε ἡ μία, ἁγία καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἀφοῦ ἐστάθη ἀκλόνητος εἰς τὴν ἱστορικήν της πορείαν μεταβιβάζουσα διὰ μέσου τῶν αἰώνων μέχρι σήμερον διὰ τῆς ἱερωσύνης, διὰ τῶν ἐπισκόπων της, τὴν ὕπαρξίν της, τοὺς θείους χαρακτῆρας της, ὡς ὥρισαν οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι, ὁ μέγας τῶν Ἐθνῶν Ἀπόστολος Παῦλος καὶ ἡ ἀδιάκοπος χορεῖα τῶν ἁγίων Πατέρων, ἀδυνατεῖ νὰ μετάσχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Χριστιανικοῦ Συμβουλίου, τὸ ὁποῖον ἀναζητεῖ νὰ εὕρη τὴν μίαν Ἁγίαν Ἐκκλησίαν. Ἐὰν μετεῖχεν εἰς αὐτὸ ὡς ὀργανικὸν μέλος, θὰ ἐβεβαίωνεν ὅτι δὲν πιστεύει ὅτι αὐτὴ ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία συμφώνως πρὸς τὴν γνησιότητα τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς πίστεως καὶ τὴν ἀκεραιότητα τῆς δογματικῆς της παραδόσεως» (Ἴδε Μητροπ. Σάμου Εἰρηναῖου, Ἡ Ὀρθόδοξος Ἑλληνικὴ Ἐκκλησία καὶ τὸ Οίκουμενικὸν Συμβούλιον τῶν Ἐκκλησιῶν, Ἀθῆναι 1952 σελ. 10-11). Ὁ σεβ. Μητροπολίτης Ἀργολίδος κ. Χρυσόστομος διὰ τοῦ ὑπʼ ἀριθμ. 1079 τῆς 4 Δεκεμβρίου 1961 γράμματος ἀποσταλέντος πρὸς ὁλόκληρον τὴν Ἱεραρχίαν καὶ εὐρέως κυκλοφορήσαντος καὶ σχολιασθέντος ἐν τῶ Τύπω ἐντονώτατα διεμαρτυρήθη «διὰ τὸ συντελεσθὲν Κοινωνικὸν ἔγκλημα», τ.ἔ. διὰ τὴν χειροτονίαν διγάμου. Ἡ χειροτονία αὕτη χαρακτηρίζεται ὡς πραξικόπημα κατὰ τῶν Ἱερῶν Κανόνων, κατὰ τοὺς ὁποίους «ἅπας δίγαμος εἰς ἱερωσύνην παρόσδεκτος». Ὡς σχολιάζει ἕτερος Ἀρχιερεύς, «οὐδεὶς καὶ οἱασδήποτε καταστάσεως προΐσταται ἀρχιερατεύων ἐν τῆ Ἁγία Ἐκκλησία, εἴτε Ἀρχιεπίσκοπος, εἴτε Μητροπολίτης, εἴτε Πατριάρχης, οὐδεὶς ἀπολύτως δύναται νὰ θέση ἑαυτὸν δικαστήν, πρὸς ἀκύρωσιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων, καὶ δὴ τοιαύτης θεμελιώδους σημασίας, τοὺς ὁποίους ἐθέσπισαν πράγματι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας Πατέρες, εἰς κατοχύρωσιν αὐτῆς. Ὅλαι αἱ ὄντως ἅγιαι Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι ἐπεβεβαίωσαν τὰς κανονικὰς ἀποφάσεις τῆς ἑκάστοτε προηγηθεῖσης, καὶ τῶν Τοπικῶν Συνόδων». Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Μαντινείας κ. Γερμανὸς ἐξ ἀφορμῆς τῶν ἀνακοινώσεών σας εἰς τὸν Τύπον περὶ τοῦ γάμου τῶν κληρικῶν ἐξέδωκε μακρὰν ἀνακοίνωσιν, ἐν τῆ ὁποία ἐκφράζων τὴν πλήρη ἀντίθεσίν του πρὸς τὴν ὑμετέραν σκέψιν γράφει τὰ ἐξῆς˙ «Τὸ ζήτημα τοῦτο διῆλθε τὴν ἐξέλιξιν αὐτοῦ διὰ μέσου τῶν αἰώνων ἐν τῆ Ὀρθοδόξω Ἐκκλησία καὶ καθωρίσθη ἡ ὀρθὴ ἄποψις αὐτοῦ εἰς Οἰκουμενικὰς Συνόδους, ὥστε ἡ σημερινὴ ἀνακίνησις αὐτοῦ θὰ ἀποτελέση κλονισμὸν ἐπικίνδυνον εἰς τὰ θεμέλια τῆς Ὀρθοδοξίας. Πᾶσα γνώμη ὑπὲρ τῆς δευτερογαμίας τῶν κληρικῶν ἀντίκειται εἰς τὴν ὑπὲρ τῆς ἀγαμίας διδασκαλίαν τοῦ Εὐαγγελίου αὐτοῦ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Α΄ Κορινθ. 7, 8). Δημιουργεῖ ἐνίσχυσιν τῶν ἀσθενῶν χαρακτήρων πρὸς τὰς σωματικὰς καὶ σαρκικὰς ἐπιθυμίας κατʼ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν πνευματικὴν ἐξύψωσιν τῶν χαρακτήρων, ἐφʼ ὕβρει τῶν μυριάδων ὁσίων καὶ ἁγίων ἀσκητῶν τῆς Ἐκκλησίας». Ἀλλʼ ἐκεῖνος, ὅστις ἐντονώτερον πάντων ὑψώνει φωνὴν διαμαρτυρίας διὰ τὰ ἐν τῶ Οἰκουμενικῶ Πατριαρχείω τεκταινόμενα εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας εἶνε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κερκύρας καὶ Παξῶν κ. Μεθόδιος. Οὗτος καὶ «ἀνοικτὸν γράμμα» ἀπηύθυνε πρὸς τὴν Ὑμετέραν Παναγιότητα, διὰ δὲ τοῦ ὑπʼ ἀριθμ. 3461 τῆς 13 Σεπτεμβρίου 1961 ἐγγράφου του πρὸς Ὑμᾶς μετὰ παρρησίας ἐκφράζει τὰς ἀπόψεις του ἐπῖ τοῦ προβληθέντος ζητήματος τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν, ἐφιστᾶ τὴν προσοχὴν τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος ἐπὶ τοῦ κινδύνου καὶ καταλήγει ὁ εὐθαρσὴς οὗτος Ἱεράρχης ὡς ἐξῆς˙ «Ὁμολογῶ, ὅτι δὲν συμφωνῶ εἰς ἕνωσιν ἐπὶ ἀναγνωρίσει τῶν παπικῶν ἀξιώσεων, καὶ πάσης ἄλλης κακοδοξίας. Ὑπενθυμίζω δὲ εὐθαρσῶς πρὸς πᾶσαν πλευράν, ὅτι διάκειμαι εὐλαβῶς πρὸς τά, ἅ καὶ βαθέως συναισθάνομαι, λεχθέντα ὑπὸ τοῦ ὑπερτάτου Ἀποστόλου Παύλου, ἐλληνιστὶ δὲ γραφέντα, «Εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρʼ ὅ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω». Ὁμοίως καὶ τὸ παρὰ τοῦ αὐτοῦ ὑπερτάτου Ἀποστόλου λεχθέν: «Εἰ ἔτι ἄνθρωπος ἤρεσκον, Χριστοῦ δοῦλος οὐκ ἄν ἤμην» (Γαλ. 1, 9-10). Ὁ ἴδιος Ἱεράρχης λαμβάνων ἀφορμὴν ἐκ διαλέξεως τοῦ Σεβ. Καρδιναλίου Πέτρου Γρηγορίου Agagianian, προϊσταμένου τῆς Propaganda Fide, συνέγραψεν ἰδιαίτερον βιβλίον, ἐν τῶ ὁποίων δημοσιεύων ἐν μεταφράσει ὁλόκληρον τὴν διάλεξιν τοῦ εἰρημένου Καρδιναλίου, δίδει τὴν πρέπουσαν ἀπάντησιν καὶ ἀποκαλύπτει τὰ βαθύτερα ἐλατήρια, τὰ ὁποῖα ὠθοῦν τὸν Πάπαν Ἰωάννην τὸν ΚΓ΄ πρὸς σύγκλησιν 21ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ταύτης, λέγει ὁ ἅγιος Κερκύρας, σκοπὸς εἶνε ἡ «ἐπιδίωξις ἀναγνωρίσεως εἰς τὸν Πάπαν τῆς Ρώμης, Ἀρχιερέα καὶ ἅμα Βασιλέα, ἰδιότητος παγχριστιανικῆς αὐθεντίας, ὡς ἀντιπροσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς. Ἐπιδίωξις ὑποταγῆς εἰς τὴν Ἁγίαν Ἕδραν, εἰς τὴν Ρωμαϊκὴν Ἐκκλησίαν, εἰς τὰς κακοδοξίας αὐτῆς ὡς θέσφατα, εἰς τὸ Βατικανόν, δηλαδή, εἰς τὴν Ρώμην». Ἀλλὰ καὶ τοῦ εὐσεβοῦς πληρώματος ἐξεδηλώθη ἡ ἀνησυχία, ὡς δύνασθε νὰ ἴδητε ῥίπτοντες ἕν βλέμμα εἰς ὅλα σχεδὸν τὰ ἐν Ἑλλάδι ἐκδιδόμενα θρησκευτικὰ φύλλα. Ἐξ ὅλων τῶν ἄρθρων μνημονεύομεν ἐδῶ δύο περισπούδαστα ἄρθρα, τοῦ σοφοῦ καθηγητοῦ κ. Παναγιώτου Τρεμπέλα δημοσιευθέντα εἰς τὸ περιοδικὸν «Σωτήρ». Ἐν αὐτοῖς τονίζεται ὁποίας δυσκολίας συναντᾶ ἡ προσπάθεια ἑνώσεως μετὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης. Ἡ ἕνωσις αὕτη ἐπὶ τοῦ παρόντος εἶνε ἀδύνατος, ἐφʼ ὅσον κυριαρχοῦν δόγμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης εἶνε τὸ ἀλάθητον τοῦ Πάπα, «τὸ ὁποῖον, ἵνα ἀκυρωθῆ, ὡς ὀρθῶς παρετήρησεν ὁ ἀείμνηστος Σέργιος Βουλγκάγκωφ, θὰ ἔπρεπε νὰ γίνη ἐν τῶ Καθολικισμῶ ἀνατροπή». Ὀρθῶς δὲ ἐν τοῖς εἰρημένοις ἄρθροις τονίζεται, ὅτι αἱ καινοτομία καὶ τὰ νέα δόγματα τὰ ὁποῖα ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρὸν ἡ Ρωμαϊκὴ Ἐκκλησία παρεισάγει εἰς τὴν ἐπίσημον διδασκαλίαν της, θολερὰν πηγὴν ἔχουν τὸ ἀλάθητον τοῦ Πάπα.
Τέλος καὶ ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀνησυχήσασα ἐκ τῶν ἑκάστοτε ἐκδηλώσεων τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, δηλώσεων αἱ ὁποῖαι σᾶς φέρουν προσκλίνοντα ἄλλοτε μὲν πρὸς τοὺς Παπικούς, ἄλλοτε δὲ πρὸς τοὺς Προτεστάντας, κατέληξεν εἰς τὴν ἀπόφασιν νʼ ἀποστείλη ἔγγραφον διαμαρτυρίας πρὸς Ὑμᾶς, εἰς τὸ ὁποῖον θὰ τονίζεται, ὅτι αἱ σκέψεις καὶ δηλώσεις Ὑμῶν ὡς Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐπὶ θεμελιωδῶν ζητημάτων τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ μὴ ἀφίστανται τῆς αἰωνοβίου Ὀρθοδόξου γραμμῆς, διότι τὸ Ὀρθόδοξον πλήρωμα παρακολουθεῖ ἀγρύπνως τὰς σχέσεις τοῦ Πρωτοθρόνου τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τοὺς ἑτεροδόξους καὶ ἀλλοδόξους καὶ δεόντως σχολιάζει αὐτὰς εἰς τὸ βάρος σας.
Ὁ εὐσεβὴς λαὸς φρουρὸς τῆς Ὀρθοδοξίας
Παναγιώτατε Δέσποτα! Σύντομον ἐδώκαμεν τὴν εἰκόνα τῆς ἀνησυχίας τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία διατελεῖ ἐν στενῆ πνευματικὴ σχέσει μετὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, προσφιλὴς θυγάτηρ τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας λογιζομένη. Ὑμεῖς, διαμένοντες ἐν περιοχῆ ἀλλοθρήσκου Κράτους, ἐν τῶ ὁποίω ἡ Ὀρθόδοξος κοινότης ἀποτελεῖ ἐλαχίστην μειοψηφίαν συστενάζουσαν κάτω ἀπὸ τὸν φόβον καὶ μὴ δυναμένην ἐλευθέρως νὰ ἐκδηλωθῆ, δὲν εἶσθε εἰς θέσιν νʼ ἀντιληφθῆτε ὁποίων ἐπικρίσεων καὶ σχολίων ἐν τῶ Ὀρθοδόξω Βασιλείω μας γίνονται ἀντικείμενον αἱ ὑμέτεραι σκέψεις καὶ ἐνέργειαι. Ἀσθενὴς καὶ ὑπόκωφος εἶνε ἡ διαμαρτυρία τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Κόλακες κληρικοί, διʼ ἴδια τέλη περιστοιχίζοντες τὸν Οἰκουμενικὸν Θρόνον, καίουν ἄφθονον τὸν λιβανωτὸν τῆς κολακείας πλέκοντες ἐγκώμια διὰ τὴν Ὑμετέραν Παναγιότητα καὶ κατʼ αὐτὴν ἀκόμη τὴν Μ. Παρασκευήν, ἡμέραν κατὰ τὴν ὁποίαν παλαιότεροι ἱεροκήρυκες τοῦ Πατριαρχείου, ἔχοντες συνείδησιν τῆς ὑψηλῆς ἀποστολῆς των, ἐκάλουν εἰς μετάνοιαν καὶ συντριβὴν καὶ αὐτὸν ἀκόμη τὸν ἐπὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἱστάμενον. Ἐὰν ὁ Θρόνος σας εὑρίσκετο ἐπὶ τοῦ Ὀρθοδόξου Βασιλείου μας, εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι θὰ ἐσκέπτεσθε πολὺ διὰ νὰ προβῆτε εἰς μίαν ἐκ τῶν ἀνωτέρω ἐπικρινομένων ἐνεργειῶν. Ὁ πιστὸς λαός, ὅστις διὰ μικροτέρας παραβάσεις διεμαρτυρήθη, καὶ ἐν τῶ καθεδρικῶ ναῶ τῆς Ἑλληνικῆς πρωτευούσης προέβη εἰς ἀποδοκιμασίας κατὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας, νομίζετε πῶς ὁ πιστὸς αὐτὸς λαὸς θὰ ἔμενεν ἀπαθὴς καὶ ἀδιάφορος ἀπέναντι τῶν ἐνεργειῶν σας; Θὰ ἦτο δύσκολον καὶ νὰ λειτουργήσετε, Παναγιώτατε, ἔστω καὶ ἐὰν σᾶς ἐφρούρει ὁλόκληρος ἡ ἀστυνομικὴ δύναμις τῶν Ἀθηνῶν. Καὶ οὕτω πως διαμαρτυρόμενος ὁ λαὸς δὲν θὰ ἠσέβει. Διότι ὁ ἐυσεβὴς λαός, κατὰ τὸ Κανονικὸν Δίκαιον, εἶνε ὁ ΦΡΟΥΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ καὶ ἔχει ὑποχρέωσιν, ὁσάκις ἀρχιερεὺς παρεκκλίνη ἐκ τῶν γραμμῶν τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ γυμνῆ τῆ κεφαλῆ κηρύττη τι ἀσυμβίβαστον πρὸς τὰ παραδεδειγμένα ὁ λαὸς αὐτὸς ὄχι μόνον νὰ διαμαρτύρεται, ἀλλὰ καὶ νὰ διακόπτη πᾶσαν πνευματικὴν σχέσιν μετὰ τοῦ οὕτω πως παρεκτρεπομένου ἀρχιερέως. Ἐπικαίρως δὲ ὑπενθυμίζεται ὑπὸ τοῦ κ. Τρεμπέλα, ὅτι ὁ εὐσεβὴς λαὸς ἐπὶ ἀυτοκράτορος Ἠρακλείου, ἔχων πνευματικοὺς ἡγήτορας δύο μοναχούς, τὸν Σωφρόνιον καὶ τὸν Μάξιμον, ἐπέτυχε τὴν καθαίρεσιν καὶ τὸν ἀναθεματισμὸν οὐ μόνον τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς ἀλλὰ καὶ τοῦ Πάπα Ρώμης, κατὰ δὲ τοὺς χρόνους τῆς ἐν Φλωρεντία συνόδου κατεξέσχισε τὸ ἑνωτικὸν ψήφισμα ὑπὸ τὴν ἡγεσίαν ἑνὸς καὶ μόνον ἐπισκόπου, τοῦ Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ.
Λύομεν τὴν σιωπήν
Γνωρίζοντες τὴν ὑψηλὴν ἰδέαν, τὴν ὁποίαν ἔχει ὁ Ἑλληνικὸς Λαὸς περὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἱστάμεθα καὶ ἡμεῖς μὲ αἰσθήματα εὐλαβείας ἀπέναντι αὐτοῦ καὶ ὁ κάλαμός μας, ὁ τόσον ὀξὺς πρὸς ἄλλας κατευθύνσεις, ὑπῆρξε πάντοτε συγκρατημένος, προκειμένου νὰ κρίνωμεν ἐνεργείας Πατριαρχικάς. Οὐκ ὀλίγαι δὲ ὑπῆρξαν αἱ περιπτώσεις, καθʼ ἅς ἐσιωπήσαμεν, ἵνα μὴ διὰ τῆς ἀρθρογραφίας μας δώσωμεν ἀφορμὴν ἀνιέρου ἐπιθέσεως εἰς τοὺς καραδοκοῦντες ἐχθροὺς τῆς Πίστεως. Φοβούμεθα τὸ ἁμάρτημα τοῦ Χάμ. Ἀλλὰ τὴν σιωπήν, τὴν ὁποίαν ἐτηρήσαμεν μέχρι τοῦδε, δὲν δυνάμεθα νὰ ἐξακολουθήσωμεν. Εἰς λύσιν σιωπῆς πιεζόμεθα ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν. Ἔσωθεν μὲν ὑπὸ τῆς συνειδήσεώς μας, ἡ ὁποία ἐξανίσταται. Ἔξωθεν δὲ ὑπὸ εὐλαβῶν τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν τέκνων, τὰ ὁποῖα πολλαχόθεν πρὸς ἡμᾶς ἀπευθυνόμεθα ἐκφράζουν τὴν ἀπορίαν των διὰ τὴν σιωπήν μας.
Θὰ λύσωμεν, λοιπόν, τὴν σιωπήν μας καὶ θὰ ἐκφράσωμεν τὴν ταπεινήν μας κρίσιν. Εὐτυχῶς, ὑπὲρ τῆς ἐλευθέρας διατυπώσεως τῶν γνωμῶν ἐπὶ θεμάτων ποὺ συγκλονίζουν τὰ πνεύματα τῶν Ὀρθόδόξων, θερμὸν συνήγορον εὕρομεν τὸν θεοφιλέστατον ἐπίσκοπον Μελόης κ. Αἰμιλιανόν, μόνιμον ἀντιπρόσωπον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχεῖου παρὰ τῶ Π.Σ.Ε. ἐν Γενεύη, ὅστις πιστότερον παντὸς ἄλλου διερμηνεύων τὰς σκέψεις τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος γράφει εἰς τὸ ἐπίσημον ὄργανον τοῦ Πατριαρχείου «Ἀπόστολος Ἀνδρέας» τὰ ἐξῆς: «Ἄς ἀφεθοῦν ἐλεύθεροι οἱ πιστοί μας νὰ ἐκφράζουν τὰς σκέψεις των καὶ νὰ ὑποδεικνύουν τὰ συμπτώματα τῶν γεγονότων, ἀναφέροντες τοὺς λόγους καὶ τὰς αἰτίας, ποὺ προὐκάλεσεν τὴν σύγχρονον ἀποστασίαν καὶ τὴν ἀναστάτωσιν τῆς μεταπολεμικῆς κοινωνίας. Ἄς ἀφεθοῦν ἐπίσης ἐλεύθεροι νὰ συζητοῦν τὰ ὑπὲρ καὶ τὰ κατὰ τῆς πνευματικῆς Ἐκκλησιαστικῆς μας ζωῆς. Διότι αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸ οὐσιῶδες προνόμιον ἑνὸς χριστιανοῦ, τὸ ὁποῖον μόνον εἰς ἀπολυταρχικὰ καὶ μοναρχικὰ συστήματα δὲν ἀναγνωρίζεται ὡς δικαίωμα» (Ἴδε φύλλον 17 Μαΐου 1961). Ἐκ τῶν γραφομένων σας, λοιπόν, λαμβάνομεν τὸ δικαίωμα, ἵνα ἐκφέρωμεν καὶ ἡμεῖς τὴν κρίσιν μας ἐπὶ ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων.
Θὰ ἠδυνάμεθα, Παναγιώτατε, καὶ ἐξ ἄλλης πλευρᾶς νὰ κρίνωμε τὰ ὑμέτερα. Καὶ ἡ πλευρὰ αὕτη εἶνε, ὅτι εἶσθε πνευματικὸς προϊστάμενος τῆς Ἑλληνικῆς μειονότητος, ἡ ὁποία, κατόπιν διεθνῶν συμβάσεων, παρέμεινεν ἐν τῶ νέω Τουρκικῶ Κράτει. Ἀναποσπάστως συνδέεσθε μετὰ τῆς μειονότητος ταύτης, ὡς ἡ κεφαλὴ μετὰ τοῦ σώματος. Πατριάρχης ἄνευ τῆς μειονότητος ταύτης δὲν δύναται νὰ νοηθῆ ἐν Κωνσταντινουπόλει, ὅπως καὶ ἰμάμης ἐν Ἑλλάδι δὲν δύναται νὰ νοηθῆ ἄνευ τῆς Τουρικικῆς μειονότητος. Ὑπάρχετε ἐν Κωνσταντινουπόλει, διότι ὑπάρχουν ἐκεῖ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες. Ἀλλʼ ἐνῶ οἱ ἐν Ἑλλάδι θρησκευτικοὶ ἡγέται τῆς Τουρκικῆς μειονότητος διὰ πᾶσαν ὑποτιθεμένην ἀδικίαν ἐκ μέρους τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας εἰς βάρος αὐτῆς διαμαρτύρονται ἐντονώτατα, Ὑμεῖς, Παναγιώτατε, θρησκευτικὸς ἡγέτης τῆς ἐν Τουρκία Ἑλληνικῆς μειονότητος τὶ ἐπράξατε κατὰ τὴν φοβερὰν ἐκείνην νύκτα, κατὰ τὴν ὁποίαν βαρβαρικὰ στίφη ἐπέδραμον κατὰ τῶν πνευματικῶν σας τέκνων, ληστεύοντες, φονεύοντες, ἀτιμάζοντες καὶ βεβηλοῦντες τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια; Ὑπάρχουν πολλοὶ ἐν Ἑλλάδι, ἀλλὰ καὶ ἐν Τουρκία, οἱ ὁποῖοι φρονοῦν, ὅτι ἐὰν ὑψώνατε τότε τὸ ἀνάστημά σας καὶ ἐγίνεσθε μιμητὴς ἀειμνήστων προκατόχων σας θυσιασθέντων ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου των, διαφορετικὴ θὰ ἦτο ἡ κατάστασις καὶ δὲν θὰ ὑφίστασθε τὸν ἐξευτελισμὸν νὰ συρθῆτε εἰς τὴν νῆσον τῶν Σκύλων ὡς μάρτυς (κατηγορίας ἤ ὑπερασπίσεως;) εἰς τὴν περιβόητον δίκην τῶν μεντερικῶν καθαρμάτων, τὰ ὁποῖα, διὰ λόγους πολιτικῆς σκοπιμότητος, ὑπῆρξαν οἱ κυριώτεροι ὑποκινηταὶ τῆς φοβερᾶς ἐκείνης ἐπιδρομῆς. Πίπτοντες τότε ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου σας θὰ περιεβάλλεσθε μὲ τὸν φωτοστέφανον τοῦ μάρτυρος καὶ τοῦ καλοῦ ποιμένος, καὶ ὁ ἁπανταχοῦ τῆς γῆς χριστιανικὸς κόσμος θὰ ἐκαυχᾶτο διὰ τὸ ὄνομά σας.
Θρησκευτικὴ στάσις τοῦ Πατριάρχου – Δέκα δείγματα
Ἀλλʼ ἐὰν διὰ τὴν στάσιν σας ἐκείνην εὑρίσκωνται ἄλλοι οἱ ὁποῖοι σᾶς δικαιολογοῦν, λέγοντες, ὅτι δὲν ἠδύνασθε νὰ πράξητε ἄλλως καὶ ὅτι μία τυχὸν σθεναρὰ ἐκδήλωλίς σας θὰ ἐξηρέθιζεν ἔτι μᾶλλον τὰ πνεύματα τῶν φανατισμένων ὀρδῶν καὶ θὰ εἴχομεν νὰ θρηνήσωμεν μεγαλυτέρας συμφορᾶς, διὰ τὴν θρησκευτικὴν ὅμως στάσιν, τὴν ὁποίαν λαμβάνετε ἐπὶ θεμάτων ἐσωτερικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, εἰς ἥν οὐδεὶς Μεντερὲς σᾶς πιέζει, πόσοι ἆρά γε νὰ εἶ’νε ἐκείνοι ἐκ τῶν εὐσεβῶν κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, οἱ ὁποῖοι σᾶς ἐπιδοκιμάζουν;
Δυστυχῶς, αἱ ἐνέργειαι τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, εἰς τὰς οποίας ὁ εὐσεβὴς λαὸς δὲν βλέπει τὸν Πατριάρχην ἄγρυπνον φρουρὸν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς, δὲν εἶναι ὀλίγαι. Πρὸς πίστωσιν ἀναφέρομεν ὡρισμένα δείγματα.
Πρῶτον˙ Πρὸ ἐτῶν εἰς πολιτικὰς ἐφημερίδας ἐδημοσιεύθη φωτογραφία τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος μετά… μιᾶς ἐξώμου δεσποινίδος, ἡ ὁποία ὑπὸ κοσμικῶν κύκλων ἐν αἰσχροῖς καλλιστείοις εἶχεν ἀνακηρυχθῆ μὶς Ἑλλάς. Ἡ φωτογραφία ἐκείνη εὐρύτατα κυκλοφορήσασα ἐν Ἑλλάδι ἐσκανδάλισε τὸν εὐσεβῆ λαόν. Ἦτο ἡ ἐποχή, καθʼ ἥν ἡ μὲν Ἱ. Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διʼ ἐγκυκλίου της ἀπεδοκίμαζε τὰ καλλιστεῖα, ὡς προσκρούοντα εἰς τὴν Χριστιανικὴν Ἠθικήν, ὁ δὲ εὐσεβὴς λαὸς τῶν Ἀθηνῶν ἠγωνίζετο διὰ τὴν ἐκρίζωσιν αὐτῶν.
Δεύτερον˙ Ἐπιστολή σας πρὸς συγγραφέα πνευματιστικοῦ βιβλίου, τὸ ὁποῖον ἐχαρακτηρίζατε ὡς περισπούδαστον ἔργον, ἔδωκε πτερὰ εἰς τὸν ἐν Ἑλλάδι πνευματισμόν, ὅστις ἐκαυχήθη καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ καυχᾶται, ὅτι ὁ Πατριάρχης διάκειται εὐμενῶς πρὸς τὴν κίνησίν των, μίαν κίνησιν, ἡ ὁποῖα συνιστᾶ θρησκείαν δαιμόνων.
Τρίτον˙ Καθὼς ἀνεγράφη είς τὸν ἡμερήσιον Τύπον, ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης περιοδεύουσα πρὸ ἐτῶν τὰς χώρας τῆς Μέσης Ἀνατολῆς εἰσῆλθε γυμνόπους εἰς τὸ ἐν Ἱεροσολύμοις τέμενος τοῦ Ὀμὰρ καὶ ἐκεῖ προσηυχήθη ὑπὲρ τοῦ Χουσεΐν. Ἐν δὲ τῶ Πατριαρχικῶ ναῶ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀνεπέμφθη ἐπιμνημόσυνος δέησις ὑπὲρ τεθνεώτων Τούρκων. Ἐπʼ αὐτῶν οὐδεμία ἐπίσημος διάψευσις ἐγένετο.
Τέταρτον˙ Εἰς τὸ ναΰδριον τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης παρουσία τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος έγένετο μεγαλοπρεπὴς ὑποδοχὴ τοῦ Ἁρμενίου Πατριάρχου, ὡς ἐὰν ἐπρόκειτο περὶ Ὀρθοδόξου Πατριάρχου, ὁ χορὸς ἐπὶ τῆ εἰσόδω του εἰς τὸν ναὸν ἔψαλε τὸ «εἰς πολλὰ Δέσποτα», ὁ δὲ διάκονος ἀνέπεμψε δέησιν ὑπὲρ «τοῦ Πατρὸς ἡμῶν Σινόρκι»! Ἀλλά, Παναγιώτατε, διατὶ λησμονεῖτε, ὅτι ὁ Ἁρμένιος Πατριάρχης εἶνε ἀρχηγὸς ἐκκλησίας, ἥτις ἀπεσπάσθη ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξίαν διʼ αἵρεσιν, ὡς ὑποστηρίζουσα τὸν Μονοφυσιτισμόν, τὸν ὁποῖον κατεδίκασεν ἡ Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος; Ἡ ἰδία δὲ Σύνοδος δὲν ἀνεθεμάτισε τὸν Διόσκουρον, τὸν ὁποῖον οἱ Ἁρμένιοι τιμοῦν ὡς ἅγιον; Πῶς λοιπὸν τοιαύτη πνευματικὴ κοινωνία μετὰ τῶν Ἁρμενίων, οἱ ὁποῖοι δὲν προέβησαν ἀκόμη εἰς σαφῆ ἀποκήρυξιν τῆς μονοφυσιτικῆς πλάνης καὶ δὲν ἀνεγνώρισαν τὸ κῦρος τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου;
Πέμπτον˙ Ἠνοίξατε τὰς ἀγκάλας σας καὶ ὑποδέχεσθε πάσης ἀποχρώσεως προτεστάντας καὶ ἐκφράζεσθε ὑπὲρ αὐτῶν ἐνθουσιωδῶς, καὶ εἶσθε ὁ θερμότερος ὑποστηρικτὴς τοῦ μωσαϊκοῦ, ὅπερ ὀνομάζεται Παγκόσμιον Συμβούλιον τῶν Ἐκκλησιῶν. Οἱ ἀντιπρόσωποί σας συμμετέχουν εἰς λατρευτικὰς ἐκδηλώσεις τῶν αἱρετικῶν ἀντιπροσώπων τῶν Προτεσταντικῶν ἐκκλησιῶν μεταξὺ τῶν ὁποίων περιλαμβάνονται ἀκόμη καὶ Ἀντιτριαδῖται.
Ἕκτον˙ Ἐκδηλώνετε αἰσθήματα φιλοφροσύνης πρὸς τὸν νῦν Πάπαν Ἰωάννην ΚΓ΄, δέχεσθε ἐν Φαναρίω τοὺς ἀπεσταλμένους του, διατάσσετε τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀμερικῆς Ἰάκωβον νὰ διέλθη ἐκ Ρώμης καὶ νὰ ἐπισκεφθῆ τὸν Πάπαν, εἶσθε δὲ πρόθυμος καὶ σεῖς ὁ ἴδιος νὰ βαδίσητε πρὸς Ρώμην εἰς συνάντησιν τοῦ ἀδελφοῦ. Καὶ ταῦτα, ἐνῶ εἶνε γνωστόν, ὅτι οὐδεμίαν μέχρι σήμερον ὑποχώρησιν ἔχει κάμη ἡ Παπικὴ Ἐκκλησία, πεισμόνως ἐμμένουσα εἰς τὰς καινοτομίας της. Ἔχει δὲ διασπείρει πανταχοῦ τοῦ Ὀρθοδόξου κόσμου τὰ ὄργανα τῆς φοβερᾶς Οὐνίας, τοῦ Δουρείου τούτου ἵππου διὰ τοῦ ὁποῖου ἐπιζητεῖται ἡ ἅλωσις τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἡ ὑποταγὴ τῶν πάντων εἰς τὸν μόνον κυρίαρχον, τὸν Πάπαν.
Ἕβδομον˙ Εἰς συνέντευξιν μετὰ Ἑλλήνων δημοσιογράφων φέρεσθε ἐκφρασθεὶς ὑπὲρ τοῦ γάμου τῶν κληρικῶν ὅλων τῶν βαθμῶν τῆς ἱερωσύνης, δυνάμενων καὶ μετὰ τὴν χιεροτονίαν των νὰ ἔλθουν εἰς γάμον.
Ὅγδοον˙ Ἐδώκατε τὴν ἄδειαν, καθὼς καταγγέλλεται, ἵνα θεολόγος, ὅστις εἶχε συνάψει δεύτερον γάμον, χειροτονηθῆ ἱερεύς. Ἀλλὰ καὶ πρὸ αὐτοῦ, καθῶς διαδίδεται, καὶ ἕτερος θεολόγος, καθηγητὴς ἱερατικῆς Σχολῆς, διαζευχθεὶς ἐκ τῆς πρώτης γυναικὸς καὶ συζευχθεὶς δευτέραν, τὴ ἐγκρίσει Ὑμῶν ἐχειροτονήθη καὶ αὐτὸς πρεσβύτερος. Ἐπʼ αὐτῶν οὐδεμία διάψευσις ἐκ μέρους τοῦ Πατριαρχείου ἐγένετο.
Ἕνατον˙ Εἰς συνέντευξιν μετὰ ξένου δημοσιογράφου φέρεσθε δηλώσας, ὅτι ἀποδέχεσθε καὶ αὐτὸ τὸ Filioque. «Μάλιστα, εἴπατε διὰ τὸ Ἅγ. Πνεῦμα, ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ». Δυστυχῶς καὶ αὐτὴ ἡ εἴδησις δὲν διεψεύσθη. Τὸ δὲ Filioque δὲν εἶνε λεπτομέρειά τις, τὴν ὁποίαν ἀδιαφόρως δυνάμεθα νʼ ἀντιπαρέλθωμεν ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι διὰ νὰ ἐπιτευχθῆ ἡ ἕνωσις μετὰ τῆς Παπικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλʼ ἀποτελεῖ σοβαρωτάτην καινοτομίαν. Ὡς ὀρθῶς ἔγραφεν ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Νευροκοπίου Γεώργιος Παπαγεωργιάδης, «μὲ τὴν προσθήκην τοῦ Filioque, ἤτοι τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ ἁγίου Πνεύματος καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ἐκτὸς τοῦ κακοῦ ὅτι προσθέτομεν διδασκαλίαν ἀνύπαρκτον, ἔχομεν δυαρχίαν ἐν τῆ Θεότητι, κατασπάραξιν τῆς ἱσότητος τῶν τριῶν προσώπων ἐν τῆ Θεότητι καὶ τὴν σπουδαιοτάτην συνέπειαν, ὅτι, ἐὰν ἀνοίξωμεν τὴν θύραν νὰ προσθέτωμεν ἤ νὰ μεταβάλωμεν, θὰ εἶνε ἄγνωστον ποῦ θὰ καταλήξωμεν» (Ἴδε Αἱ βάσεις τῆς Ἑνώσεως τῆς Δυτικῆς μετὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Ἀθῆναι, σελ. 36).
Δέκατον˙ Εἰς τὴν ἐν Ἀμερικῆ Ὀρθόδοξον παροικίαν ἔχουν κυκλοφορήσει εὐρέως ἐνυπόγραφα φυλλάδια, τῶν ὁποίων ἀντίτυπα ἔχουν ἀποσταλῆ καὶ εἰς τὴν Ἑλλάδα. Ἐν αὐτοῖς ῥίπτεται ἡ φοβερὰ κατηγορία, ὅτι τὀσον Ὑμεῖς, ὅσον καὶ ὁ ὑφʼ Ὑμῶν χειροτονηθεὶς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς Ἰάκωβος ἀνήκετε εἰς Μασονικὰς Στοάς. Ἡ εἴδησις αὕτη ἔχει καταταράξει τὰς συνειδήσεις τῶν πιστῶν. Ἡμεῖς δὲν θέλομεν νὰ παραδεχθῶμεν, ὅτι ἕνας Πατριάρχης καὶ ἕνας Ἀρχιεπίσκοπος ἀνήκουν εἰς τὴν ἀρνησίχριστον Μασονίαν. Ἀλλʼ ἐπειδὴ ἡ κατηγορία αὕτη πλήττει βαθέως τὸ θρησκευτικὸν συναίσθημα, θὰ ἔπρεπεν ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης νὰ μιμηθῆ ἐν τῶ σημείω τούτω ἀσκητήν, ὅστις κατηγορηθεὶς μὲ διαφόρους κατηγορίας ἐσιώπα, ἀλλὰ μόλις ἐξετοξεύθη ἐναντίον του ἡ κατηγορία, ὅτι ἦτο αἱρετικός, δὲν ὑπέμεινεν, ἐξανέστη τὸ πνεῦμά του, ἐτινάχθη ἐκ τῆς θέσεώς του καὶ ἐφώναξε μὲ ὅλην τὴν δύναμιν τῶν πνευμόνων του˙ «Ὄχι. Ἁμαρτωλὸς εἶμαι, ἀλλʼ αἱρετικὸς δὲν εἶμαι!». Καὶ τοῦτο λέγων ὁ ἀσκητὴς ἦτο σύμφωνος μὲ τὸ πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπερ θαυμασίως ἐκφράζεται εἰς μίαν ἐκ τῶν εὐχῶν τῆς Πεντηκοστῆς˙ «Σοὶ μόνω ἁμαρτάνομεν, ἀλλὰ καὶ Σοὶ μόνω λατρεύομεν. Οὐκ οἴδαμεν προσκυνεῖν Θεῶ ἀλλοτρίω οὐδὲ διαπετάζειν πρὸς ἕτερον Θεὸν τὰς ἑαυτῶν, Δέσποτα, χεῖρας».
Ὑγιὴς ἀντίδρασις
Τʼ ἀνωτέρω, Παναγιώτατε, ἐκ τῶν ἐφημερίδων, περιοδικῶν καὶ ἐντύπων πληροφορούμενος ὁ Ὀρθόδοξος λαὸς αἰσθάνεται βαθυτάτην λύπην καὶ μὴ βλέπων καμμίαν διάψευσιν τῶν γραφομένων κλονίζεται καὶ κλίνει νὰ παραδεχθῆ, ὅτι ἔχονται ἀληθείας τὰ καταγγελλόμενα. Ἐναντίον δὲ τῶν τάσεων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, αἱ ὁποῖαι ἔρχονται πλέον σαφῶς εἰς σύγκρουσιν μὲ τὴν ἱερὰν παράδοσιν καὶ ὑπερβαίνουν ὅρια ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν πρὸς περιθρίγκωσιν τῆς πνευματικῆς ἀμπέλου ἐκ μονιῶν λυμαινομένων αὐτήν, ἤρχισεν ἐσχάτως νὰ ἐκδηλώνεται ἀντίδρασις τὀσον ἐκ μέρους τοῦ λαϊκοῦ στοιχείου ὅσον καὶ τῶν κληρικῶν. Οὕτως ἐκ τῆς ἱερᾶς μονῆς Λογγοβάρδας Πάρου ἐν φυλλαδίω ὁ ἡγούμενος αὐτῆς π. Φιλόθεος Ζερβάκος διεμαρτυρήθη διὰ τὴν ἐν τῶ Πατριαρχικῶ ναῶ ἐπιμνημόσυνον δἐησιν ὑπὲρ ἀλλοθρήσκων. Ὁ γηραιὸς Σεβ. Μητροπολίτης Σάμου κ. Εἰρηναῖος δὲν ἔπαυσε νὰ διαμαρτύρεται διὰ σειρᾶς ἄρθρων διὰ τὸν τρυφερὸν ἐναγκαλισμὸν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μὲ τοὺς Προτεστάντας καυτηριάζων ἰδίως τὴν συμμετοχὴν ἱεραρχῶν εἰς τὰς συνεδριάσεις τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν. Εἰς τὴν κίνησιν αὐτὴν τὸ διαυγὲς ὄμμα τοῦ σεβασμίου Ἱεράρχου διαβλέπει, ὅτι τὰ κίνητρα εἶνε μᾶλλον πολιτικῆς φύσεως. «Ἐφʼ ὅσον – γράφει ὁ σεβάσμιος οὗτος Ἱεράρχης – ἡ πρεσβυγενὴς Ὀρθόδοξος Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία πιστεύει, κατὰ τὸ Σύμβολον τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως, ὅτι αὐτὴ εἶνε ἡ μία, ἁγία καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἀφοῦ ἐστάθη ἀκλόνητος εἰς τὴν ἱστορικήν της πορείαν μεταβιβάζουσα διὰ μέσου τῶν αἰώνων μέχρι σήμερον διὰ τῆς ἱερωσύνης, διὰ τῶν ἐπισκόπων της, τὴν ὕπαρξίν της, τοὺς θείους χαρακτῆρας της, ὡς ὥρισαν οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι, ὁ μέγας τῶν Ἐθνῶν Ἀπόστολος Παῦλος καὶ ἡ ἀδιάκοπος χορεῖα τῶν ἁγίων Πατέρων, ἀδυνατεῖ νὰ μετάσχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Χριστιανικοῦ Συμβουλίου, τὸ ὁποῖον ἀναζητεῖ νὰ εὕρη τὴν μίαν Ἁγίαν Ἐκκλησίαν. Ἐὰν μετεῖχεν εἰς αὐτὸ ὡς ὀργανικὸν μέλος, θὰ ἐβεβαίωνεν ὅτι δὲν πιστεύει ὅτι αὐτὴ ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία συμφώνως πρὸς τὴν γνησιότητα τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς πίστεως καὶ τὴν ἀκεραιότητα τῆς δογματικῆς της παραδόσεως» (Ἴδε Μητροπ. Σάμου Εἰρηναῖου, Ἡ Ὀρθόδοξος Ἑλληνικὴ Ἐκκλησία καὶ τὸ Οίκουμενικὸν Συμβούλιον τῶν Ἐκκλησιῶν, Ἀθῆναι 1952 σελ. 10-11). Ὁ σεβ. Μητροπολίτης Ἀργολίδος κ. Χρυσόστομος διὰ τοῦ ὑπʼ ἀριθμ. 1079 τῆς 4 Δεκεμβρίου 1961 γράμματος ἀποσταλέντος πρὸς ὁλόκληρον τὴν Ἱεραρχίαν καὶ εὐρέως κυκλοφορήσαντος καὶ σχολιασθέντος ἐν τῶ Τύπω ἐντονώτατα διεμαρτυρήθη «διὰ τὸ συντελεσθὲν Κοινωνικὸν ἔγκλημα», τ.ἔ. διὰ τὴν χειροτονίαν διγάμου. Ἡ χειροτονία αὕτη χαρακτηρίζεται ὡς πραξικόπημα κατὰ τῶν Ἱερῶν Κανόνων, κατὰ τοὺς ὁποίους «ἅπας δίγαμος εἰς ἱερωσύνην παρόσδεκτος». Ὡς σχολιάζει ἕτερος Ἀρχιερεύς, «οὐδεὶς καὶ οἱασδήποτε καταστάσεως προΐσταται ἀρχιερατεύων ἐν τῆ Ἁγία Ἐκκλησία, εἴτε Ἀρχιεπίσκοπος, εἴτε Μητροπολίτης, εἴτε Πατριάρχης, οὐδεὶς ἀπολύτως δύναται νὰ θέση ἑαυτὸν δικαστήν, πρὸς ἀκύρωσιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων, καὶ δὴ τοιαύτης θεμελιώδους σημασίας, τοὺς ὁποίους ἐθέσπισαν πράγματι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας Πατέρες, εἰς κατοχύρωσιν αὐτῆς. Ὅλαι αἱ ὄντως ἅγιαι Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι ἐπεβεβαίωσαν τὰς κανονικὰς ἀποφάσεις τῆς ἑκάστοτε προηγηθεῖσης, καὶ τῶν Τοπικῶν Συνόδων». Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Μαντινείας κ. Γερμανὸς ἐξ ἀφορμῆς τῶν ἀνακοινώσεών σας εἰς τὸν Τύπον περὶ τοῦ γάμου τῶν κληρικῶν ἐξέδωκε μακρὰν ἀνακοίνωσιν, ἐν τῆ ὁποία ἐκφράζων τὴν πλήρη ἀντίθεσίν του πρὸς τὴν ὑμετέραν σκέψιν γράφει τὰ ἐξῆς˙ «Τὸ ζήτημα τοῦτο διῆλθε τὴν ἐξέλιξιν αὐτοῦ διὰ μέσου τῶν αἰώνων ἐν τῆ Ὀρθοδόξω Ἐκκλησία καὶ καθωρίσθη ἡ ὀρθὴ ἄποψις αὐτοῦ εἰς Οἰκουμενικὰς Συνόδους, ὥστε ἡ σημερινὴ ἀνακίνησις αὐτοῦ θὰ ἀποτελέση κλονισμὸν ἐπικίνδυνον εἰς τὰ θεμέλια τῆς Ὀρθοδοξίας. Πᾶσα γνώμη ὑπὲρ τῆς δευτερογαμίας τῶν κληρικῶν ἀντίκειται εἰς τὴν ὑπὲρ τῆς ἀγαμίας διδασκαλίαν τοῦ Εὐαγγελίου αὐτοῦ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Α΄ Κορινθ. 7, 8). Δημιουργεῖ ἐνίσχυσιν τῶν ἀσθενῶν χαρακτήρων πρὸς τὰς σωματικὰς καὶ σαρκικὰς ἐπιθυμίας κατʼ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν πνευματικὴν ἐξύψωσιν τῶν χαρακτήρων, ἐφʼ ὕβρει τῶν μυριάδων ὁσίων καὶ ἁγίων ἀσκητῶν τῆς Ἐκκλησίας». Ἀλλʼ ἐκεῖνος, ὅστις ἐντονώτερον πάντων ὑψώνει φωνὴν διαμαρτυρίας διὰ τὰ ἐν τῶ Οἰκουμενικῶ Πατριαρχείω τεκταινόμενα εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας εἶνε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κερκύρας καὶ Παξῶν κ. Μεθόδιος. Οὗτος καὶ «ἀνοικτὸν γράμμα» ἀπηύθυνε πρὸς τὴν Ὑμετέραν Παναγιότητα, διὰ δὲ τοῦ ὑπʼ ἀριθμ. 3461 τῆς 13 Σεπτεμβρίου 1961 ἐγγράφου του πρὸς Ὑμᾶς μετὰ παρρησίας ἐκφράζει τὰς ἀπόψεις του ἐπῖ τοῦ προβληθέντος ζητήματος τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν, ἐφιστᾶ τὴν προσοχὴν τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος ἐπὶ τοῦ κινδύνου καὶ καταλήγει ὁ εὐθαρσὴς οὗτος Ἱεράρχης ὡς ἐξῆς˙ «Ὁμολογῶ, ὅτι δὲν συμφωνῶ εἰς ἕνωσιν ἐπὶ ἀναγνωρίσει τῶν παπικῶν ἀξιώσεων, καὶ πάσης ἄλλης κακοδοξίας. Ὑπενθυμίζω δὲ εὐθαρσῶς πρὸς πᾶσαν πλευράν, ὅτι διάκειμαι εὐλαβῶς πρὸς τά, ἅ καὶ βαθέως συναισθάνομαι, λεχθέντα ὑπὸ τοῦ ὑπερτάτου Ἀποστόλου Παύλου, ἐλληνιστὶ δὲ γραφέντα, «Εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρʼ ὅ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω». Ὁμοίως καὶ τὸ παρὰ τοῦ αὐτοῦ ὑπερτάτου Ἀποστόλου λεχθέν: «Εἰ ἔτι ἄνθρωπος ἤρεσκον, Χριστοῦ δοῦλος οὐκ ἄν ἤμην» (Γαλ. 1, 9-10). Ὁ ἴδιος Ἱεράρχης λαμβάνων ἀφορμὴν ἐκ διαλέξεως τοῦ Σεβ. Καρδιναλίου Πέτρου Γρηγορίου Agagianian, προϊσταμένου τῆς Propaganda Fide, συνέγραψεν ἰδιαίτερον βιβλίον, ἐν τῶ ὁποίων δημοσιεύων ἐν μεταφράσει ὁλόκληρον τὴν διάλεξιν τοῦ εἰρημένου Καρδιναλίου, δίδει τὴν πρέπουσαν ἀπάντησιν καὶ ἀποκαλύπτει τὰ βαθύτερα ἐλατήρια, τὰ ὁποῖα ὠθοῦν τὸν Πάπαν Ἰωάννην τὸν ΚΓ΄ πρὸς σύγκλησιν 21ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ταύτης, λέγει ὁ ἅγιος Κερκύρας, σκοπὸς εἶνε ἡ «ἐπιδίωξις ἀναγνωρίσεως εἰς τὸν Πάπαν τῆς Ρώμης, Ἀρχιερέα καὶ ἅμα Βασιλέα, ἰδιότητος παγχριστιανικῆς αὐθεντίας, ὡς ἀντιπροσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς. Ἐπιδίωξις ὑποταγῆς εἰς τὴν Ἁγίαν Ἕδραν, εἰς τὴν Ρωμαϊκὴν Ἐκκλησίαν, εἰς τὰς κακοδοξίας αὐτῆς ὡς θέσφατα, εἰς τὸ Βατικανόν, δηλαδή, εἰς τὴν Ρώμην». Ἀλλὰ καὶ τοῦ εὐσεβοῦς πληρώματος ἐξεδηλώθη ἡ ἀνησυχία, ὡς δύνασθε νὰ ἴδητε ῥίπτοντες ἕν βλέμμα εἰς ὅλα σχεδὸν τὰ ἐν Ἑλλάδι ἐκδιδόμενα θρησκευτικὰ φύλλα. Ἐξ ὅλων τῶν ἄρθρων μνημονεύομεν ἐδῶ δύο περισπούδαστα ἄρθρα, τοῦ σοφοῦ καθηγητοῦ κ. Παναγιώτου Τρεμπέλα δημοσιευθέντα εἰς τὸ περιοδικὸν «Σωτήρ». Ἐν αὐτοῖς τονίζεται ὁποίας δυσκολίας συναντᾶ ἡ προσπάθεια ἑνώσεως μετὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης. Ἡ ἕνωσις αὕτη ἐπὶ τοῦ παρόντος εἶνε ἀδύνατος, ἐφʼ ὅσον κυριαρχοῦν δόγμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης εἶνε τὸ ἀλάθητον τοῦ Πάπα, «τὸ ὁποῖον, ἵνα ἀκυρωθῆ, ὡς ὀρθῶς παρετήρησεν ὁ ἀείμνηστος Σέργιος Βουλγκάγκωφ, θὰ ἔπρεπε νὰ γίνη ἐν τῶ Καθολικισμῶ ἀνατροπή». Ὀρθῶς δὲ ἐν τοῖς εἰρημένοις ἄρθροις τονίζεται, ὅτι αἱ καινοτομία καὶ τὰ νέα δόγματα τὰ ὁποῖα ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρὸν ἡ Ρωμαϊκὴ Ἐκκλησία παρεισάγει εἰς τὴν ἐπίσημον διδασκαλίαν της, θολερὰν πηγὴν ἔχουν τὸ ἀλάθητον τοῦ Πάπα.
Τέλος καὶ ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀνησυχήσασα ἐκ τῶν ἑκάστοτε ἐκδηλώσεων τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, δηλώσεων αἱ ὁποῖαι σᾶς φέρουν προσκλίνοντα ἄλλοτε μὲν πρὸς τοὺς Παπικούς, ἄλλοτε δὲ πρὸς τοὺς Προτεστάντας, κατέληξεν εἰς τὴν ἀπόφασιν νʼ ἀποστείλη ἔγγραφον διαμαρτυρίας πρὸς Ὑμᾶς, εἰς τὸ ὁποῖον θὰ τονίζεται, ὅτι αἱ σκέψεις καὶ δηλώσεις Ὑμῶν ὡς Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐπὶ θεμελιωδῶν ζητημάτων τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ μὴ ἀφίστανται τῆς αἰωνοβίου Ὀρθοδόξου γραμμῆς, διότι τὸ Ὀρθόδοξον πλήρωμα παρακολουθεῖ ἀγρύπνως τὰς σχέσεις τοῦ Πρωτοθρόνου τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τοὺς ἑτεροδόξους καὶ ἀλλοδόξους καὶ δεόντως σχολιάζει αὐτὰς εἰς τὸ βάρος σας.
Ὁ εὐσεβὴς λαὸς φρουρὸς τῆς Ὀρθοδοξίας
Παναγιώτατε Δέσποτα! Σύντομον ἐδώκαμεν τὴν εἰκόνα τῆς ἀνησυχίας τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία διατελεῖ ἐν στενῆ πνευματικὴ σχέσει μετὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, προσφιλὴς θυγάτηρ τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας λογιζομένη. Ὑμεῖς, διαμένοντες ἐν περιοχῆ ἀλλοθρήσκου Κράτους, ἐν τῶ ὁποίω ἡ Ὀρθόδοξος κοινότης ἀποτελεῖ ἐλαχίστην μειοψηφίαν συστενάζουσαν κάτω ἀπὸ τὸν φόβον καὶ μὴ δυναμένην ἐλευθέρως νὰ ἐκδηλωθῆ, δὲν εἶσθε εἰς θέσιν νʼ ἀντιληφθῆτε ὁποίων ἐπικρίσεων καὶ σχολίων ἐν τῶ Ὀρθοδόξω Βασιλείω μας γίνονται ἀντικείμενον αἱ ὑμέτεραι σκέψεις καὶ ἐνέργειαι. Ἀσθενὴς καὶ ὑπόκωφος εἶνε ἡ διαμαρτυρία τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Κόλακες κληρικοί, διʼ ἴδια τέλη περιστοιχίζοντες τὸν Οἰκουμενικὸν Θρόνον, καίουν ἄφθονον τὸν λιβανωτὸν τῆς κολακείας πλέκοντες ἐγκώμια διὰ τὴν Ὑμετέραν Παναγιότητα καὶ κατʼ αὐτὴν ἀκόμη τὴν Μ. Παρασκευήν, ἡμέραν κατὰ τὴν ὁποίαν παλαιότεροι ἱεροκήρυκες τοῦ Πατριαρχείου, ἔχοντες συνείδησιν τῆς ὑψηλῆς ἀποστολῆς των, ἐκάλουν εἰς μετάνοιαν καὶ συντριβὴν καὶ αὐτὸν ἀκόμη τὸν ἐπὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἱστάμενον. Ἐὰν ὁ Θρόνος σας εὑρίσκετο ἐπὶ τοῦ Ὀρθοδόξου Βασιλείου μας, εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι θὰ ἐσκέπτεσθε πολὺ διὰ νὰ προβῆτε εἰς μίαν ἐκ τῶν ἀνωτέρω ἐπικρινομένων ἐνεργειῶν. Ὁ πιστὸς λαός, ὅστις διὰ μικροτέρας παραβάσεις διεμαρτυρήθη, καὶ ἐν τῶ καθεδρικῶ ναῶ τῆς Ἑλληνικῆς πρωτευούσης προέβη εἰς ἀποδοκιμασίας κατὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας, νομίζετε πῶς ὁ πιστὸς αὐτὸς λαὸς θὰ ἔμενεν ἀπαθὴς καὶ ἀδιάφορος ἀπέναντι τῶν ἐνεργειῶν σας; Θὰ ἦτο δύσκολον καὶ νὰ λειτουργήσετε, Παναγιώτατε, ἔστω καὶ ἐὰν σᾶς ἐφρούρει ὁλόκληρος ἡ ἀστυνομικὴ δύναμις τῶν Ἀθηνῶν. Καὶ οὕτω πως διαμαρτυρόμενος ὁ λαὸς δὲν θὰ ἠσέβει. Διότι ὁ ἐυσεβὴς λαός, κατὰ τὸ Κανονικὸν Δίκαιον, εἶνε ὁ ΦΡΟΥΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ καὶ ἔχει ὑποχρέωσιν, ὁσάκις ἀρχιερεὺς παρεκκλίνη ἐκ τῶν γραμμῶν τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ γυμνῆ τῆ κεφαλῆ κηρύττη τι ἀσυμβίβαστον πρὸς τὰ παραδεδειγμένα ὁ λαὸς αὐτὸς ὄχι μόνον νὰ διαμαρτύρεται, ἀλλὰ καὶ νὰ διακόπτη πᾶσαν πνευματικὴν σχέσιν μετὰ τοῦ οὕτω πως παρεκτρεπομένου ἀρχιερέως. Ἐπικαίρως δὲ ὑπενθυμίζεται ὑπὸ τοῦ κ. Τρεμπέλα, ὅτι ὁ εὐσεβὴς λαὸς ἐπὶ ἀυτοκράτορος Ἠρακλείου, ἔχων πνευματικοὺς ἡγήτορας δύο μοναχούς, τὸν Σωφρόνιον καὶ τὸν Μάξιμον, ἐπέτυχε τὴν καθαίρεσιν καὶ τὸν ἀναθεματισμὸν οὐ μόνον τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς ἀλλὰ καὶ τοῦ Πάπα Ρώμης, κατὰ δὲ τοὺς χρόνους τῆς ἐν Φλωρεντία συνόδου κατεξέσχισε τὸ ἑνωτικὸν ψήφισμα ὑπὸ τὴν ἡγεσίαν ἑνὸς καὶ μόνον ἐπισκόπου, τοῦ Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ.
Ὀλισθηρὰ ὁδὸς
Προκαλοῦν τοσαύτην κατάπληξιν αἱ ἐκ Κωνσταντινουπόλεως ἑκάστοστε μεταδιδόμεναι εἰδήσεις ὡς πρὸς τὴν γραμμήν, τὴν ὁποίαν θέλει νὰ χαράξη ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης διὰ τὸν πλοῦν τῆς Ὀρθοδόξου ὁλκάδος ἐν μέσω τοῦ συγχρόνου κόσμου, ὥστε οἱ πιστοὶ νὰ διερωτῶνται: Ποῦ θέλει νὰ ὁδηγήση τὸ σκάφος ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης; Καὶ ποῖοι οἱ βαθύτεροι σκοποί του; Ἡ ἐπιεικεστέρα κρίσις, τὴν ὁποίαν δύναταί τις νὰ ἐκφέρη ἐν προκειμένω, εἶνε ὅτι ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης, ἀγαθῆς τυγχάνουσα φύσεως καὶ ὑπὸ ἐμμόνου καταληφθεῖσα ἰδέας, ὅτι ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τῆς Πατριαρχείας της διʼ ὑποχωρήσεων καὶ συμβιβασμῶν εἶνε δυνατὸν νὰ ἐπέλθη ἡ ποθητὴ ἕνωσις ἤ τὸ προστάδιον αὐτῆς, ὅπερ ὑφʼ Ὑμῶν ἀποκαλεῖται ἑνότης (ἀκατανόητος καθʼ ἡμᾶς διάκρισις τῶν ἐννοιῶν ἕνωσις καὶ ἑνότης), ἐξαποστέλλει πανταχοῦ μηνύματα ἀγάπης, σκορπίζει μειδιάματα πρὸς πάντας καὶ συνεχῶς φωτογραφίζεται ἐν τοῖς προπυλαίοις τοῦ Πατριαρχείου μετὰ παντὸς ἑτεροδόξου καὶ νομίζει, ὅτι κατʼ αὐτὸν τὸν τρόπον σημειώνει σημαντικὸν βῆμα πρὸς τὸ ποθούμενον. Ὀφείλομεν νὰ σᾶς εἴπωμεν, ὅτι ἡ ὁδός, ἥν βαδίζετε διὰ τὴν ἐπίτευξιν ὑψίστου σκοποῦ, ὡς εἶνε ἡ ἕνωσις τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου, εἶνε, δυστυχῶς, ὀλισθηρά. Καθʼ ὅν χρόνον αἱ αἱρετικοὶ παντὸς τύπου ἀδίστακτοι, ἀσυμβίβαστοι, μὴ ὑποχωροῦντες οὐδὲ κατʼ ἐλάχιστον, ἀλλὰ σφοδρῶς διαβάλλοντες τὴν Ὀρθοδοξίαν, ὡς ἀγέλαι λύκων ἔχουν εἰσβάλει εἰς τὸν Ὀρθόδοξον χῶρον καὶ ἀφαρπάζουν τὰ πρόβατα ἐκ τῆς μάνδρας τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὑμεῖς, Παναγιώτατε, καὶ οἱ συνοδοιποροῦντες ὑμῖν ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἀντί νʼ ἁρπάσετε τὰς ποιμαντορικάς σας ῥάβδους καὶ νὰ καταδιώξετε μακρὰν τοὺς λυμεῶνας τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, Ὑμεῖς μετὰ τῶν ἀρχηγῶν τῶν αἱρετικῶν ἀνοίγετε εὐχάριστον «κουβεντολόϊ», χαριεντίζεσθε, ἐναγκαλίζεσθε, ἀσπάζεσθε, συντρώγετε, συμψάλλετε, συμπροσεύχεσθε. Δηλαδή, βοσκοὶ σεῖς τῆς ἱερᾶς ποίμνης, ἀνοίγετε τὰς θύρας καὶ ὑποδέχεσθε τοὺς λύκους θωπεύοντας αὐτοὺς ἐν τῶ τρώγειν τὰ πρόβατά σας. Ποῦ τὸ πνεῦμα τῆς ἀντιστάσεως κατὰ τῆς πλάνης, ὅπερ ἐξέφραζεν ὁ ὠκεανὸν ἀγάπης εἰς τὸ στῆθός του ἐγκλείων ἠγαπημένος μαθητὴς ὅταν ἐν Πνεύματι Ἁγίω ἀπηύθυνε πρὸς τὰ πιστὰ τῆς Ἐκκλησίας τέκνα τὴν σύστασιν: «Εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκείαν, καὶ χαίρειν αὐτῶ μὴ λέγετε˙ ὁ γὰρ λέγων αὐτῶ χαίρειν κοινωνεὶ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» (Β΄ Ἰωάν. 10-11).
Εὑρίσκεσθε, Παναγιώτατε, ἐπὶ τοῦ θρόνου, τὸν ὁποῖον ἐκλέϊσαν μεγάλοι τῆς Ὀρθοδοξίας πρόμαχοι, Πατέρες καὶ Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, καὶ θὰ ἔπρεπεν ἡμέρας καὶ νυκτὸς νὰ ἀκούωνται ἔναυλοι εἰς τὰ ὦτά σας οἱ θεσπέσιοι αὐτῶν λόγοι. Ὑπάρχει, ἐκήρυττεν ὁ χρυσορρήμων Πατήρ, κακὴ ὁμόνοια ἀλλὰ καὶ καλὴ διαφωνία. Καὶ δὲν πρέπει χάριν τῆς κακῆς ὁμονοίας νὰ θυσιάζωνται ὕψιστα συμφέροντα τῆς πίστεως. Ἄς μελετηθῆ ἡ 57η ὁμιλία τοῦ ἱεροῦ Πατρὸς εἰς τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον, ἐν τῆ ὁποία γίνεται διάκρισις μεταξὺ καλῆς καὶ κακῆς ὁμονοίας (Ε. Π. Migne 59, 314). Ὁ δὲ Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνὸς προκειμένου περὶ σχέσεων μετὰ αἱρετικῶν ἔλεγε τὸ περίφημον ἐκεῖνο˙ «Αἱρετώτερον πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης ἀπὸ Θεοῦ», ὡς καὶ τὸ ἕτερον ἐκεῖνο˙ «Οἴδα ὥσπερ στάσιν βελτίστην, οὕτω καὶ ὁμονοίαν βλαβερωτάτην». Εἰς βλαβερωτάτην προφανῶς ὁμόνοιαν τείνουν αἱ μετὰ τῶν ἑτεροδόξων τρυφεραὶ σχέσεις, εἰς ἅς πρωτοστατεῖ τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον. Τὸ παράδειγμά σας ἐξασκεῖ τεραστίαν ἐπίδρασιν ἐπὶ τοῦ λαοῦ. Ἡ διαχωριστικὴ γραμμὴ μεταξὺ ὀρθῆς πίστεως καὶ πλάνης, ἡ χαραχθεῖσα ὑπὸ τῶν Πατέρων καὶ εὐκρινῶς διακρινομένη, διὰ τῶν ἐνεργειῶν σας τείνει νὰ ἐξαλειφθῆ εἰς τὰ ὄμματα πολλῶν, οἱ ὁποῖοι τὸ ὑμέτερον παράδειγμα ἔχοντες ὑπʼ ὄψιν ἀδεῶς καὶ ἀφόβως συναναστρέφονται αἱρετικοὺς καὶ καταντοῦν εὔκολως αὐτῶν λεία.
Νοσταλγοῦν Ὀρθοδοξίαν;
Ἀλλʼ ἴσως μᾶς εἴπη τις: Διατὶ μυωπάζετε; Δὲν βλέπετε τὴν τεραστίαν κίνησιν, ἡς ὁποία παρατηρεῖται ἐσχάτως μεταξὺ τῶν ἑτεροδόξων διὰ τὰ θέματα τῆς Ὀρθοδοξίας; Δὲν βλέπετε τὴν νοσταλγίαν των διὰ τὴν ἀρχαίαν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας μας; Τὰ βλέπομεν καὶ τὰ ἀκούομεν. Ἀλλʼ εἴμεθα δύσπιστοι. Ἔχομεν λόγους, διὰ τοὺς ὁποίους θεωροῦμεν, ὅτι οἱ ἐπαινετικοὶ λόγοι τῶν ἑτεροδόξων συγγραφέων διὰ τὴν Ὀρθοδοξίαν, αἱ ὁμιλία καὶ αἱ διαλέξεις αὐτῶν εἰς τὰς πρωτευούσας Ὀρθοδόξων χωρῶν, τὰς ὁποίας τόσων ἐνθουσιωδῶς χαιρετίζουν οἱ ἡμέτεροι, εἶνε ἀπλῶς κολακευτικοὶ λόγοι, ὡς οἱ λόγοι τῆς πονηρᾶς ἀλώπεκος τοῦ Αἰσωπείου μύθου, διὰ τῶν ὁποίων αὕτη κατώρθωσε νὰ ἀποσπάσν η ἐκ τοῦ ῥάμφους ἀνοήτου πτηνοῦ ἐκλεκτὸν τεμάχιον κρέατος. Οἱ ἐπαινετικοί των λόγοι εἶνε ἐλκυστικὰ καταπότια, τὰ ὁποῖα κάτω ἀπὸ τὴν μελλίπηκτον ἐπιφάνειαν κρύπτουν τὸ δηλητήριον. Ἄς μὴ παρασυρώμεθα. Εἶνε τὸ δέλεαρ τῆς πλάνης. Ὡς πρὸς δὲ τοὺς ὑποτιθεμένους στεναγμούς των διὰ τὴν έπιστροφήν των εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν ἔχομεν νὰ παρατηρήσωμεν, ὅτι ἐὰν πράγματι τοιαύτη διάθεσις, θὰ εἶχε γίνει ἔργον. Ἐφʼ ὅσον, καθὼς λέγουν, ἀνεκάλυψαν τὴν πηγήν, τὶ τοὺς ἐμποδίζει νὰ σπεύσουν καὶ νὰ κατασβέσουν τὴν δίψαν των εἰς τὰ διαυγῆ καὶ κρυστάλλινα ὕδατα; Ἐφʼ ὅσον θαυμάζουν τὴν Ὀρθοδοξίαν, διατὶ δὲν ἐπιστρέφουν πρὸς αὐτήν; Ὀρθῶς ὑπὸ Ὀρθοδόξου στοχαστοῦ παρετηρήθη ὅτι˙ «Ἐφʼ ὅσον οἱ ἐνθουσιαστικοὶ αὐτοὶ χαρακτηρισμοὶ δὲν ἐκκινοῦν ἀπὸ μίαν εἰλικρινῆ καὶ ἀνυπόκριτον ἐπιστροφὴν πρὸς τὴν Ὀρθοδοξίαν, παραμένουν λόγοι ὑπηρετοῦντες ἄλλας σκοπιμότητας καὶ ἄλλα σχέδια, ἅτινα δὲν ὑποπίπτουν εὐχερῶς εἰς τῶν πλημμελῶς μεμυημένων τὰς συνειδήσεις καὶ κακῶς θεωροῦνται ὡςπραγματικὴ ἀγάπη καὶ ἐκτίμησις τῆς Ὀρθοδοξίας. Πρόκειται περὶ μιᾶς μορφῆς «ἐπιθέσεως εἰρήνης» κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, χωρὶς ἐν τῆ οὐσία ἡ Δύσις νὰ μετακινῆται οὐδὲ κατὰ πολλοστημόριον ἀπὸ τὰς αἰωνοβίους καταστάσεις καὶ πεπλανημένας θέσεις της». (Ἴδε Φιλοκαλίαν τῶν ἱερῶν νηπτικῶν, τόμ Α΄, πρόλογον, σελ. ιγ΄, ἔκδοσ. «Ἀστέρος», Ἀθῆναι 1957).
Ἡ ἀνοχὴ ἐνοχὴ – Ἡ σιωπὴ ἔγκλημα
Παναγιώτατε Δέσποτα! Δὲν γνωρίζομεν ὁποίαν ἀπήχησιν θὰ ἔχη εἰς τὴν ὑμετέραν καρδίαν ἡ ἀσθενὴς φωνὴ ἑνὸς ἱερομονάχου, ὅστις μὲ πολὺν πόνον καὶ κατόπιν μακρᾶς σιωπῆς ἀπεφάσισε νʼ ἀπευθύνη τὴν παροῦσαν ἀνοικτὴν ἐπιστολὴν πρὸς τὴν κορυφὴν τῆς Ὀρθοδοξίας. Προσωπικόν τι πάθος δὲν μᾶς ἐκίνησε. Μία ἀνησυχία διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν, ἥν ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ ἐν τῶ αἰῶνι τούτω τῆς τρομερᾶς συγχύσεως πρέπει νὰ διαφυλάξωμεν, ἀνησυχία διάχυτος μεταξὺ ὅλων τῶν πιστῶν τῆς Ὀρθοδοξίας, λαϊκῶν καὶ κληρικῶν, ἔφθασε καὶ μέχρι τῆς ἰδικῆς μου καρδίας, ἥν καὶ ἐδόνησεν, καὶ ἔντρομος γενόμενος ἐπὶ τῆ σκέψει καὶ μόνον ὅτι προδοσία τις, ἐνσυνείδητος ἤ ἀσυνείδητος συντελεῖται εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας, μὲ ἔκαμεν, ἵνα ἐκ τῆς μικρᾶς μου σκοπιᾶς κρούσω κἀγὼ τὸν κώδωνα τοῦ κινδύνου. Λόγω τῆς ὀλισθηρᾶς ὁδοῦ, τὴν ὁποίαν βαδίζετε, προκαλεῖται ἀντίδρασις τῶν ὑγιῶν πνευμάτων, καὶ ἐπεξεργασία τις συντελεῖται εἰς τὰς ψυχὰς τῶν Ὀρθοδόξων καὶ στάσις τις βελτίστη, ἵνα κατὰ Γρηγόριον τὸν Ναζιανζηνὸν εἴπωμεν, κυοφορεῖται. Ὄχι. Δὲν εἶνε πλέον ἀνεκτὰ τὰ ὅσα ἐπιπολαίως ἀκούονται ἑκάστοτε ἐκ τῶν Πατριαρχικῶν χειλέων. Ἡ περαιτέρω ἀνοχὴ εἶνε πλέον ἐνοχή. Καὶ ἡ σιωπὴ εἶνε ἔγκλημα. Καὶ τοῦ ἐγκλήματος τούτου δὲν θέλει τις νὰ εἶνε ἔνοχος. Ἁμαρτωλοὶ εἴμεθα πάντες, ἀλλʼ ἀσεβεῖς, προδόται τῆς ἱερᾶς παρακαταθήκης δὲν θὰ γίνωμεν. Ἡ Ὀρθόδοξος πίστις εἶνε τὸ μόνον καταφύγιόν μας, εἶνε ἡ βεβαία ἐλπίς, εἶνε ἡ κιβωτὸς ἐν τῶ συγχρόνω κατακλυσμῶ. Καὶ ἄν ὑπάρχουν ἐν τῆ κιβωτῶ κόρακες, ἄς ἐξέλθουν διὰ νὰ εὕρουν ἄφθονον τροφὴν ἐπὶ τῶν τυμπανιαίων πτωμάτων τῆς πλάνης. Ἐὰν ὑπάρχουν δʼ ἐν τῶ κόσμω περιστεραί, μὴ εὑρίσκουσαι ἀνάπαυσιν εἰς τὰ ποικίλα σχήματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ ἐπιστρέψουν εἰς τὴν κιβωτόν, σεῖς, ὡς ἄλλος Νῶε, ἀνοίξατε τὰς θυρίδας καὶ δεχθῆτε τὰς ψυχὰς αὐτάς.
Διεμαρτυρόμεθα! Ἀνακρούσατε πρύμναν
Παναγιώτατε Δέσποτα! Ἔχετε ὑποχρέωσιν νʼ ἀκούσετε τὰς ἁγνὰς φωνὰς τοῦ διαμαρτυρομένου πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Μὴ γίνεσθε ἀκροβάτης ἐπὶ λεπτοτάτων τῆς πίστεως θεμάτων. Ὁ κίνδυνος εἶνε μέγας. Τὸ βάραθρον βαθύ. Ἐφʼ ὅσον ὑπάρχει ἀκόμη καιρός, ἀνακρούσατε πρύμναν, ἵνα ἡ ὁλκὰς τῆς Ὀρθοδοξίας μὴ ὑφίσταται ἐπικινδύνους ἀμφιταλαντεύσεις μεταξὺ τῶν ῥευμάτων ποὺ ἐξεγείρουν οἱ σφοδροὶ ἄνεμοι τῶν Παπικῶν καὶ τῶν Προτεσταντῶν. Σταθερὰ πρέπει νὰ εἶνε ἡ πορεία τοῦ σκάφους ἐπὶ τῆς γραμμῆς πλεύσεως, ἥν καθώρισαν ἐν Πνεύματι Ἁγίω αἱ Οἰκουμενικαὶ καὶ Τοπικαὶ Σύνοδι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ ἕνωσις τῶν ἐκκλησιῶν, ὑπὲρ τῆς ὁποίας πᾶς πιστὸς εὔχεται, ὡς ἔχουν σήμερον τὰ πράγματα, προσκρούει εἰς τὴν Παπικὴν ὑπερφροσύνην ἀφʼ ἑνὸς καὶ εἰς τὴν ἐκ τῆς ἰδίας πηγῆς, τῆς ὑπερφροσύνης, προελθοῦσαν θρησκευτικὴν πανσπερμίαν καὶ ἀναρχίαν τῶν Προτεσταντῶν ἀφʼ ἑτέρου, ὦν ἕκαστος εἶνε καὶ ἕνας μικρὸς πάπας διεκδικῶν διʼ ἑαυτὸν τὸ ἀλάθητον. Ἡ ἕνωσις εἰς τοιαῦτα φοβερὰ ἐμπόδια προσκρούουσα εἶνε ἐπὶ τοῦ παρόντος ἀνέφικτος, ἐγγίζουσα τὰ ὅρια τοῦ θαύματος, ὅπερ θαῦμα κἄποτε βεβαίως θέλει συντελεσθῆ, διότι «τὰ δυνατὰ παρʼ ἀνθρώποις δυνατά ἐστι παρὰ τῶ Θεῶ». Ἡμεῖς δέ, καθὼς λέγει ὁ διαπρεπὴς Ρῶσσος Θεολόγος Florovksy, πρέπει νὰ μὴ ἀποβάλωμεν τὴν ἐλπίδα τοῦ θαύματος.
Προσέξωμεν τὴν Ἐκκλησίαν μας – Τακτοποιήσωμεν τὰ τοῦ οἴκου μας
Ἐν τῶ μεταξὺ ὅμως μέγας ἀγὼν πρόκειται διὰ τὴν Ὀρθοδοξίαν. Διότι ἄς τὸ ὁμολογήσωμεν ἐν συντριβῆ. Δὲν εἶνε μικρὸν τὸ περὶ ἡμᾶς θρησκευτικὸν καὶ ἠθικὸν χάος, ὅπερ προέρχεται ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτιἡ ζωὴ τῆς πλειονότητος τῶν Ὀρθοδόξων δὲν συμβαδίζει μὲ τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν μας. Καὶ οὕτω κατέχομεν τὴν ἀλήθειαν ἐν ἀδικία (Ρωμ. 1, 18). Νʼ ἀπαριθμήσωμεν ἐδῶ τὰ δεινά, τὰ ὁποῖα λυμαίνονται τὸν Ὀρθόδοξον κόσμον; Σεῖς, ὡς ἐπὶ ὑψίστης σκοπιᾶς εὑρισκόμενος, εἶσθε εἰς θέσιν νὰ γνωρίζετε τὴν θλιβερὰν κατάστασιν. Ἄς προσέξωμεν λοιπὸν τὴν Ὀρθοδοξίαν μας. Ἄς τακτοποιήσωμεν τὰ ἐν τῶ οἴκω μας. Ἄς ἀγαπήσωμεν τὴν εὐπρέπειαν τῆς ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας. Ἄς ἐκκαθαρίσωμεν τὴν ἐκκλησιαστικὴν καὶ θρησκευτικὴν ζωήν μας ἐκ τῶν μιασμάτων τοῦ κόσμου. Ἄς ἐνισχύσωμεν τοὺς δεσμοὺς τῶν ἐπὶ μέρους Ἐκκλησιῶν τῆς Ὀρθοδοξίας, τοὺς ὁποίους, ὡς μὴ ὤφελε, φυλετικὰ πάθη καὶ κοσμικὰ συμφέροντα ἔχουν χαλαρώσει καὶ διασπάσει. Ἄς ἀναπτύξωμεν ἐσωτερικὴν ἱεραποστολὴν καὶ ἄς ἐπιδιώξωμεν, ἵνα πᾶς Ὀρθόδοξος ὁπουδήποτε γῆς καὶ ἄν εὑρίσκεται, ἀποκτήση συνείδησιν τῆς ἀνεκτιμήτου ἀξίας, τὴν ὁποίαν περικλείει ἡ Ὀρθοδοξία. Ἐὰν ταῦτα, Παναγιώτατε, γίνουν, τότε ἡ Ὀρθοδοξία θʼ ἀνακύψη μὲ ὅλην τὴν ἔκπαγλον μεγαλοπρέπειάν της καὶ οἱ ἀντικείμενοι τῆ εὐσεβεία θὰ θαυμάσουν καὶ θʼ ἀναφωνήσουν˙ «Τὶς αὕτη ἡ ἐκκύπτουσα ὠσεὶ ὄρθρος, καλὴ ὡς σελήνη, ἐκλεκτὴ ὡς ὁ ἥλιος, θάμβος ὡς τεταγμέναι;» (Ἆσμα Ἀσμάτων 6, 10).
Ἔρως Ὀρθοδοξίας πνεῦμα ἀντιστάσεως
Ἐὰν ὅμως αἱ ἁγναὶ φωναὶ δὲν θέλουν εἰσακουσθῆ, καὶ ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης καὶ οἱ μετʼ αὐτῆς συνοδοιποροῦντες ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἐκ τῆς γεφύρας τοῦ σκάφους ἐξακολουθῆτε νὰ ἐξαποστέλλετε συνθήματα πολλὴν δημιουργοῦντα τὴν σύγχυσιν καὶ τὴν ταραχήν, τότε μετὰ πολλῆς τῆς λύπης πρέπει νὰ σᾶς εἴπωμεν, ὅτι τοιαύτη τακτικὴ δὲν θὰ μείνη ἄνευ συνεπειῶν. Δόξα τῶ Θεῶ, ὑπάρχει ἐν τῆ μαρτυρικῆ ταύτη γῆ, ἐν ἦ κατοικοῦμεν, ἔρως Ὀρθοδοξίας καὶ πνεῦμα ἀντιστάσεως. Λαϊκοὶ ζῶντες ἐκ τοῦ τιμίου ἱδρῶτός των, πιστὰ τῆς Ἐκκλησίας τέκνα, ἐγκρατεῖς θεολόγοι, εὐλαβεῖς διάκονοι, πρεσβύτεροι καὶ ἐπίσκοποι, ἐπὶ πᾶσι δὲ ὅσιοι καὶ ἀσκηταί, ζῶντες διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Ἰησοῦ ἐν ταῖς ὀπαῖς καὶ τοῖς σπηλαίοις τῆς γῆς καὶ νυχθημερὸν χύνοντες δάκρυα ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁσονδήποτε ὀλίγοι καὶ ἄν εἶνε οὗτοι, θὰ ἐξεγερθοῦν. Θὰ τοὺς ἐξεγείρη τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Καὶ οἱ ὀλίγοι αὐτοὶ εἶνε ἱκανοὶ νὰ ματαιώσουν πᾶσαν βουλὴν ἀντικειμένην τῆ Ὀρθοδοξία, νʼ ἀφαιρέσουν τὸ πηδάλιον ἐκ τῆς χειρὸς ἀναξίων ἀρχιερέων καὶ νὰ τὸ παραδώσουν ἄλλοις, ἵνα καὶ πάλιν ἡ ὁλκὰς τῆς Ὀρθοδοξίας εὐθυδρομήση. Δὲν ἔχει τίποτε νὰ χάση ἡ Ἐκκλησία ἐὰν 5 καὶ 10 καὶ 20 καὶ 30 ἀρχιερεῖς, ἀρχιεπίσκοποι καὶ πατριάρχαι πέσουν ἐκ τῶν θρόνων των χάριν τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἄς φωνάξωμεν καὶ ἡμεῖς μετὰ τοῦ Σεβασμ. Κερκύρας κ. Μεθοδίου πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν, ὅτι προδοσίαν δὲν θὰ ἀνεχθῆ ὁ Ἑλληνικὸς λαός, ἕνας λαὸς ὁ ὁποῖος ἐγέννησεν ἄλλοτε Φωτίους, Κηρουλαρίους καὶ Μάρκους Εὐγενικούς.
Ἀλλʼ εἰ καὶ τούτω λαλοῦμεν, ἐλπίζομεν περὶ Ὑμῶν, Παναγιώτατε, τὰ κρείττονα καὶ ἐχόμενα σωτηρίας. Καὶ μὲ τὴν ἐλπίδα αὐτήν, τὴν ὁποίαν εἴθε ἡ Ἁγία Τριὰς διὰ πρεσβειῶν ὅλων τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων τῆς ἀμωμήτου Πίστεώς μας, εἴθε νὰ μὴ διαψεύση.
Προκαλοῦν τοσαύτην κατάπληξιν αἱ ἐκ Κωνσταντινουπόλεως ἑκάστοστε μεταδιδόμεναι εἰδήσεις ὡς πρὸς τὴν γραμμήν, τὴν ὁποίαν θέλει νὰ χαράξη ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης διὰ τὸν πλοῦν τῆς Ὀρθοδόξου ὁλκάδος ἐν μέσω τοῦ συγχρόνου κόσμου, ὥστε οἱ πιστοὶ νὰ διερωτῶνται: Ποῦ θέλει νὰ ὁδηγήση τὸ σκάφος ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης; Καὶ ποῖοι οἱ βαθύτεροι σκοποί του; Ἡ ἐπιεικεστέρα κρίσις, τὴν ὁποίαν δύναταί τις νὰ ἐκφέρη ἐν προκειμένω, εἶνε ὅτι ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης, ἀγαθῆς τυγχάνουσα φύσεως καὶ ὑπὸ ἐμμόνου καταληφθεῖσα ἰδέας, ὅτι ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τῆς Πατριαρχείας της διʼ ὑποχωρήσεων καὶ συμβιβασμῶν εἶνε δυνατὸν νὰ ἐπέλθη ἡ ποθητὴ ἕνωσις ἤ τὸ προστάδιον αὐτῆς, ὅπερ ὑφʼ Ὑμῶν ἀποκαλεῖται ἑνότης (ἀκατανόητος καθʼ ἡμᾶς διάκρισις τῶν ἐννοιῶν ἕνωσις καὶ ἑνότης), ἐξαποστέλλει πανταχοῦ μηνύματα ἀγάπης, σκορπίζει μειδιάματα πρὸς πάντας καὶ συνεχῶς φωτογραφίζεται ἐν τοῖς προπυλαίοις τοῦ Πατριαρχείου μετὰ παντὸς ἑτεροδόξου καὶ νομίζει, ὅτι κατʼ αὐτὸν τὸν τρόπον σημειώνει σημαντικὸν βῆμα πρὸς τὸ ποθούμενον. Ὀφείλομεν νὰ σᾶς εἴπωμεν, ὅτι ἡ ὁδός, ἥν βαδίζετε διὰ τὴν ἐπίτευξιν ὑψίστου σκοποῦ, ὡς εἶνε ἡ ἕνωσις τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου, εἶνε, δυστυχῶς, ὀλισθηρά. Καθʼ ὅν χρόνον αἱ αἱρετικοὶ παντὸς τύπου ἀδίστακτοι, ἀσυμβίβαστοι, μὴ ὑποχωροῦντες οὐδὲ κατʼ ἐλάχιστον, ἀλλὰ σφοδρῶς διαβάλλοντες τὴν Ὀρθοδοξίαν, ὡς ἀγέλαι λύκων ἔχουν εἰσβάλει εἰς τὸν Ὀρθόδοξον χῶρον καὶ ἀφαρπάζουν τὰ πρόβατα ἐκ τῆς μάνδρας τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὑμεῖς, Παναγιώτατε, καὶ οἱ συνοδοιποροῦντες ὑμῖν ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἀντί νʼ ἁρπάσετε τὰς ποιμαντορικάς σας ῥάβδους καὶ νὰ καταδιώξετε μακρὰν τοὺς λυμεῶνας τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, Ὑμεῖς μετὰ τῶν ἀρχηγῶν τῶν αἱρετικῶν ἀνοίγετε εὐχάριστον «κουβεντολόϊ», χαριεντίζεσθε, ἐναγκαλίζεσθε, ἀσπάζεσθε, συντρώγετε, συμψάλλετε, συμπροσεύχεσθε. Δηλαδή, βοσκοὶ σεῖς τῆς ἱερᾶς ποίμνης, ἀνοίγετε τὰς θύρας καὶ ὑποδέχεσθε τοὺς λύκους θωπεύοντας αὐτοὺς ἐν τῶ τρώγειν τὰ πρόβατά σας. Ποῦ τὸ πνεῦμα τῆς ἀντιστάσεως κατὰ τῆς πλάνης, ὅπερ ἐξέφραζεν ὁ ὠκεανὸν ἀγάπης εἰς τὸ στῆθός του ἐγκλείων ἠγαπημένος μαθητὴς ὅταν ἐν Πνεύματι Ἁγίω ἀπηύθυνε πρὸς τὰ πιστὰ τῆς Ἐκκλησίας τέκνα τὴν σύστασιν: «Εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκείαν, καὶ χαίρειν αὐτῶ μὴ λέγετε˙ ὁ γὰρ λέγων αὐτῶ χαίρειν κοινωνεὶ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» (Β΄ Ἰωάν. 10-11).
Εὑρίσκεσθε, Παναγιώτατε, ἐπὶ τοῦ θρόνου, τὸν ὁποῖον ἐκλέϊσαν μεγάλοι τῆς Ὀρθοδοξίας πρόμαχοι, Πατέρες καὶ Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, καὶ θὰ ἔπρεπεν ἡμέρας καὶ νυκτὸς νὰ ἀκούωνται ἔναυλοι εἰς τὰ ὦτά σας οἱ θεσπέσιοι αὐτῶν λόγοι. Ὑπάρχει, ἐκήρυττεν ὁ χρυσορρήμων Πατήρ, κακὴ ὁμόνοια ἀλλὰ καὶ καλὴ διαφωνία. Καὶ δὲν πρέπει χάριν τῆς κακῆς ὁμονοίας νὰ θυσιάζωνται ὕψιστα συμφέροντα τῆς πίστεως. Ἄς μελετηθῆ ἡ 57η ὁμιλία τοῦ ἱεροῦ Πατρὸς εἰς τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον, ἐν τῆ ὁποία γίνεται διάκρισις μεταξὺ καλῆς καὶ κακῆς ὁμονοίας (Ε. Π. Migne 59, 314). Ὁ δὲ Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνὸς προκειμένου περὶ σχέσεων μετὰ αἱρετικῶν ἔλεγε τὸ περίφημον ἐκεῖνο˙ «Αἱρετώτερον πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης ἀπὸ Θεοῦ», ὡς καὶ τὸ ἕτερον ἐκεῖνο˙ «Οἴδα ὥσπερ στάσιν βελτίστην, οὕτω καὶ ὁμονοίαν βλαβερωτάτην». Εἰς βλαβερωτάτην προφανῶς ὁμόνοιαν τείνουν αἱ μετὰ τῶν ἑτεροδόξων τρυφεραὶ σχέσεις, εἰς ἅς πρωτοστατεῖ τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον. Τὸ παράδειγμά σας ἐξασκεῖ τεραστίαν ἐπίδρασιν ἐπὶ τοῦ λαοῦ. Ἡ διαχωριστικὴ γραμμὴ μεταξὺ ὀρθῆς πίστεως καὶ πλάνης, ἡ χαραχθεῖσα ὑπὸ τῶν Πατέρων καὶ εὐκρινῶς διακρινομένη, διὰ τῶν ἐνεργειῶν σας τείνει νὰ ἐξαλειφθῆ εἰς τὰ ὄμματα πολλῶν, οἱ ὁποῖοι τὸ ὑμέτερον παράδειγμα ἔχοντες ὑπʼ ὄψιν ἀδεῶς καὶ ἀφόβως συναναστρέφονται αἱρετικοὺς καὶ καταντοῦν εὔκολως αὐτῶν λεία.
Νοσταλγοῦν Ὀρθοδοξίαν;
Ἀλλʼ ἴσως μᾶς εἴπη τις: Διατὶ μυωπάζετε; Δὲν βλέπετε τὴν τεραστίαν κίνησιν, ἡς ὁποία παρατηρεῖται ἐσχάτως μεταξὺ τῶν ἑτεροδόξων διὰ τὰ θέματα τῆς Ὀρθοδοξίας; Δὲν βλέπετε τὴν νοσταλγίαν των διὰ τὴν ἀρχαίαν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας μας; Τὰ βλέπομεν καὶ τὰ ἀκούομεν. Ἀλλʼ εἴμεθα δύσπιστοι. Ἔχομεν λόγους, διὰ τοὺς ὁποίους θεωροῦμεν, ὅτι οἱ ἐπαινετικοὶ λόγοι τῶν ἑτεροδόξων συγγραφέων διὰ τὴν Ὀρθοδοξίαν, αἱ ὁμιλία καὶ αἱ διαλέξεις αὐτῶν εἰς τὰς πρωτευούσας Ὀρθοδόξων χωρῶν, τὰς ὁποίας τόσων ἐνθουσιωδῶς χαιρετίζουν οἱ ἡμέτεροι, εἶνε ἀπλῶς κολακευτικοὶ λόγοι, ὡς οἱ λόγοι τῆς πονηρᾶς ἀλώπεκος τοῦ Αἰσωπείου μύθου, διὰ τῶν ὁποίων αὕτη κατώρθωσε νὰ ἀποσπάσν η ἐκ τοῦ ῥάμφους ἀνοήτου πτηνοῦ ἐκλεκτὸν τεμάχιον κρέατος. Οἱ ἐπαινετικοί των λόγοι εἶνε ἐλκυστικὰ καταπότια, τὰ ὁποῖα κάτω ἀπὸ τὴν μελλίπηκτον ἐπιφάνειαν κρύπτουν τὸ δηλητήριον. Ἄς μὴ παρασυρώμεθα. Εἶνε τὸ δέλεαρ τῆς πλάνης. Ὡς πρὸς δὲ τοὺς ὑποτιθεμένους στεναγμούς των διὰ τὴν έπιστροφήν των εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν ἔχομεν νὰ παρατηρήσωμεν, ὅτι ἐὰν πράγματι τοιαύτη διάθεσις, θὰ εἶχε γίνει ἔργον. Ἐφʼ ὅσον, καθὼς λέγουν, ἀνεκάλυψαν τὴν πηγήν, τὶ τοὺς ἐμποδίζει νὰ σπεύσουν καὶ νὰ κατασβέσουν τὴν δίψαν των εἰς τὰ διαυγῆ καὶ κρυστάλλινα ὕδατα; Ἐφʼ ὅσον θαυμάζουν τὴν Ὀρθοδοξίαν, διατὶ δὲν ἐπιστρέφουν πρὸς αὐτήν; Ὀρθῶς ὑπὸ Ὀρθοδόξου στοχαστοῦ παρετηρήθη ὅτι˙ «Ἐφʼ ὅσον οἱ ἐνθουσιαστικοὶ αὐτοὶ χαρακτηρισμοὶ δὲν ἐκκινοῦν ἀπὸ μίαν εἰλικρινῆ καὶ ἀνυπόκριτον ἐπιστροφὴν πρὸς τὴν Ὀρθοδοξίαν, παραμένουν λόγοι ὑπηρετοῦντες ἄλλας σκοπιμότητας καὶ ἄλλα σχέδια, ἅτινα δὲν ὑποπίπτουν εὐχερῶς εἰς τῶν πλημμελῶς μεμυημένων τὰς συνειδήσεις καὶ κακῶς θεωροῦνται ὡςπραγματικὴ ἀγάπη καὶ ἐκτίμησις τῆς Ὀρθοδοξίας. Πρόκειται περὶ μιᾶς μορφῆς «ἐπιθέσεως εἰρήνης» κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, χωρὶς ἐν τῆ οὐσία ἡ Δύσις νὰ μετακινῆται οὐδὲ κατὰ πολλοστημόριον ἀπὸ τὰς αἰωνοβίους καταστάσεις καὶ πεπλανημένας θέσεις της». (Ἴδε Φιλοκαλίαν τῶν ἱερῶν νηπτικῶν, τόμ Α΄, πρόλογον, σελ. ιγ΄, ἔκδοσ. «Ἀστέρος», Ἀθῆναι 1957).
Ἡ ἀνοχὴ ἐνοχὴ – Ἡ σιωπὴ ἔγκλημα
Παναγιώτατε Δέσποτα! Δὲν γνωρίζομεν ὁποίαν ἀπήχησιν θὰ ἔχη εἰς τὴν ὑμετέραν καρδίαν ἡ ἀσθενὴς φωνὴ ἑνὸς ἱερομονάχου, ὅστις μὲ πολὺν πόνον καὶ κατόπιν μακρᾶς σιωπῆς ἀπεφάσισε νʼ ἀπευθύνη τὴν παροῦσαν ἀνοικτὴν ἐπιστολὴν πρὸς τὴν κορυφὴν τῆς Ὀρθοδοξίας. Προσωπικόν τι πάθος δὲν μᾶς ἐκίνησε. Μία ἀνησυχία διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν, ἥν ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ ἐν τῶ αἰῶνι τούτω τῆς τρομερᾶς συγχύσεως πρέπει νὰ διαφυλάξωμεν, ἀνησυχία διάχυτος μεταξὺ ὅλων τῶν πιστῶν τῆς Ὀρθοδοξίας, λαϊκῶν καὶ κληρικῶν, ἔφθασε καὶ μέχρι τῆς ἰδικῆς μου καρδίας, ἥν καὶ ἐδόνησεν, καὶ ἔντρομος γενόμενος ἐπὶ τῆ σκέψει καὶ μόνον ὅτι προδοσία τις, ἐνσυνείδητος ἤ ἀσυνείδητος συντελεῖται εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας, μὲ ἔκαμεν, ἵνα ἐκ τῆς μικρᾶς μου σκοπιᾶς κρούσω κἀγὼ τὸν κώδωνα τοῦ κινδύνου. Λόγω τῆς ὀλισθηρᾶς ὁδοῦ, τὴν ὁποίαν βαδίζετε, προκαλεῖται ἀντίδρασις τῶν ὑγιῶν πνευμάτων, καὶ ἐπεξεργασία τις συντελεῖται εἰς τὰς ψυχὰς τῶν Ὀρθοδόξων καὶ στάσις τις βελτίστη, ἵνα κατὰ Γρηγόριον τὸν Ναζιανζηνὸν εἴπωμεν, κυοφορεῖται. Ὄχι. Δὲν εἶνε πλέον ἀνεκτὰ τὰ ὅσα ἐπιπολαίως ἀκούονται ἑκάστοτε ἐκ τῶν Πατριαρχικῶν χειλέων. Ἡ περαιτέρω ἀνοχὴ εἶνε πλέον ἐνοχή. Καὶ ἡ σιωπὴ εἶνε ἔγκλημα. Καὶ τοῦ ἐγκλήματος τούτου δὲν θέλει τις νὰ εἶνε ἔνοχος. Ἁμαρτωλοὶ εἴμεθα πάντες, ἀλλʼ ἀσεβεῖς, προδόται τῆς ἱερᾶς παρακαταθήκης δὲν θὰ γίνωμεν. Ἡ Ὀρθόδοξος πίστις εἶνε τὸ μόνον καταφύγιόν μας, εἶνε ἡ βεβαία ἐλπίς, εἶνε ἡ κιβωτὸς ἐν τῶ συγχρόνω κατακλυσμῶ. Καὶ ἄν ὑπάρχουν ἐν τῆ κιβωτῶ κόρακες, ἄς ἐξέλθουν διὰ νὰ εὕρουν ἄφθονον τροφὴν ἐπὶ τῶν τυμπανιαίων πτωμάτων τῆς πλάνης. Ἐὰν ὑπάρχουν δʼ ἐν τῶ κόσμω περιστεραί, μὴ εὑρίσκουσαι ἀνάπαυσιν εἰς τὰ ποικίλα σχήματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ ἐπιστρέψουν εἰς τὴν κιβωτόν, σεῖς, ὡς ἄλλος Νῶε, ἀνοίξατε τὰς θυρίδας καὶ δεχθῆτε τὰς ψυχὰς αὐτάς.
Διεμαρτυρόμεθα! Ἀνακρούσατε πρύμναν
Παναγιώτατε Δέσποτα! Ἔχετε ὑποχρέωσιν νʼ ἀκούσετε τὰς ἁγνὰς φωνὰς τοῦ διαμαρτυρομένου πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Μὴ γίνεσθε ἀκροβάτης ἐπὶ λεπτοτάτων τῆς πίστεως θεμάτων. Ὁ κίνδυνος εἶνε μέγας. Τὸ βάραθρον βαθύ. Ἐφʼ ὅσον ὑπάρχει ἀκόμη καιρός, ἀνακρούσατε πρύμναν, ἵνα ἡ ὁλκὰς τῆς Ὀρθοδοξίας μὴ ὑφίσταται ἐπικινδύνους ἀμφιταλαντεύσεις μεταξὺ τῶν ῥευμάτων ποὺ ἐξεγείρουν οἱ σφοδροὶ ἄνεμοι τῶν Παπικῶν καὶ τῶν Προτεσταντῶν. Σταθερὰ πρέπει νὰ εἶνε ἡ πορεία τοῦ σκάφους ἐπὶ τῆς γραμμῆς πλεύσεως, ἥν καθώρισαν ἐν Πνεύματι Ἁγίω αἱ Οἰκουμενικαὶ καὶ Τοπικαὶ Σύνοδι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ ἕνωσις τῶν ἐκκλησιῶν, ὑπὲρ τῆς ὁποίας πᾶς πιστὸς εὔχεται, ὡς ἔχουν σήμερον τὰ πράγματα, προσκρούει εἰς τὴν Παπικὴν ὑπερφροσύνην ἀφʼ ἑνὸς καὶ εἰς τὴν ἐκ τῆς ἰδίας πηγῆς, τῆς ὑπερφροσύνης, προελθοῦσαν θρησκευτικὴν πανσπερμίαν καὶ ἀναρχίαν τῶν Προτεσταντῶν ἀφʼ ἑτέρου, ὦν ἕκαστος εἶνε καὶ ἕνας μικρὸς πάπας διεκδικῶν διʼ ἑαυτὸν τὸ ἀλάθητον. Ἡ ἕνωσις εἰς τοιαῦτα φοβερὰ ἐμπόδια προσκρούουσα εἶνε ἐπὶ τοῦ παρόντος ἀνέφικτος, ἐγγίζουσα τὰ ὅρια τοῦ θαύματος, ὅπερ θαῦμα κἄποτε βεβαίως θέλει συντελεσθῆ, διότι «τὰ δυνατὰ παρʼ ἀνθρώποις δυνατά ἐστι παρὰ τῶ Θεῶ». Ἡμεῖς δέ, καθὼς λέγει ὁ διαπρεπὴς Ρῶσσος Θεολόγος Florovksy, πρέπει νὰ μὴ ἀποβάλωμεν τὴν ἐλπίδα τοῦ θαύματος.
Προσέξωμεν τὴν Ἐκκλησίαν μας – Τακτοποιήσωμεν τὰ τοῦ οἴκου μας
Ἐν τῶ μεταξὺ ὅμως μέγας ἀγὼν πρόκειται διὰ τὴν Ὀρθοδοξίαν. Διότι ἄς τὸ ὁμολογήσωμεν ἐν συντριβῆ. Δὲν εἶνε μικρὸν τὸ περὶ ἡμᾶς θρησκευτικὸν καὶ ἠθικὸν χάος, ὅπερ προέρχεται ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτιἡ ζωὴ τῆς πλειονότητος τῶν Ὀρθοδόξων δὲν συμβαδίζει μὲ τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν μας. Καὶ οὕτω κατέχομεν τὴν ἀλήθειαν ἐν ἀδικία (Ρωμ. 1, 18). Νʼ ἀπαριθμήσωμεν ἐδῶ τὰ δεινά, τὰ ὁποῖα λυμαίνονται τὸν Ὀρθόδοξον κόσμον; Σεῖς, ὡς ἐπὶ ὑψίστης σκοπιᾶς εὑρισκόμενος, εἶσθε εἰς θέσιν νὰ γνωρίζετε τὴν θλιβερὰν κατάστασιν. Ἄς προσέξωμεν λοιπὸν τὴν Ὀρθοδοξίαν μας. Ἄς τακτοποιήσωμεν τὰ ἐν τῶ οἴκω μας. Ἄς ἀγαπήσωμεν τὴν εὐπρέπειαν τῆς ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας. Ἄς ἐκκαθαρίσωμεν τὴν ἐκκλησιαστικὴν καὶ θρησκευτικὴν ζωήν μας ἐκ τῶν μιασμάτων τοῦ κόσμου. Ἄς ἐνισχύσωμεν τοὺς δεσμοὺς τῶν ἐπὶ μέρους Ἐκκλησιῶν τῆς Ὀρθοδοξίας, τοὺς ὁποίους, ὡς μὴ ὤφελε, φυλετικὰ πάθη καὶ κοσμικὰ συμφέροντα ἔχουν χαλαρώσει καὶ διασπάσει. Ἄς ἀναπτύξωμεν ἐσωτερικὴν ἱεραποστολὴν καὶ ἄς ἐπιδιώξωμεν, ἵνα πᾶς Ὀρθόδοξος ὁπουδήποτε γῆς καὶ ἄν εὑρίσκεται, ἀποκτήση συνείδησιν τῆς ἀνεκτιμήτου ἀξίας, τὴν ὁποίαν περικλείει ἡ Ὀρθοδοξία. Ἐὰν ταῦτα, Παναγιώτατε, γίνουν, τότε ἡ Ὀρθοδοξία θʼ ἀνακύψη μὲ ὅλην τὴν ἔκπαγλον μεγαλοπρέπειάν της καὶ οἱ ἀντικείμενοι τῆ εὐσεβεία θὰ θαυμάσουν καὶ θʼ ἀναφωνήσουν˙ «Τὶς αὕτη ἡ ἐκκύπτουσα ὠσεὶ ὄρθρος, καλὴ ὡς σελήνη, ἐκλεκτὴ ὡς ὁ ἥλιος, θάμβος ὡς τεταγμέναι;» (Ἆσμα Ἀσμάτων 6, 10).
Ἔρως Ὀρθοδοξίας πνεῦμα ἀντιστάσεως
Ἐὰν ὅμως αἱ ἁγναὶ φωναὶ δὲν θέλουν εἰσακουσθῆ, καὶ ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης καὶ οἱ μετʼ αὐτῆς συνοδοιποροῦντες ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἐκ τῆς γεφύρας τοῦ σκάφους ἐξακολουθῆτε νὰ ἐξαποστέλλετε συνθήματα πολλὴν δημιουργοῦντα τὴν σύγχυσιν καὶ τὴν ταραχήν, τότε μετὰ πολλῆς τῆς λύπης πρέπει νὰ σᾶς εἴπωμεν, ὅτι τοιαύτη τακτικὴ δὲν θὰ μείνη ἄνευ συνεπειῶν. Δόξα τῶ Θεῶ, ὑπάρχει ἐν τῆ μαρτυρικῆ ταύτη γῆ, ἐν ἦ κατοικοῦμεν, ἔρως Ὀρθοδοξίας καὶ πνεῦμα ἀντιστάσεως. Λαϊκοὶ ζῶντες ἐκ τοῦ τιμίου ἱδρῶτός των, πιστὰ τῆς Ἐκκλησίας τέκνα, ἐγκρατεῖς θεολόγοι, εὐλαβεῖς διάκονοι, πρεσβύτεροι καὶ ἐπίσκοποι, ἐπὶ πᾶσι δὲ ὅσιοι καὶ ἀσκηταί, ζῶντες διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Ἰησοῦ ἐν ταῖς ὀπαῖς καὶ τοῖς σπηλαίοις τῆς γῆς καὶ νυχθημερὸν χύνοντες δάκρυα ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁσονδήποτε ὀλίγοι καὶ ἄν εἶνε οὗτοι, θὰ ἐξεγερθοῦν. Θὰ τοὺς ἐξεγείρη τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Καὶ οἱ ὀλίγοι αὐτοὶ εἶνε ἱκανοὶ νὰ ματαιώσουν πᾶσαν βουλὴν ἀντικειμένην τῆ Ὀρθοδοξία, νʼ ἀφαιρέσουν τὸ πηδάλιον ἐκ τῆς χειρὸς ἀναξίων ἀρχιερέων καὶ νὰ τὸ παραδώσουν ἄλλοις, ἵνα καὶ πάλιν ἡ ὁλκὰς τῆς Ὀρθοδοξίας εὐθυδρομήση. Δὲν ἔχει τίποτε νὰ χάση ἡ Ἐκκλησία ἐὰν 5 καὶ 10 καὶ 20 καὶ 30 ἀρχιερεῖς, ἀρχιεπίσκοποι καὶ πατριάρχαι πέσουν ἐκ τῶν θρόνων των χάριν τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἄς φωνάξωμεν καὶ ἡμεῖς μετὰ τοῦ Σεβασμ. Κερκύρας κ. Μεθοδίου πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν, ὅτι προδοσίαν δὲν θὰ ἀνεχθῆ ὁ Ἑλληνικὸς λαός, ἕνας λαὸς ὁ ὁποῖος ἐγέννησεν ἄλλοτε Φωτίους, Κηρουλαρίους καὶ Μάρκους Εὐγενικούς.
Ἀλλʼ εἰ καὶ τούτω λαλοῦμεν, ἐλπίζομεν περὶ Ὑμῶν, Παναγιώτατε, τὰ κρείττονα καὶ ἐχόμενα σωτηρίας. Καὶ μὲ τὴν ἐλπίδα αὐτήν, τὴν ὁποίαν εἴθε ἡ Ἁγία Τριὰς διὰ πρεσβειῶν ὅλων τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων τῆς ἀμωμήτου Πίστεώς μας, εἴθε νὰ μὴ διαψεύση.
Ὑποσημειοῦμαι εὐλαβῶς
Ἀρχιμ. Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης
Ἐν Ἀθήναις τῆ 24η Ἰουνίου ἑορτῆ τῶν Ἁγίων Πάντων 1962
Ἀρχιμ. Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης
Ἐν Ἀθήναις τῆ 24η Ἰουνίου ἑορτῆ τῶν Ἁγίων Πάντων 1962
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου