Του Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ
Η φιλανθρωπία του Θεού μάς αξιώνει και πάλι φέτος να εισέλθουμε στην Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα που είναι η ιερότερη περίοδος του εκκλησιαστικού μας έτους. Την ονομάζουμε Μεγάλη, καθώς μαρτυρεί ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «όχι επειδή είναι μεγαλύτερες οι ημέρες αυτής από όλες τις άλλες ημέρες... ούτε επειδή είναι περισσότερες ως προς τον αριθμό... αλλ’ επειδή συνέβηκαν κατ’ αυτήν για μας μεγάλα κατορθώματα εκ μέρους του Κυρίου... Καταλύθηκε η μακροχρόνια τυραννική εξουσία του διαβόλου, ο θάνατος κατέπαυσε, ο ισχυρός δέθηκε... η αμαρτία νικήθηκε, η κατάρα καταλύθηκε, ο παράδεισος άνοιξε, ο ουρανός έγινε διαβατός... ο Θεός της ειρήνης ειρήνευσε τα ουράνια και τα επίγεια»1.
Και το ερώτημα το οποίο θα πρέπει να μας απασχολήσει ιδιαιτέρως τις ημέρες αυτές είναι : Ποιό είναι το έργο του Χριστού; Τι είναι ο Χριστός; Είναι ένας καλός άνθρωπος ή ένας φιλόσοφος, όπως γράφουν και λένε σήμερα διάφοροι; Ήλθε απλώς να προσφέρει κάποιες αλήθειες ή να ευεργετήσει τον άνθρωπο;
Το έργο του Χριστού είναι :
• η κατάργηση του θανάτου,
• η διακονία του ανθρώπου,
• η θεραπεία από τα πάθη,
• η είσοδος του ανθρώπου στη Βασιλεία των Ουρανών.
• η κατάργηση του θανάτου,
• η διακονία του ανθρώπου,
• η θεραπεία από τα πάθη,
• η είσοδος του ανθρώπου στη Βασιλεία των Ουρανών.
Ο Άγιος Κοσμάς ο ποιητής αναφέρεται στον περίφημο Κανόνα της Αγίας και Μεγάλης Δευτέρας σ’ αυτήν τη διακονία : «Έχω έλθει (λέγει ο Κύριος), δια να υπηρετήσω προσωπικώς εγώ, ο τέλειος κατά πάντα Θεός, εκείνον του οποίου την μορφήν έχω περιβληθή, εγώ ο Δημιουργός, με την θέλησίν μου, δηλαδή τον Αδάμ, που (ήτο κάποτε πλούσιος εις θεία χαρίσματα, αλλά με την παρακοήν του έχασε και αυτά και τον Παράδεισον και) έγινε πτωχός. Έχω έλθει ακόμη δια να προσφέρω την ζωήν μου, εγώ ο απαθής κατά την Θεότητα, ως λύτρον, προς απελευθέρωσιν του Αδάμ (και των απογόνων του)»2.
Και πρώτον, ο Θεός συγκαταβαίνει στο ανθρώπινο γένος με την άφραστη ταπείνωση Του προκειμένου να σώσει τον άνθρωπο. Λέγει χαρακτηριστικά ο Άγιος Ιεράρχης της Καισαρείας Μέγας Βασίλειος : «Διότι το να δυνηθή ο Θεός να λάβη ανθρωπίνην φύσιν είναι απόδειξις μεγίστης δυνάμεως. Δεν φανερώνει την δύναμιν του Θεού Λόγου τόσον η ύπαρξις του ουρανού και της γης, της θαλάσσης και του αέρος, η δημιουργία των μεγαλύτερων στοιχείων και ότι υπερουράνιον ή καταχθόνιον νοείται, όσον η οικονομία της ενανθρωπήσεως και η συγκατάβασις προς την ταπείνωσιν και αδυναμίαν της ανθρωπίνης φύσεως»3.
Άλλωστε, ο ίδιος ο σαρκωμένος Λόγος του Θεού αναφέρεται σ’ αυτήν την ταπεινή διακονία λέγοντας : «τις γαρ μείζων, ο ανακείμενος ή ο διακονών; ουχί ο ανακείμενος; εγώ δε ειμί εν μέσω υμών ως ο διακονών»4. Και ακόμη, «ο υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι αλλά διακονήσαι»5.
Δεύτερον, στο τροπάριο αυτό, καθώς ερμηνεύει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο ιερός μελωδός δεν αναφέρεται μόνο στην ταπείνωση του Χριστού αλλά και στην υπερβάλλουσα αγάπη Του προς τον άνθρωπο : «Μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού»6. Και αυτή η προτροπή του Χριστού προς τους Μαθητές Του, καθώς μας σημειώνει ο Αγιορείτης ασκητής, είναι για να τους παρακινήσει και αυτούς «εις την ομοίαν του Διδασκάλου μίμησιν»7. Γι’ αυτό και το βράδυ του Μυστικού Δείπνου, ζώνεται το λέντιο της ταπεινώσεως και πλένει τους πόδας των Μαθητών : «και εκμάσσειν τω λεντίω ω ην διεζωσμένος»8 καθώς μας μαρτυρούν οι ιεροί Ευαγγελιστές. Δεν δίστασε ακόμη να νίψει τους πόδας και αυτού του Ιούδα. Γι’ αυτό και μετά την φοβερή αυτή πράξη του ιερού Νιπτήρος, ο λόγος Του είναι χαρακτηριστικός : «Γινώσκετε τι πεποίηκα υμίν; Υμείς φωνείτε με, ο Διδάσκαλος και ο Κύριος και καλώς λέγετε· ειμί γαρ. Ει ουν εγώ ένιψα υμών τους πόδας, ο Κύριος και ο Διδάσκαλος, και υμείς οφείλετε αλλήλων νίπτειν τους πόδας»9.
Η διακονία του πτωχεύσαντος Αδάμ και η διακονία του πεπτωκότος ανθρώπου που είναι εικόνα του Θεού βγαλμένη από τα χέρια του Δημιουργού, είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του Σωτήρος Χριστού. Και επειδή κατά τον απόστολο Πέτρο : «Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού»10, αυτή θα πρέπει να είναι και η διακονία η δική μας. Αυτό έκανε ο Χριστός, αυτό θα πρέπει να κάνουμε και εμείς ως γνήσιοι μαθητές Του. Να διακονούμε με ταπείνωση, διότι άνευ αυτής της αρετής, η διακονία μας δεν έχει καμία ισχύ· να διακονούμε με συνέπεια, χωρίς να περιμένουμε ανταπόδοση· να διακονούμε με ειλικρίνεια, απαλλαγμένοι από την ιδιοτέλεια, την προβολή και τον έπαινο των ανθρώπων· να διακονούμε εν τω κρυπτώ όπως Εκείνος μάς δίδαξε.
Και το πιο σπουδαίο : αν μπορούμε, να θυσιαζόμαστε. Να δίνουμε τα πάντα «ως μηδέν έχοντες και πάντα κατέχοντες»11. Αυτό επιτάσσει η εποχή μας και η τραγωδία την οποία βιώνει ο τόπος μας και ο πλανήτης μας, ο οποίος βάφεται καθημερινά στο αίμα.
«Δεύτε ουν και ημείς, κεκαθαρμένες διανοίαις, συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν, και νεκρωθώμεν δι’ αυτόν, ταις του βίου ηδοναίς· ίνα και συζήσωμεν αυτώ, και ακούσωμεν βοώντος αυτού· Ουκέτι εις την επίγειον Ιερουσαλήμ, δια το παθείν, αλλά αναβαίνω προς τον Πατέρα μου, και Πατέρα υμών και Θεόν μου και Θεόν υμών· και συνανυψώ υμάς εις την άνω Ιερουσαλήμ, εν τη Βασιλεία των Ουρανών»12.
1. Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, «Εις την Μεγάλην Εβδομάδαν ομιλία», ΕΠΕ 35,523
2. Και Νυν, α’ ωδής Κανόνος Όρθρου Μεγάλης Δευτέρας, Ερμηνεία υπό Αρχιμ. Επιφανίου Θεοδωρόπουλου
3. Μ. Βασιλείου, «Ομιλία Η’ εις τον ΜΔ’ Ψαλμόν», ΕΠΕ 5,273
4. Λουκ. 22,27
5. Μαρκ. 10,45
6. Ιω. 15,13
7. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, «Εορτοδρόμιον», Τόμος Β’, έκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 72
8. Ιω. 13,5
9. Ιω. 13,12-14
10. Α’ Πέτρ. 2,21
11. Β’ Κορ. 6,10
12. Στιχηρό ιδιόμελο αίνων Όρθρου Μεγάλης Δευτέρας
2. Και Νυν, α’ ωδής Κανόνος Όρθρου Μεγάλης Δευτέρας, Ερμηνεία υπό Αρχιμ. Επιφανίου Θεοδωρόπουλου
3. Μ. Βασιλείου, «Ομιλία Η’ εις τον ΜΔ’ Ψαλμόν», ΕΠΕ 5,273
4. Λουκ. 22,27
5. Μαρκ. 10,45
6. Ιω. 15,13
7. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, «Εορτοδρόμιον», Τόμος Β’, έκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 72
8. Ιω. 13,5
9. Ιω. 13,12-14
10. Α’ Πέτρ. 2,21
11. Β’ Κορ. 6,10
12. Στιχηρό ιδιόμελο αίνων Όρθρου Μεγάλης Δευτέρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου