Ο νοητός δράκος (Του Αγιου Γεωργιου Του Τροπαιοφορου)
«Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν» (Ἰω. 15,18)
ΜΑΣ ἀξιώνει ὁ Κύριος, ἀγαπητοί μου, νὰ πανηγυρίζουμε τὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Γεωργίου τοῦ μεγαλομάρτυρος, ποὺ εἶνε ἰδιαιτέρως ἀγαπητὸς στὸ λαό μας.
Μίλησα ἄλλοτε γιὰ τὸν βίο τοῦ ἁγίου· τώρα θ᾽ ἀλλάξω θέμα. Συνηθίζω, ὅπως ἡ ὄρνιθα σκαλίζει τὸ χῶμα κι ἅμα βρῇ κανένα σπόρο ἢ σκουληκάκι δὲν τὸν τρώει μόνη της ἀλλὰ καλεῖ καὶ τὰ πουλιά της νὰ τὸν ἀπολαύσουν, ἔτσι κ᾽ ἐγὼ σκαλίζω συνεχῶς τὴν
ἁγία Γραφή, ἄλλα βιβλία καὶ ἱστορίες, καὶ προσπαθῶ ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ κάτι καινούργιο νὰ βρίσκω γιὰ τὸ λαό μας.
Τώρα λοιπὸν τὸ θέμα θὰ εἶνε ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο (Ἰω. 15,17–16,2). Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο εἶνε μία περικοπὴ ἀπὸ τὴν τελευταία ἀποχαιρετιστήρια ὁμιλία ποὺ εἶπε ὁ Κύριος στοὺς μαθητάς του τὴν ἀλησμόνητη νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης.
Ἂν ἐνθυμούμεθα τὰ τελευταῖα λόγια τῆς μάνας καὶ τοῦ πατέρα μας, πολὺ περισσότερο πρέπει ―ἂν εἴμαστε Χριστιανοί― νὰ ἐνθυμούμεθα ζωηρὰ τὰ τελευταῖα λόγια ποὺ εἶπε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς στὸ μυστικὸ δεῖπνο. Εἶνε ἡ διαθήκη τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι ὀνομάζεται.
ΜΑΣ ἀξιώνει ὁ Κύριος, ἀγαπητοί μου, νὰ πανηγυρίζουμε τὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Γεωργίου τοῦ μεγαλομάρτυρος, ποὺ εἶνε ἰδιαιτέρως ἀγαπητὸς στὸ λαό μας.
Μίλησα ἄλλοτε γιὰ τὸν βίο τοῦ ἁγίου· τώρα θ᾽ ἀλλάξω θέμα. Συνηθίζω, ὅπως ἡ ὄρνιθα σκαλίζει τὸ χῶμα κι ἅμα βρῇ κανένα σπόρο ἢ σκουληκάκι δὲν τὸν τρώει μόνη της ἀλλὰ καλεῖ καὶ τὰ πουλιά της νὰ τὸν ἀπολαύσουν, ἔτσι κ᾽ ἐγὼ σκαλίζω συνεχῶς τὴν
ἁγία Γραφή, ἄλλα βιβλία καὶ ἱστορίες, καὶ προσπαθῶ ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ κάτι καινούργιο νὰ βρίσκω γιὰ τὸ λαό μας.
Τώρα λοιπὸν τὸ θέμα θὰ εἶνε ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο (Ἰω. 15,17–16,2). Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο εἶνε μία περικοπὴ ἀπὸ τὴν τελευταία ἀποχαιρετιστήρια ὁμιλία ποὺ εἶπε ὁ Κύριος στοὺς μαθητάς του τὴν ἀλησμόνητη νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης.
Ἂν ἐνθυμούμεθα τὰ τελευταῖα λόγια τῆς μάνας καὶ τοῦ πατέρα μας, πολὺ περισσότερο πρέπει ―ἂν εἴμαστε Χριστιανοί― νὰ ἐνθυμούμεθα ζωηρὰ τὰ τελευταῖα λόγια ποὺ εἶπε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς στὸ μυστικὸ δεῖπνο. Εἶνε ἡ διαθήκη τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι ὀνομάζεται.
Ὁ Κύριος ἐδῶ προειδοποιεῖ, λέει μία προφητεία.
Καὶ μόνο ἡ διαπίστωσι ὅτι τὰ λόγια αὐτὰ ἐκπληρώθηκαν καὶ ἐκπληρώνεται συνεχῶς, εἶνε μία ἀπόδειξι ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε κοινὸς ἄνθρωπος.
Ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος ζῇ καὶ κινεῖται σὲ μία χρονικὴ περίοδο καὶ ἔχει μικρὴ γνῶσι τῶν πραγμάτων· ὁ Χριστός, ὁ Θεὸς καὶ Κύριός μας, εἶνε παντογνώστης, τὰ γνωρίζει ὅλα. Γνωρίζει τὸ παρελθόν, τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον μὲ κάθε λεπτομέρεια. Καὶ σήμερα προειδοποιεῖ τοὺς μαθητάς του καὶ διὰ μέσου αὐτῶν ὅλους μας – τί; ὅτι οἱ μαθηταί του θὰ διωχθοῦν σκληρά.
Μὴν ἀπογοητεύεστε ὅμως, λέει· διότι «ὁ κόσμος… ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν», πρὶν ἀπὸ σᾶς μίσησε πρῶτα ἐμένα (Ἰω. 15,18). Γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· ποιός εἶνε ὁ «κόσμος» αὐτός; Ἡ λέξι «κόσμος» μέσα στὴν ἁγία Γραφὴ ἔχει τὶς ἑξῆς τρεῖς ἔννοιες. ⃝ Κατὰ τὴν πρώτη ἔννοια κόσμος εἶνε ὅλο τὸ ὑλικὸ σύμπαν, ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὸ μικρὸ ἄτομο καὶ φθάνει μέχρι τὶς παμμέγιστες σφαῖρες ποὺ στροβιλίζονται στὸ ἄπειρο. Κόσμος εἶνε ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη, τὰ ἀστέρια, οἱ γαλαξίες· κόσμος εἶνε ἡ θάλασσα, οἱ ποταμοί, τὰ δέντρα, τὰ ζῷα, τὰ πουλιά.
Ὅλα αὐτὰ λέγονται κόσμος μὲ τὴν ἔννοια ποὺ ἔχει ἡ λέξι αὐτὴ στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα· κόσμος ἐκεῖ θὰ πῇ «στολίδι», «ὀμορφιά», καὶ περιέχει θαυμασμό, ὅπως ὅταν λέμε «Τί ὄμορφος εἶνε ὁ κόσμος!». «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός…», λέει καὶ ἡ θεία Λειτουργία, ποὺ σημαίνει· Θεέ μου, τί ὄμορφος εἶνε ὁ κόσμος ποὺ ἔφτειαξες!
Κι ὅταν οἱ ἀστροναῦτες εἶδαν ἀπὸ τὴ σελήνη τὴ γῆ, ἔμειναν κατάπληκτοι, τοὺς φάνηκε σὰν πολύχρωμο διαμάντι νὰ κινῆται μέσα στὸ ἄπειρο. Κόσμος θὰ πῇ «ὀμορφιά», γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ψαλμῳδὸς λέει «Ὁ Κύριος ἐβασίλευσεν, εὐπρέπειαν ἐνεδύσατο» (Ψαλμ. 92,1). ⃝ Ἡ μία ἔννοια λοιπὸν εἶνε τὸ ὑλικὸ σύμπαν. Ἡ ἄλλη ἔννοια ποιά εἶνε· εἶνε ἡ ἀνθρωπότης, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι.
Φαίνεται αὐτὸ σ᾽ ἕνα ῥητό, τὸ ὡραιότερο κατ᾽ ἐμὲ ῥητὸ τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἐκεῖνο ποὺ λέει· «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω. 3,16).
⃝ Καὶ ἡ τρίτη ἔννοια ποιά εἶνε; Ὑπάρχει σὲ ἀρκετὰ χωρία τῆς Γραφῆς, στὰ ὁποῖα κόσμος θεωροῦνται ὄχι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἀλλὰ μόνο οἱ κακοὶ ἄνθρωποι, οἱ διεφθαρμένοι, ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν ξερριζώσει ἀπὸ μέσα τους κάθε ἔννοια τοῦ Θεοῦ καὶ ζοῦν ἕνα βίο ἄθεο, ἀντιχριστιανικό.
Ἡ σκέψι τους, τὰ λόγια τους, τὰ ἔργα τους, ἡ συμπεριφορά τους, ὅλες ἐν γένει οἱ ἐκδηλώσεις στὸν ἀτομικό, οἰκογενειακὸ καὶ κοινωνικὸ βίο τους ἔχουν τὴ σφραγῖδα ὄχι τῆς ἁγίας Τριάδος ἀλλὰ τοῦ διαβόλου. Τέτοιος κόσμος, μὲ τὴν τρίτη αὐτὴ ἔννοια, ἦταν οἱ Ἰουδαῖοι, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους ἔζησε ὁ Χριστός.
Ὁ Ἰουδαϊκὸς κόσμος, δηλαδὴ οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι, ὁ Ἄννας κι ὁ Καϊάφας, ὁ ὄχλος, αὐτοὶ μίσησαν τὸ Χριστό. Προσέξατε μιὰ λέξι ποὺ λέει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα; «ἐμίσησάν με δωρεάν» ( Ἰω. 15,25· βλ. Ψαλμ. 34,19· 68,5).
Τί θὰ πῇ «δωρεάν»; «χωρὶς αἰτία», «ἀδίκως». Καθένας ἀπὸ μᾶς, μὲ τὰ ἐλαττώματα ποὺ ἔχουμε –καὶ δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος χωρὶς ἐλάττωμα–, προκαλοῦμε στὸν ἄλλο δυσαρέσκεια καὶ ἀποστροφή. Ἀκόμα καὶ ἡ γυναίκα ποὺ ἀγαπᾷς καὶ λατρεύεις ἔρχονται στιγμὲς ποὺ σοῦ γίνεται ἀντιπαθής, διότι βλέπεις κάποιο μειονέκτημα.
Ὁ καθένας ἔτσι μπορεῖ νὰ γίνῃ μισητός· ἐκ φύσεως ἡ ἀρετὴ ἕλκει, ἐνῷ ὅταν δοῦμε στὸ πρόσωπο τοῦ ἄλλου ἕνα πάθος, μιὰ κακία, νιώθουμε ἄπωσι. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀναμάρτητος, ὁ τέλειος σὲ ὅλα. Εἶνε «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰω. 8,12)· φῶς μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὰ θαύματά του, φῶς μὲ τὰ σεπτὰ πάθη καὶ τὴν ἀνάστασί του, φῶς μὲ τὰ λόγια καὶ τὴ διδασκαλία του· «διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς», εἶπε ὁ προφήτης (Ἠσ. 26,9)· καὶ ἡ Παναγία, σ᾽ ἕνα ἀπὸ τὰ ἐγκώμια, τοῦ λέει· «Ὦ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου…» (Γ΄ στ.).
Γι᾽ αὐτὸ ὁ Χριστὸς δὲν ἔπρεπε νὰ μισηθῇ ἀπὸ κανένα. Καὶ ὅμως μισήθηκε ἀπὸ τὸν κόσμο τῶν Ἰουδαίων καὶ μάλιστα ὅσο κανείς ἄλλος. Ὑπάρχουν κάτι πουλιὰ ποὺ δὲν ἀρέσκονται στὸ φῶς· ὅταν ὁ ἥλιος λάμπῃ καὶ λούζῃ τὴ γῆ κι ὅλα χαίρωνται στὸ φῶς του, αὐτὰ κρύβονται στὶς φωλιές τους, καὶ μόλις δύσῃ ὁ ἥλιος τότε ξυπνοῦν καὶ κινοῦνται μέσ᾽ στὸ σκοτάδι. Εἶνε τὰ λεγόμενα νυκτόβια πτηνά, οἱ νυχτερίδες καὶ οἱ κουκουβάγιες. Ὁ Θεὸς τὰ ἄφησε μᾶλλον ὡς σύμβολα τῶν σκοτεινῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι εἶνε καὶ οἱ ἄπιστοι καὶ φαῦλοι, λέει ὁ μέγας Βασίλειος· ἀρέσκονται στὸ σκοτάδι καὶ μισοῦν τὸ φῶς.
Γι᾽ αὐτοὺς εἶπε ὁ Χριστὸς ὅτι «μισοῦν τὸ φῶς, γιατὶ τὰ ἔργα τους εἶνε πονηρά» (βλ. Ἰω. 3,19-20). «Κόσμος» λοιπὸν στὸ χωρίο αὐτὸ τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου εἶνε ὁ Ἰουδαϊκὸς λαός. Κόσμος εἶνε ἐπίσης οἱ εἰδωλολάτρες, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους ἔζησαν καὶ κήρυξαν οἱ μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ οἱ εἰδωλολάτρες μίσησαν μὲ ἄγριο μῖσος τοὺς Χριστιανούς. Τοὺς δίωξαν ἀπηνῶς, μόνο καὶ μόνο γιὰ τὴν πίστι τους.
Οἱ Χριστιανοὶ δὲν εἶχαν μέρος νὰ λατρεύσουν τὸ Θεό, πήγαιναν στὰ σπήλαια, στὶς ὀπὲς τῆς γῆς καὶ τὶς ῥωγμὲς τῶν βράχων, λάτρευαν τὸ Χριστὸ σὲ ἐρημιὲς καὶ κατακόμβες.
Ἑκατομμύρια Χριστιανοὶ μαρτύρησαν, σφαγιάσθηκαν ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτόν. Ἡ ἱστορία μνημονεύει δέκα διωγμοὺς τῆς Ἐκκλησίας· ποταμὸς αἱμάτων χύθηκε.
Ἕνας ἀπ᾽ τοὺς τελευταίους διωγμοὺς ἦταν ὁ ἐπὶ Διοκλητιανοῦ (284-304). Τότε συνελήφθη καὶ ὁ ἔνδοξος καὶ γενναῖος στρατηγὸς Γεώργιος. Γιατί; τί κακὸ ἔκανε; Ἦταν τίμιος καὶ πρῶτος στὶς μάχες· τὸ μόνο ἔγκλημά του ἦταν ὅτι εἶνε Χριστιανός. Ὅταν στὴν ἀνάκρισι ὁ αὐτοκράτωρ τὸν ρώτησε «Εἶσαι Χριστιανός;», αὐτὸς ἀπήντησε «Εἶμαι Χριστιανός».
Σήμερα τὸ νὰ πῇς «Εἶμαι Χριστιανὸς» δὲν στοιχίζει τίποτα· μὲ τὴ μεγαλύτερη εὐκολία τὸ λέμε. Τότε στοίχιζε αἷμα καὶ θυσία. Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ εἶπε «Ναί, εἶμαι Χριστιανός» ἄρχισε τὸ μαρτύριό του, ποὺ οἱ λεπτομέρειές του προκαλοῦν φρίκη· τέλος ἔδωσε καὶ τὴ ζωή του γιὰ τὸ Χριστό, καὶ ἔτσι σήμερα ἑορτάζουμε τὴν ἱερὰ μνήμη του.
Μὴν ἀπογοητεύεστε ὅμως, λέει· διότι «ὁ κόσμος… ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν», πρὶν ἀπὸ σᾶς μίσησε πρῶτα ἐμένα (Ἰω. 15,18). Γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· ποιός εἶνε ὁ «κόσμος» αὐτός; Ἡ λέξι «κόσμος» μέσα στὴν ἁγία Γραφὴ ἔχει τὶς ἑξῆς τρεῖς ἔννοιες. ⃝ Κατὰ τὴν πρώτη ἔννοια κόσμος εἶνε ὅλο τὸ ὑλικὸ σύμπαν, ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὸ μικρὸ ἄτομο καὶ φθάνει μέχρι τὶς παμμέγιστες σφαῖρες ποὺ στροβιλίζονται στὸ ἄπειρο. Κόσμος εἶνε ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη, τὰ ἀστέρια, οἱ γαλαξίες· κόσμος εἶνε ἡ θάλασσα, οἱ ποταμοί, τὰ δέντρα, τὰ ζῷα, τὰ πουλιά.
Ὅλα αὐτὰ λέγονται κόσμος μὲ τὴν ἔννοια ποὺ ἔχει ἡ λέξι αὐτὴ στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα· κόσμος ἐκεῖ θὰ πῇ «στολίδι», «ὀμορφιά», καὶ περιέχει θαυμασμό, ὅπως ὅταν λέμε «Τί ὄμορφος εἶνε ὁ κόσμος!». «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός…», λέει καὶ ἡ θεία Λειτουργία, ποὺ σημαίνει· Θεέ μου, τί ὄμορφος εἶνε ὁ κόσμος ποὺ ἔφτειαξες!
Κι ὅταν οἱ ἀστροναῦτες εἶδαν ἀπὸ τὴ σελήνη τὴ γῆ, ἔμειναν κατάπληκτοι, τοὺς φάνηκε σὰν πολύχρωμο διαμάντι νὰ κινῆται μέσα στὸ ἄπειρο. Κόσμος θὰ πῇ «ὀμορφιά», γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ψαλμῳδὸς λέει «Ὁ Κύριος ἐβασίλευσεν, εὐπρέπειαν ἐνεδύσατο» (Ψαλμ. 92,1). ⃝ Ἡ μία ἔννοια λοιπὸν εἶνε τὸ ὑλικὸ σύμπαν. Ἡ ἄλλη ἔννοια ποιά εἶνε· εἶνε ἡ ἀνθρωπότης, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι.
Φαίνεται αὐτὸ σ᾽ ἕνα ῥητό, τὸ ὡραιότερο κατ᾽ ἐμὲ ῥητὸ τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἐκεῖνο ποὺ λέει· «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω. 3,16).
⃝ Καὶ ἡ τρίτη ἔννοια ποιά εἶνε; Ὑπάρχει σὲ ἀρκετὰ χωρία τῆς Γραφῆς, στὰ ὁποῖα κόσμος θεωροῦνται ὄχι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἀλλὰ μόνο οἱ κακοὶ ἄνθρωποι, οἱ διεφθαρμένοι, ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν ξερριζώσει ἀπὸ μέσα τους κάθε ἔννοια τοῦ Θεοῦ καὶ ζοῦν ἕνα βίο ἄθεο, ἀντιχριστιανικό.
Ἡ σκέψι τους, τὰ λόγια τους, τὰ ἔργα τους, ἡ συμπεριφορά τους, ὅλες ἐν γένει οἱ ἐκδηλώσεις στὸν ἀτομικό, οἰκογενειακὸ καὶ κοινωνικὸ βίο τους ἔχουν τὴ σφραγῖδα ὄχι τῆς ἁγίας Τριάδος ἀλλὰ τοῦ διαβόλου. Τέτοιος κόσμος, μὲ τὴν τρίτη αὐτὴ ἔννοια, ἦταν οἱ Ἰουδαῖοι, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους ἔζησε ὁ Χριστός.
Ὁ Ἰουδαϊκὸς κόσμος, δηλαδὴ οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι, ὁ Ἄννας κι ὁ Καϊάφας, ὁ ὄχλος, αὐτοὶ μίσησαν τὸ Χριστό. Προσέξατε μιὰ λέξι ποὺ λέει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα; «ἐμίσησάν με δωρεάν» ( Ἰω. 15,25· βλ. Ψαλμ. 34,19· 68,5).
Τί θὰ πῇ «δωρεάν»; «χωρὶς αἰτία», «ἀδίκως». Καθένας ἀπὸ μᾶς, μὲ τὰ ἐλαττώματα ποὺ ἔχουμε –καὶ δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος χωρὶς ἐλάττωμα–, προκαλοῦμε στὸν ἄλλο δυσαρέσκεια καὶ ἀποστροφή. Ἀκόμα καὶ ἡ γυναίκα ποὺ ἀγαπᾷς καὶ λατρεύεις ἔρχονται στιγμὲς ποὺ σοῦ γίνεται ἀντιπαθής, διότι βλέπεις κάποιο μειονέκτημα.
Ὁ καθένας ἔτσι μπορεῖ νὰ γίνῃ μισητός· ἐκ φύσεως ἡ ἀρετὴ ἕλκει, ἐνῷ ὅταν δοῦμε στὸ πρόσωπο τοῦ ἄλλου ἕνα πάθος, μιὰ κακία, νιώθουμε ἄπωσι. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀναμάρτητος, ὁ τέλειος σὲ ὅλα. Εἶνε «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰω. 8,12)· φῶς μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὰ θαύματά του, φῶς μὲ τὰ σεπτὰ πάθη καὶ τὴν ἀνάστασί του, φῶς μὲ τὰ λόγια καὶ τὴ διδασκαλία του· «διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς», εἶπε ὁ προφήτης (Ἠσ. 26,9)· καὶ ἡ Παναγία, σ᾽ ἕνα ἀπὸ τὰ ἐγκώμια, τοῦ λέει· «Ὦ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου…» (Γ΄ στ.).
Γι᾽ αὐτὸ ὁ Χριστὸς δὲν ἔπρεπε νὰ μισηθῇ ἀπὸ κανένα. Καὶ ὅμως μισήθηκε ἀπὸ τὸν κόσμο τῶν Ἰουδαίων καὶ μάλιστα ὅσο κανείς ἄλλος. Ὑπάρχουν κάτι πουλιὰ ποὺ δὲν ἀρέσκονται στὸ φῶς· ὅταν ὁ ἥλιος λάμπῃ καὶ λούζῃ τὴ γῆ κι ὅλα χαίρωνται στὸ φῶς του, αὐτὰ κρύβονται στὶς φωλιές τους, καὶ μόλις δύσῃ ὁ ἥλιος τότε ξυπνοῦν καὶ κινοῦνται μέσ᾽ στὸ σκοτάδι. Εἶνε τὰ λεγόμενα νυκτόβια πτηνά, οἱ νυχτερίδες καὶ οἱ κουκουβάγιες. Ὁ Θεὸς τὰ ἄφησε μᾶλλον ὡς σύμβολα τῶν σκοτεινῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι εἶνε καὶ οἱ ἄπιστοι καὶ φαῦλοι, λέει ὁ μέγας Βασίλειος· ἀρέσκονται στὸ σκοτάδι καὶ μισοῦν τὸ φῶς.
Γι᾽ αὐτοὺς εἶπε ὁ Χριστὸς ὅτι «μισοῦν τὸ φῶς, γιατὶ τὰ ἔργα τους εἶνε πονηρά» (βλ. Ἰω. 3,19-20). «Κόσμος» λοιπὸν στὸ χωρίο αὐτὸ τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου εἶνε ὁ Ἰουδαϊκὸς λαός. Κόσμος εἶνε ἐπίσης οἱ εἰδωλολάτρες, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους ἔζησαν καὶ κήρυξαν οἱ μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ οἱ εἰδωλολάτρες μίσησαν μὲ ἄγριο μῖσος τοὺς Χριστιανούς. Τοὺς δίωξαν ἀπηνῶς, μόνο καὶ μόνο γιὰ τὴν πίστι τους.
Οἱ Χριστιανοὶ δὲν εἶχαν μέρος νὰ λατρεύσουν τὸ Θεό, πήγαιναν στὰ σπήλαια, στὶς ὀπὲς τῆς γῆς καὶ τὶς ῥωγμὲς τῶν βράχων, λάτρευαν τὸ Χριστὸ σὲ ἐρημιὲς καὶ κατακόμβες.
Ἑκατομμύρια Χριστιανοὶ μαρτύρησαν, σφαγιάσθηκαν ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτόν. Ἡ ἱστορία μνημονεύει δέκα διωγμοὺς τῆς Ἐκκλησίας· ποταμὸς αἱμάτων χύθηκε.
Ἕνας ἀπ᾽ τοὺς τελευταίους διωγμοὺς ἦταν ὁ ἐπὶ Διοκλητιανοῦ (284-304). Τότε συνελήφθη καὶ ὁ ἔνδοξος καὶ γενναῖος στρατηγὸς Γεώργιος. Γιατί; τί κακὸ ἔκανε; Ἦταν τίμιος καὶ πρῶτος στὶς μάχες· τὸ μόνο ἔγκλημά του ἦταν ὅτι εἶνε Χριστιανός. Ὅταν στὴν ἀνάκρισι ὁ αὐτοκράτωρ τὸν ρώτησε «Εἶσαι Χριστιανός;», αὐτὸς ἀπήντησε «Εἶμαι Χριστιανός».
Σήμερα τὸ νὰ πῇς «Εἶμαι Χριστιανὸς» δὲν στοιχίζει τίποτα· μὲ τὴ μεγαλύτερη εὐκολία τὸ λέμε. Τότε στοίχιζε αἷμα καὶ θυσία. Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ εἶπε «Ναί, εἶμαι Χριστιανός» ἄρχισε τὸ μαρτύριό του, ποὺ οἱ λεπτομέρειές του προκαλοῦν φρίκη· τέλος ἔδωσε καὶ τὴ ζωή του γιὰ τὸ Χριστό, καὶ ἔτσι σήμερα ἑορτάζουμε τὴν ἱερὰ μνήμη του.
Καὶ στὴν ἐποχή μας ὅμως, ἀγαπητοί μου, μολονότι πέρασαν δύο χιλιάδες χρόνια, ὁ διωγμὸς τῶν Χριστιανῶν συνεχίζεται, ἀλλὰ μὲ νέα μορφή.
Σὲ ὁλοκληρωτικὰ καθεστῶτα τῶν ἡμερῶν μας δὲν ἐπιτρέπονταν χριστιανικὲς ἐκδηλώσεις. Στὴν Ἀλβανία ἰδίως δὲν ὑπῆρχαν οὔτε κόκκινα ἀβγὰ οὔτε «Χριστὸς ἀνέστη»· καὶ τοὺς σταυροὺς ἀπὸ τοὺς τάφους ἀκόμα ξερρίζωναν… Ἀλλὰ καὶ στὰ θεωρούμενα ἐλεύθερα πολιτεύματα ἀσκεῖται διωγμός. Διωγμὸς ὕπουλος, συστηματικός, μὲ μέθοδο.
«Καλικάντζαροι» ἔχουν ἀναρριχηθῆ σὲ καίριες θέσεις καὶ ἀπὸ ᾽κεῖ βάλλουν ἐμμέσως ἢ καὶ ἀμέσως ἐναντίον τῆς ἁγίας μας θρησκείας. Ἕνας δάσκαλος στὴν περιφέρεια τοῦ Βόλου ξεκρέμασε τὴν εἰκόνα τοῦ Ἐσταυρωμένου ἀπὸ τὴν αἴθουσα σχολείου. Ἕνας ἄλλος στὴν περιφέρεια τῆς Χαλκίδος τὸν γελοιοποίησε.
Καὶ τὸ ὑπουργεῖο δὲν ἐπέβαλε καμμία τιμωρία. Ἀντιθέτως, ὅταν μία μαθήτρια εἶχε τὸ θάρρος νὰ ὁμολογήσῃ πίστι στὸ Χριστό, πῆρε ἀποβολὴ ἀπὸ τὸ σχολεῖο.
Αὐτὰ εἶνε ἔμμεσος διωγμός, ποὺ μπορεῖ νὰ γίνῃ καὶ ἄμεσος. Κάποιος κύριος, ποὺ ἐπειδὴ σπούδασε νόμισε ὅτι εἶνε σπουδαῖος, ἄκουσε νὰ χτυποῦν οἱ καμπάνες καὶ λέει· Ἂμ δὲ θά ᾽ρθῃ ὥρα ποὺ θὰ πάψουν νὰ χτυποῦν οἱ καμπάνες!… Κάτι τέτοιοι, ἂν πάρουν ἐξουσία στὰ χέρια τους, θὰ γίνουν χειρότεροι ἀπ᾽ τὸν Ἐμβὲρ Χόντζα. Ἀλλ᾽ ὅ,τι καὶ νὰ κάνουν, ὁ Χριστὸς ζῇ καὶ βασιλεύει στοὺς αἰῶνας.
Ἂς πάρουμε σήμερα μιὰ ἡρωικὴ ἀπόφασι. Ὅπως ὁ ἅγιος Γεώργιος ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς νὰ ὁμολογοῦμε παντοῦ Ἰησοῦν Χριστόν. Κι ἂν παραστῇ ἀνάγκη, καὶ τὸ αἷμα μας νὰ χύσουμε, γιὰ νὰ εἴμαστε συνεχισταὶ τῆς ὡραίας παραδόσεως τοῦ γένους μας, ποὺ ἀγάπησε φλογερὰ τὸν Ἐσταυρωμένο· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
«Καλικάντζαροι» ἔχουν ἀναρριχηθῆ σὲ καίριες θέσεις καὶ ἀπὸ ᾽κεῖ βάλλουν ἐμμέσως ἢ καὶ ἀμέσως ἐναντίον τῆς ἁγίας μας θρησκείας. Ἕνας δάσκαλος στὴν περιφέρεια τοῦ Βόλου ξεκρέμασε τὴν εἰκόνα τοῦ Ἐσταυρωμένου ἀπὸ τὴν αἴθουσα σχολείου. Ἕνας ἄλλος στὴν περιφέρεια τῆς Χαλκίδος τὸν γελοιοποίησε.
Καὶ τὸ ὑπουργεῖο δὲν ἐπέβαλε καμμία τιμωρία. Ἀντιθέτως, ὅταν μία μαθήτρια εἶχε τὸ θάρρος νὰ ὁμολογήσῃ πίστι στὸ Χριστό, πῆρε ἀποβολὴ ἀπὸ τὸ σχολεῖο.
Αὐτὰ εἶνε ἔμμεσος διωγμός, ποὺ μπορεῖ νὰ γίνῃ καὶ ἄμεσος. Κάποιος κύριος, ποὺ ἐπειδὴ σπούδασε νόμισε ὅτι εἶνε σπουδαῖος, ἄκουσε νὰ χτυποῦν οἱ καμπάνες καὶ λέει· Ἂμ δὲ θά ᾽ρθῃ ὥρα ποὺ θὰ πάψουν νὰ χτυποῦν οἱ καμπάνες!… Κάτι τέτοιοι, ἂν πάρουν ἐξουσία στὰ χέρια τους, θὰ γίνουν χειρότεροι ἀπ᾽ τὸν Ἐμβὲρ Χόντζα. Ἀλλ᾽ ὅ,τι καὶ νὰ κάνουν, ὁ Χριστὸς ζῇ καὶ βασιλεύει στοὺς αἰῶνας.
Ἂς πάρουμε σήμερα μιὰ ἡρωικὴ ἀπόφασι. Ὅπως ὁ ἅγιος Γεώργιος ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς νὰ ὁμολογοῦμε παντοῦ Ἰησοῦν Χριστόν. Κι ἂν παραστῇ ἀνάγκη, καὶ τὸ αἷμα μας νὰ χύσουμε, γιὰ νὰ εἴμαστε συνεχισταὶ τῆς ὡραίας παραδόσεως τοῦ γένους μας, ποὺ ἀγάπησε φλογερὰ τὸν Ἐσταυρωμένο· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης τὴν 23-4-1984.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου