Δὲν θὰ μιλήσουμε διεξοδικῶς γι᾽ αὐτόν. Θέλω μόνο νὰ
συγκεντρώσω τὴν προσοχή σας κυρίως σὲ δύο σημεῖατοῦ βίου του.
* * *
Ποιά ἦταν ἡ πατρίδα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ ὁποῖος
τιμᾶται παντοῦ στὴν Ὀρθοδοξία;
Εἶνε ἡ χώρα ἐκείνη ποὺ γέννησε τοὺς περισσοτέρους καὶ μεγαλυτέρους μάρτυρες καὶ ὁμολογητὰς τῆς πίστεως, ἡ γῆ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Δὲν μεροληπτοῦμε· ἡ ἱστορία βεβαιώνει, ὅτι Μικρὰ Ἀσία καὶ Πόντος ὑπῆρξαν τὰ εὐγενέστερα μέρη τοῦ χριστιανισμοῦ. Γεννήθηκε στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας τὸ 330 μ.Χ.. Ἐὰν πᾶμε στὰ μέρη αὐτά, ὅπου νὰ σκαλίσουμε τὰ χώματα, θὰ βροῦμε ὀστᾶ ἁγίων, ἡρώων καὶ μαρτύρων. Ἐκεῖ τάφοι, ἐκεῖ ἱερὰ λείψανα, ἐκεῖ μοναστήρια, ἐκεῖ ἀσκηταί, ἐκεῖ πατέρες καὶ διδάσκαλοι, ἐκεῖ οἱ Βασίλειοι καὶ οἱ Γρηγόριοι, ἐκεῖ τὸ ἄνθος καὶ ἡ εὐωδία τῆς πίστεως· ἕνας παράδεισος τοῦ Θεοῦ.
Ὁ παράδεισος αὐτὸς κράτησε πολλὰ χρόνια, ἕως ὅτου ἦρθε ἡ ἀποφράδα ἐκείνη ἡμέρα τοῦ 1922 καὶ ὅλος ἐκεῖνος ὁ χριστιανισμὸς ξερριζώθηκε. Τώρα ἐκεῖ ποὺ λειτουργοῦσε ὁ Μέγας Βασίλειος ἀκούγονται χοτζάδες· τὶς ἐκκλησιὲς καὶ τὰ μοναστήρια τῆς Καππαδοκίας, τῆς εὐλογημένης χώρας, τὶς κατέλαβαν οἱ μουσουλμᾶνοι καὶ τὶς ἔκαναν τζαμιά, ἀποθῆκες καὶ κινηματογράφους. Ὤ συμφορά, ποὺ ὅποιος δὲν τὴν αἰσθάνεται δὲν εἶνε Ἕλληνας, δὲν εἶνε Χριστιανός!
Εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ καὶ μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός. Γι᾽ αὐτὸ μᾶς ξερρίζωσαν ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία, ἀπὸ τὰ ἅγια μέρη ὅπου ἔζησαν καὶ ἔδρασαν οἱ πρόγονοί μας. Τώρα ἐμεῖς εἴμαστε ἀνάξιοι γι᾽ αὐτά. Ἀλλὰ σημειώσατέ το, τὰ παιδιὰ καὶ τὰ ἐγγόνια σας —τὸ πιστεύω ἀκραδάντως—θὰ ᾿ρθῇ ἅγια μέρα ποὺ θὰ πᾶνε στὴν Καππαδοκία, στὴν Καισαρεία, στὸ Ἰκόνιο, στὴν Ἄγκυρα, ἐκεῖ ὅπου μᾶς περιμένει νέφος μαρτύρων!
Στὴν Καισάρεια λοιπόν, τὴ δοξασμένη πόλι, γεννήθηκε ὁ Μέγας Βασίλειος. Οἱ γονεῖς του εὐσεβεῖς. Τὰ ὀνόματά τους· Βασίλειος ὁ πατέρας —τὸ ἴδιο ὄνομα μὲ τὸν υἱό—, καὶ ἡ μητέρα Ἐμμέλεια. Καὶ πόσα παιδιὰ εἶχαν; Μὴ γελάσετε! ἐὰν ἀκούῃ τὰ λόγια μου αὐτὰ κάποιος μοντέρνος, ἄνθρωπος τοῦ νέου καιροῦ, ἂς μὴ γελάσῃ. Τὸ λέω αὐτό, διότι σήμερα οἱ πολλοὶ δὲ γεννοῦν παιδιά, κ᾽ ἐπὶ πλέον ἐμπαίζουν ἐκείνους ποὺ ζοῦν φυσιολογικά. Ἡ οἰκογένεια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου λοιπὸν εἶχε δέκα παιδιά, τόσα γέννησε ἡ μητέρα του.
Δέκα παιδιά! ἀκοῦτε; Δέκα παιδιά. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἦταν ὁ δεύτερος. Μέσα στὸ σπίτι ὑπῆρχε μιὰ σπουδαία ψυχή, ἡ γιαγιά· ἦταν ἡ γιαγιά του ἡ Μακρίνα, μιὰ ἁγία γυναίκα. Ὅταν μεγάλωσε ὁ Βασίλειος κ᾽ ἔγινε σπουδαῖος, ἐπίσκοπος – ἀρχιεπίσκοπος μὲ φήμη μεγάλη, ὅταν θυμόταν τὴ γιαγιά του ἔκλαιγε. Συνεκινεῖτο, διότι αὐτὴ ἡ γιαγιὰ ἦταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ καὶ φύτευσε στὴν καρδιὰ τοῦ μικροῦ Βασιλείου τὴν εὐσέβεια.
Ἀπὸ τὰ δέκα ἀδέρφια ὁ δεύτερος αὐτὸς ἐσπούδασε κατ᾽ ἀρχὴν στὴν Καισάρεια, καὶ κατόπιν στὴν Ἀθήνα. Μετὰ τὶς σπουδές του ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα καὶ γιὰ λίγο ἔγινε δικηγόρος, ὁ καλύτερος δικηγόρος τῆς πόλεως.
Ἐγκατέλειψε ὅμως τὸ δικηγορικὸ ἐπάγγελμα, πῆγε στὸν Πόντο, κ᾽ ἐκεῖ ἀσκήτευσε, προσευχήθηκε, μελέτησε τὰς Γραφάς. Τέλος ἔγινε ἐπίσκοπος, διαπρεπὴς ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ἐργάστηκε γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἀπὸ τὸ σπίτι – τὴν οἰκογένεια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου βγῆκαν τρεῖς κληρικοί, τρεῖς ἐπίσκοποι· ὁ Μέγας Βασίλειος ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας, ὁ Γρηγόριος ἐπίσκοπος Νύσσης, καὶ Πέτρος ἐπίσκοπος Σεβαστείας.
Εἶνε ἡ χώρα ἐκείνη ποὺ γέννησε τοὺς περισσοτέρους καὶ μεγαλυτέρους μάρτυρες καὶ ὁμολογητὰς τῆς πίστεως, ἡ γῆ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Δὲν μεροληπτοῦμε· ἡ ἱστορία βεβαιώνει, ὅτι Μικρὰ Ἀσία καὶ Πόντος ὑπῆρξαν τὰ εὐγενέστερα μέρη τοῦ χριστιανισμοῦ. Γεννήθηκε στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας τὸ 330 μ.Χ.. Ἐὰν πᾶμε στὰ μέρη αὐτά, ὅπου νὰ σκαλίσουμε τὰ χώματα, θὰ βροῦμε ὀστᾶ ἁγίων, ἡρώων καὶ μαρτύρων. Ἐκεῖ τάφοι, ἐκεῖ ἱερὰ λείψανα, ἐκεῖ μοναστήρια, ἐκεῖ ἀσκηταί, ἐκεῖ πατέρες καὶ διδάσκαλοι, ἐκεῖ οἱ Βασίλειοι καὶ οἱ Γρηγόριοι, ἐκεῖ τὸ ἄνθος καὶ ἡ εὐωδία τῆς πίστεως· ἕνας παράδεισος τοῦ Θεοῦ.
Ὁ παράδεισος αὐτὸς κράτησε πολλὰ χρόνια, ἕως ὅτου ἦρθε ἡ ἀποφράδα ἐκείνη ἡμέρα τοῦ 1922 καὶ ὅλος ἐκεῖνος ὁ χριστιανισμὸς ξερριζώθηκε. Τώρα ἐκεῖ ποὺ λειτουργοῦσε ὁ Μέγας Βασίλειος ἀκούγονται χοτζάδες· τὶς ἐκκλησιὲς καὶ τὰ μοναστήρια τῆς Καππαδοκίας, τῆς εὐλογημένης χώρας, τὶς κατέλαβαν οἱ μουσουλμᾶνοι καὶ τὶς ἔκαναν τζαμιά, ἀποθῆκες καὶ κινηματογράφους. Ὤ συμφορά, ποὺ ὅποιος δὲν τὴν αἰσθάνεται δὲν εἶνε Ἕλληνας, δὲν εἶνε Χριστιανός!
Εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ καὶ μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός. Γι᾽ αὐτὸ μᾶς ξερρίζωσαν ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία, ἀπὸ τὰ ἅγια μέρη ὅπου ἔζησαν καὶ ἔδρασαν οἱ πρόγονοί μας. Τώρα ἐμεῖς εἴμαστε ἀνάξιοι γι᾽ αὐτά. Ἀλλὰ σημειώσατέ το, τὰ παιδιὰ καὶ τὰ ἐγγόνια σας —τὸ πιστεύω ἀκραδάντως—θὰ ᾿ρθῇ ἅγια μέρα ποὺ θὰ πᾶνε στὴν Καππαδοκία, στὴν Καισαρεία, στὸ Ἰκόνιο, στὴν Ἄγκυρα, ἐκεῖ ὅπου μᾶς περιμένει νέφος μαρτύρων!
Στὴν Καισάρεια λοιπόν, τὴ δοξασμένη πόλι, γεννήθηκε ὁ Μέγας Βασίλειος. Οἱ γονεῖς του εὐσεβεῖς. Τὰ ὀνόματά τους· Βασίλειος ὁ πατέρας —τὸ ἴδιο ὄνομα μὲ τὸν υἱό—, καὶ ἡ μητέρα Ἐμμέλεια. Καὶ πόσα παιδιὰ εἶχαν; Μὴ γελάσετε! ἐὰν ἀκούῃ τὰ λόγια μου αὐτὰ κάποιος μοντέρνος, ἄνθρωπος τοῦ νέου καιροῦ, ἂς μὴ γελάσῃ. Τὸ λέω αὐτό, διότι σήμερα οἱ πολλοὶ δὲ γεννοῦν παιδιά, κ᾽ ἐπὶ πλέον ἐμπαίζουν ἐκείνους ποὺ ζοῦν φυσιολογικά. Ἡ οἰκογένεια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου λοιπὸν εἶχε δέκα παιδιά, τόσα γέννησε ἡ μητέρα του.
Δέκα παιδιά! ἀκοῦτε; Δέκα παιδιά. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἦταν ὁ δεύτερος. Μέσα στὸ σπίτι ὑπῆρχε μιὰ σπουδαία ψυχή, ἡ γιαγιά· ἦταν ἡ γιαγιά του ἡ Μακρίνα, μιὰ ἁγία γυναίκα. Ὅταν μεγάλωσε ὁ Βασίλειος κ᾽ ἔγινε σπουδαῖος, ἐπίσκοπος – ἀρχιεπίσκοπος μὲ φήμη μεγάλη, ὅταν θυμόταν τὴ γιαγιά του ἔκλαιγε. Συνεκινεῖτο, διότι αὐτὴ ἡ γιαγιὰ ἦταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ καὶ φύτευσε στὴν καρδιὰ τοῦ μικροῦ Βασιλείου τὴν εὐσέβεια.
Ἀπὸ τὰ δέκα ἀδέρφια ὁ δεύτερος αὐτὸς ἐσπούδασε κατ᾽ ἀρχὴν στὴν Καισάρεια, καὶ κατόπιν στὴν Ἀθήνα. Μετὰ τὶς σπουδές του ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα καὶ γιὰ λίγο ἔγινε δικηγόρος, ὁ καλύτερος δικηγόρος τῆς πόλεως.
Ἐγκατέλειψε ὅμως τὸ δικηγορικὸ ἐπάγγελμα, πῆγε στὸν Πόντο, κ᾽ ἐκεῖ ἀσκήτευσε, προσευχήθηκε, μελέτησε τὰς Γραφάς. Τέλος ἔγινε ἐπίσκοπος, διαπρεπὴς ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ἐργάστηκε γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἀπὸ τὸ σπίτι – τὴν οἰκογένεια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου βγῆκαν τρεῖς κληρικοί, τρεῖς ἐπίσκοποι· ὁ Μέγας Βασίλειος ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας, ὁ Γρηγόριος ἐπίσκοπος Νύσσης, καὶ Πέτρος ἐπίσκοπος Σεβαστείας.
* * *
Αὐτὸς εἶνε, ἀγαπητοί μου, μὲ μεγάλη συντομία, ὁ βίος
καὶ ἡ δρᾶσις τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Δύο πράγματα ἂς προσέξουμε.
⃝Τὸ ἕνα εἶνε ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος βγῆκε ἀπὸ πολύτεκνη οἰκογένεια. Τὸ τονίζω καὶ δὲν θὰ παύσω νὰ τὸ τονίζω αὐτό· ὁ Θεὸς εὐλογεῖ τὶς οἰκογένειες τῶν πολυτέκνων, αὐτὸ εἶνε γεγονός. Ὅποιος εἶνε πολύτεκνος, βλέπει μέσ᾿ στὸ σπίτι του θαύματα. Θαύματα ζητοῦμε, ἀλλὰ τὰ θαύματα εἶνε στοὺς πολυτέκνους. Συνάντησα πρὸ καιροῦ ἕνα πολύτεκνο μὲ 12 παιδιὰ καὶ μοῦ ἔλεγε· ―Πιστεύω στὸ Θεό. —Γιατί; τοῦ λέω. —Διότι τὸ θαῦμα τό ᾿δα μέσ᾿ στὸ σπίτι μου. Ὅλα τὰ παιδιά μου ἀποκαταστάθηκαν. Ἦταν μέρες ποὺ δὲν εἶχα δραχμή, ἀλλὰ πίστευα στὸ Θεὸ κ᾽ ἐκεῖνος προστάτευσε…. Ὁ Θεὸς εἶνε μ᾿ ἐκείνους ποὺ ἐκτελοῦν τὸ θέλημά του.
Τώρα παιδιά; Τίποτα· ἕνα-δυό, ἕνα-δυό, παραπάνω σπάνια. Εἶνε ἡ νέα μόδα, τὸ σύστημα τὸ δαιμονικό. Λένε, ὅτι δὲν ἀφήνει ἡ φτώχεια. Ψέμα.Τόσα ξοδεύουν σὲ λοῦσσα καὶ διασκεδάσεις. Μὲ ὅσα δίνουν σὲ τυχερὰ παιχνίδια, χαρτιά, νυχτερινὰ κέντρα κ.τ.λ., μποροῦν νὰ ζήσουν πολλὰ παιδιά. Ἔγινε ὑπολογισμὸς καὶ βρέθηκε, ὅτι μὲ τὰ ἔξοδα στὸν καπνό, τὸ τσιγάρο, τὰ ποτά, τὴν πολυτέλεια, ἂν τὰ μαζέψουμε, μποροῦμε νὰ συντηρήσουμε 100 χιλιάδες παιδιά! Ἀλλὰ ποῦ ἀφήνει ἡ φιλαυτία; Ὄχι λοιπὸν ἡ φτώχεια, κάτι ἄλλο εἶνε ἡ αἰτία τῆς ὀλιγοτεκνίας· ἡ ἀπιστία εἶνε ποὺ δὲν ἀφήνει τοὺς γονεῖς νὰ γίνουν πολύτεκνοι. Δὲν πιστεύουν πλέον. Ἄνθρωπε, τὸ παιδὶ δὲν εἶνε δικό σου· τοῦ Θεοῦ εἶνε. Δὲ γίνεται ἔτσι μέσα στὴ μήτρα· ἔρχεται ἀπὸ τὸ Θεό, ὡς δῶρο οὐράνιο.
Δυστυχῶς μερικὲς κυράδες, ὅταν ἀκοῦνε νὰ τοὺς μιλάῃ κανεὶς μὲ πόνο καὶ δάκρυα γι᾽ αὐτά, γελᾶνε. Ἀλλὰ θὰ κλάψουν! Καὶ μαζί τους θὰ κλάψῃ ὅλη ἡ πατρίδα. Εχουμε τὰ λιγώτερα παιδιὰ στὰ Βαλκάνια. Οἱ ἄλλοι λαοὶ ἔχουν παιδιά, ἐμεῖς δὲν ἔχουμε. Γηροκομεῖο καταντήσαμε. Καὶ ὑπάρχει μεγάλος φόβος νὰ σβήσουμε ὡς φυλή, ν᾿ ἀποθάνῃ αὐτὸ τὸ ἔνδοξο γένος. Δὲν τὸ λέω ἐγώ, τὸ λένε ἐπιστήμονες.
Μετρῆστε, τὴν ἅγια αὐτὴ ἡμέρα, πόσοι πηγαίνουν στὶς κλινικές, στὰ σφαγεῖα αὐτὰ τῶν γιατρῶν, γιὰ ἐκτρώσεις. Καὶ κάθε ἔκτρωσι καὶ λίρα. Μισὸ ἑκατομμύριο ἐκτρώσεις τὸ χρόνο στὴν Ἑλλάδα! «Φρίξον ἥλιε, στέναξον γῆ». Πῶς δὲν ἀνοίγει ἡ γῆ νὰ μᾶς καταπιῇ, πῶς δὲ σείεται ὁ τόπος, πῶς δὲν πέφτουν τὰ ἄστρα νὰ γίνουν ἀστροπελέκια στὰ κεφάλια μας!
Ἦρθε πρὸ ἡμερῶν στὴ μητρόπολι μιὰ γυναίκα ἀπὸ ἕνα χωριὸ τῶν συνόρων – μέχρι ἐκεῖ ἔφτασε ἡ ψώρα. Ρωτάω· ―Τί κάνεις, ποῦ εἶνε τὰ παιδιά; ―Νά, λέει, ὁ δάσκαλος στὸ χωριὸ κ᾽ ἐκείνη ἡ γιατρίνα μὲ συμβούλεψαν νὰ μὴν κάνω παιδιά…. Καὶ ἔκανε –πόσες ἐκτρώσεις; Τρεῖς! Θεέ μου Θεέ μου! Μεγάλο τὸ
ἔγκλημα αὐτό. Οἱ γυναῖκες ποὺ κάνουν ἐκτρώσεις ἔχουν μεγάλο κρίμα. Δέκα χρόνια τοὐλάχιστον δὲν πρέπει νὰ πλησιάσουν τὴ θεία Κοινωνία. Ἀλλὰ ποῦ συναίσθησι; Κατάρα πέφτει —δὲν τὸ λέω ἐγώ— στὰ σπίτια ποὺ μὲ ποικίλα σατανικὰ μέσα ἀποφεύγουν νὰ κάνουν παιδιά. Καὶ γυναῖκες ποὺ δὲ γεννοῦν ἀλλὰ κάνουν ἐκτρώσεις —τὸ λένε στατιστικές— πεθαίνουν ἀράδα ἀπὸ καρκίνο μήτρας καὶ μαστῶν. Τιμωρεῖ ὁ Θεός. Ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾿ ἀκούει ὅλα, κ᾽ ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα, καὶ πληρώνουμε ἐδῶ μὲ τόκο κ᾽ ἐπιτόκιο
⃝Τὸ ἕνα εἶνε ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος βγῆκε ἀπὸ πολύτεκνη οἰκογένεια. Τὸ τονίζω καὶ δὲν θὰ παύσω νὰ τὸ τονίζω αὐτό· ὁ Θεὸς εὐλογεῖ τὶς οἰκογένειες τῶν πολυτέκνων, αὐτὸ εἶνε γεγονός. Ὅποιος εἶνε πολύτεκνος, βλέπει μέσ᾿ στὸ σπίτι του θαύματα. Θαύματα ζητοῦμε, ἀλλὰ τὰ θαύματα εἶνε στοὺς πολυτέκνους. Συνάντησα πρὸ καιροῦ ἕνα πολύτεκνο μὲ 12 παιδιὰ καὶ μοῦ ἔλεγε· ―Πιστεύω στὸ Θεό. —Γιατί; τοῦ λέω. —Διότι τὸ θαῦμα τό ᾿δα μέσ᾿ στὸ σπίτι μου. Ὅλα τὰ παιδιά μου ἀποκαταστάθηκαν. Ἦταν μέρες ποὺ δὲν εἶχα δραχμή, ἀλλὰ πίστευα στὸ Θεὸ κ᾽ ἐκεῖνος προστάτευσε…. Ὁ Θεὸς εἶνε μ᾿ ἐκείνους ποὺ ἐκτελοῦν τὸ θέλημά του.
Τώρα παιδιά; Τίποτα· ἕνα-δυό, ἕνα-δυό, παραπάνω σπάνια. Εἶνε ἡ νέα μόδα, τὸ σύστημα τὸ δαιμονικό. Λένε, ὅτι δὲν ἀφήνει ἡ φτώχεια. Ψέμα.Τόσα ξοδεύουν σὲ λοῦσσα καὶ διασκεδάσεις. Μὲ ὅσα δίνουν σὲ τυχερὰ παιχνίδια, χαρτιά, νυχτερινὰ κέντρα κ.τ.λ., μποροῦν νὰ ζήσουν πολλὰ παιδιά. Ἔγινε ὑπολογισμὸς καὶ βρέθηκε, ὅτι μὲ τὰ ἔξοδα στὸν καπνό, τὸ τσιγάρο, τὰ ποτά, τὴν πολυτέλεια, ἂν τὰ μαζέψουμε, μποροῦμε νὰ συντηρήσουμε 100 χιλιάδες παιδιά! Ἀλλὰ ποῦ ἀφήνει ἡ φιλαυτία; Ὄχι λοιπὸν ἡ φτώχεια, κάτι ἄλλο εἶνε ἡ αἰτία τῆς ὀλιγοτεκνίας· ἡ ἀπιστία εἶνε ποὺ δὲν ἀφήνει τοὺς γονεῖς νὰ γίνουν πολύτεκνοι. Δὲν πιστεύουν πλέον. Ἄνθρωπε, τὸ παιδὶ δὲν εἶνε δικό σου· τοῦ Θεοῦ εἶνε. Δὲ γίνεται ἔτσι μέσα στὴ μήτρα· ἔρχεται ἀπὸ τὸ Θεό, ὡς δῶρο οὐράνιο.
Δυστυχῶς μερικὲς κυράδες, ὅταν ἀκοῦνε νὰ τοὺς μιλάῃ κανεὶς μὲ πόνο καὶ δάκρυα γι᾽ αὐτά, γελᾶνε. Ἀλλὰ θὰ κλάψουν! Καὶ μαζί τους θὰ κλάψῃ ὅλη ἡ πατρίδα. Εχουμε τὰ λιγώτερα παιδιὰ στὰ Βαλκάνια. Οἱ ἄλλοι λαοὶ ἔχουν παιδιά, ἐμεῖς δὲν ἔχουμε. Γηροκομεῖο καταντήσαμε. Καὶ ὑπάρχει μεγάλος φόβος νὰ σβήσουμε ὡς φυλή, ν᾿ ἀποθάνῃ αὐτὸ τὸ ἔνδοξο γένος. Δὲν τὸ λέω ἐγώ, τὸ λένε ἐπιστήμονες.
Μετρῆστε, τὴν ἅγια αὐτὴ ἡμέρα, πόσοι πηγαίνουν στὶς κλινικές, στὰ σφαγεῖα αὐτὰ τῶν γιατρῶν, γιὰ ἐκτρώσεις. Καὶ κάθε ἔκτρωσι καὶ λίρα. Μισὸ ἑκατομμύριο ἐκτρώσεις τὸ χρόνο στὴν Ἑλλάδα! «Φρίξον ἥλιε, στέναξον γῆ». Πῶς δὲν ἀνοίγει ἡ γῆ νὰ μᾶς καταπιῇ, πῶς δὲ σείεται ὁ τόπος, πῶς δὲν πέφτουν τὰ ἄστρα νὰ γίνουν ἀστροπελέκια στὰ κεφάλια μας!
Ἦρθε πρὸ ἡμερῶν στὴ μητρόπολι μιὰ γυναίκα ἀπὸ ἕνα χωριὸ τῶν συνόρων – μέχρι ἐκεῖ ἔφτασε ἡ ψώρα. Ρωτάω· ―Τί κάνεις, ποῦ εἶνε τὰ παιδιά; ―Νά, λέει, ὁ δάσκαλος στὸ χωριὸ κ᾽ ἐκείνη ἡ γιατρίνα μὲ συμβούλεψαν νὰ μὴν κάνω παιδιά…. Καὶ ἔκανε –πόσες ἐκτρώσεις; Τρεῖς! Θεέ μου Θεέ μου! Μεγάλο τὸ
ἔγκλημα αὐτό. Οἱ γυναῖκες ποὺ κάνουν ἐκτρώσεις ἔχουν μεγάλο κρίμα. Δέκα χρόνια τοὐλάχιστον δὲν πρέπει νὰ πλησιάσουν τὴ θεία Κοινωνία. Ἀλλὰ ποῦ συναίσθησι; Κατάρα πέφτει —δὲν τὸ λέω ἐγώ— στὰ σπίτια ποὺ μὲ ποικίλα σατανικὰ μέσα ἀποφεύγουν νὰ κάνουν παιδιά. Καὶ γυναῖκες ποὺ δὲ γεννοῦν ἀλλὰ κάνουν ἐκτρώσεις —τὸ λένε στατιστικές— πεθαίνουν ἀράδα ἀπὸ καρκίνο μήτρας καὶ μαστῶν. Τιμωρεῖ ὁ Θεός. Ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾿ ἀκούει ὅλα, κ᾽ ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα, καὶ πληρώνουμε ἐδῶ μὲ τόκο κ᾽ ἐπιτόκιο
. ⃝Τὸ ἕνα λοιπὸν δίδαγμα εἶνε, ὅτι ὁ Χριστὸς εὐλογεῖ τὰ
σπίτια τῶν πολυτέκνων. Τὸ ἄλλο ποιό εἶνε· ὅτι ἀπὸ τὸ ἁγιασμένο σπίτι τοῦ Μεγάλου
Βασιλείου βγῆκαν τρεῖς κληρικοί. Ἦταν ἡ ἁγία ἐποχὴ ποὺ οἱ γονεῖς χαίρονταν νὰ
βλέπουν τὸ παιδί τους κοντὰ στὸ ἀναλόγιο, νὰ γίνεται ἀναγνώστης. Τὸ θεωροῦσαν
αυτὸ μεγάλη τιμὴ στὴν Καισάρεια, στὸν Πόντο, στὸ Ἰκόνιο, στὴν Ἄγκυρα, τὰ παιδιὰ
νὰ γίνουν ὑπηρέται τῆς Ἐκκλησίας. Τώρα; Μακριὰ ἀπ᾽ τὸ Θεό!
Τώρα; ξοδεύουν γιὰ τὰ δύο παιδάκια τους νὰ γίνουν ὁ ἕνας γιατρὸς κι ὁ ἄλλος μηχανικός. Παπᾶς; Ὄχι! ἂν πῇ νὰ γίνῃ παπᾶς, κλαῖνε καὶ θρηνοῦν. Ἔτσι, οἱ ἄλλες γειτονικὲς χῶρες ἔχουν παπᾶδες· ἐμεῖς ἐδῶ ἔχουμε χίλια χωριὰ χωρὶς παπᾶ, ποὺ δὲν ἔκαναν φέτος Χριστούγεννα. Κανείς δὲ γίνεται παπᾶς. Καὶ γιατί νὰ γίνῃ; γιὰ νὰ τὸν ἐμπαίζῃς ἐσύ; κορόϊδο εἶνε; Δὲν ὑπάρχουν παπᾶδες, κ᾽ εἶνε σημεῖο τῶν καιρῶν. Κινδυνεύουμε νὰ κλείσουν οἱ ἐκκλησιές.
Τώρα; ξοδεύουν γιὰ τὰ δύο παιδάκια τους νὰ γίνουν ὁ ἕνας γιατρὸς κι ὁ ἄλλος μηχανικός. Παπᾶς; Ὄχι! ἂν πῇ νὰ γίνῃ παπᾶς, κλαῖνε καὶ θρηνοῦν. Ἔτσι, οἱ ἄλλες γειτονικὲς χῶρες ἔχουν παπᾶδες· ἐμεῖς ἐδῶ ἔχουμε χίλια χωριὰ χωρὶς παπᾶ, ποὺ δὲν ἔκαναν φέτος Χριστούγεννα. Κανείς δὲ γίνεται παπᾶς. Καὶ γιατί νὰ γίνῃ; γιὰ νὰ τὸν ἐμπαίζῃς ἐσύ; κορόϊδο εἶνε; Δὲν ὑπάρχουν παπᾶδες, κ᾽ εἶνε σημεῖο τῶν καιρῶν. Κινδυνεύουμε νὰ κλείσουν οἱ ἐκκλησιές.
* * *
Γι᾽ αὐτό, ἀγαπητοί μου, εὐλογῶ τὶς οἰκογένειες τῶν
πολυτέκνων. Καὶ στὶς ἄλλες οἰκογένειες εὔχομαι, ἀντρόγυνα ποὺ διαπράττουν τὸ
ἔγκλημα τῶν ἐκτρώσεων καὶ τῆς ἀποφυγῆς τῆς τεκνογονίας νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ
ἐπιστρέψουν στὸ θεῖο θέλημα. Καὶ τέλος παρακαλῶ ὅλους νὰ προσπαθήσουν, μέσ᾽ ἀπὸ
τὰ χριστιανικὰ σπίτια νὰ βγοῦν παιδιὰ πιστὰ ἁγνὰ καὶ γενναῖα ποὺ θὰ φορέσουν τὸ
ῥάσο. Τὰ χριστιανικὰ σπίτια ἔχουν ἔξυπνα παιδιὰ καὶ ἔβγαλαν καὶ δασκάλους καὶ
ἀξιωματικοὺς καὶ μηχανικούς· ἀλλὰ παπᾶδες δὲ μᾶς ἔδωσαν! Εἴθε ὅσοι ἀκοῦν τὰ
λόγια μου αὐτὰ ν᾽ ἀναλογισθοῦν ὅτι ἔχουμε ἀνάγκη εὐλαβῶν ἱερέων, κ᾽ εὔχομαι ὁ
Θεὸς νὰ μᾶς προστατεύσῃ ὅλους· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ
Ἁγ. Βασιλείου Φιλώτα – Ἀμυνταίου τὴν 1-1-1978 μὲ ἄλλο τίτλο. Καταγραφὴ καὶ
σύντμησις 1-1-2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου